Scrutatio

Domenica, 5 maggio 2024 - Beato Nunzio Sulprizio ( Letture di oggi)

Salmi 68


font
BIBBIA MARTINIGREEK BIBLE
1 Per quelli, che saranno cangiati, di Davidde.
Salvami, o Dio: imperocché son penetrate le acque fino all'anima mia.
1 Εις τον πρωτον μουσικον. Ψαλμος ωδης του Δαβιδ.>> Ας εγερθη ο Θεος, και ας διασκορπισθωσιν οι εχθροι αυτου? και ας φυγωσιν απ' εμπροσθεν αυτου οι μισουντες αυτον.
2 Son fitto in profondissimo fango, che non ha consistenza.2 Καθως αφανιζεται ο καπνος, ουτως αφανισον αυτους? καθως διαλυεται ο κηρος εμπροσθεν του πυρος, ουτως ας απολεσθωσιν οι ασεβεις απο προσωπου του Θεου.
3 Son venuto in alto mare, e la tempesta mi ha sommerso.3 Οι δε δικαιοι ας ευφραινωνται? ας αγαλλωνται ενωπιον του Θεου? και ας τερπωνται εν ευφροσυνη.
4 Mi sono stancato a gridare: le mie fauci sono inaridite: si sono ottenebrati gli occhi miei, mentre aspettando li tengo rivolti al mio Dio.4 Ψαλλετε εις τον Θεον? ψαλμωδειτε εις το ονομα αυτου? ετοιμασατε τας οδους εις τον επιβαινοντα επι των ερημων? Κυριος ειναι το ονομα αυτου? και αγαλλεσθε ενωπιον αυτου.
5 Son cresciuti di numero sopra i capelli della mia testa coloro, che mi odiano senza ragione.
Son divenuti più forti i nemici miei, che mi perseguitano ingiustamente: io allora pagai quello, che io non aveva rapito.
5 Πατηρ των ορφανων και κριτης των χηρων, ειναι ο Θεος εν τω αγιω αυτου τοπω.
6 Tu conosci, o Dio, la mia stoltezza? e i miei peccati non sono nascosi a te.6 Ο Θεος κατοικιζει εις οικογενειαν τους μεμονωμενους? εξαγει τους δεσμιους εις αφθονιαν? οι δε αποσταται κατοικουσιν εν γη ανυδρω.
7 Non abbian per causa mia da arrossire coloro, i quali aspettano te, o Dio degli eserciti.
Non sian confusi per cagion mia coloro, che cercano te, o Dio d'Israele.
7 Θεε, οτε εξηλθες εμπροσθεν του λαου σου, οτε περιεπατεις δια της ερημου? Διαψαλμα?
8 Perocché per amor tuo ho sofferta ignominia, e di confusione è stato coperto il mio volto.8 η γη εσεισθη, και αυτοι οι ουρανοι εσταξαν απο προσωπου του Θεου? το Σινα αυτο εσεισθη απο προσωπου του Θεου, του Θεου του Ισραηλ.
9 Son divenuto straniero a' miei fratelli, e ignoto a' figliuoli della mia madre.9 Θεε, επεμψας βροχην αφθονον εις την κληρονομιαν σου, και εν τη αδυναμια αυτης συ ανεζωοποιησας αυτην.
10 Perché lo zelo della tua casa mi divorò, e gli insulti di coloro, che ti insultavano son ricaduti sopra di me.10 Η συναγωγη σου κατωκησεν εν αυτη? Θεε, εκαμες ετοιμασιαν εις τον πτωχον δια την αγαθοτητα σου.
11 E umiliai col digiuno l'anima mia, e tutto questo si è per me convertito in obbrobrio.11 Ο Κυριος εδωκε λογον? οι ευαγγελιζομενοι ησαν στρατευμα μεγα.
12 E presi per mia veste il cilicio, e fui il loro ludibrio.12 Βασιλεις στρατευματων φευγοντες εφυγον, και αι διαμενουσαι εν τη οικια εμοιραζον τα λαφυρα.
13 Contro di me parlavano quei, che stavano assisi alla porta: e sopra di me i bevoni cantavano delle canzoni.13 Και αν εκοιτεσθε εν μεσω εστιας, ομως θελετε εισθαι ως πτερυγες περιστερας περιηργυρωμενης, και της οποιας τα πτερα ειναι περικεχρυσωμενα απο κιτρινου χρυσιου.
14 Ma io a te, o Signore, rivolgo la mia orazione: tempo di favore, o Dio, egli è questo.
Esaudiscimi secondo la moltitudine della tua misericordia, secondo la verità della salute, ch'io aspetto da te.
14 Οτε ο Παντοδυναμος διεσκορπιζε βασιλεις εν αυτη, εγεινε λευκη ως η χιων εν Σαλμων.
15 Trammi dal fango, aftinché io non ti resti sommerso: liberami da coloro, che mi odiano, e dalle acque profonde.15 Το ορος του Θεου ειναι ως το ορος της Βασαν? ορος υψηλον ως το ορος της Βασαν.
16 Non mi sommerga la tempesta, e non mi assorbisca il mar profondo, e il pozzo non serri la sua bocca sopra di me.16 Δια τι ζηλοτυπειτε, ορη υψηλα; τουτο ειναι το ορος, εν ω ευδοκησεν ο Θεος να κατοικη? ο Κυριος, ναι, εν αυτω θελει κατοικει εις τον αιωνα.
17 Esaudiscimi, o Signore, perché benefica ella è la tua misericordia: secondo la molta tua pietà a me rivolgi lo sguardo.17 Αι αμαξαι του Θεου ειναι δισμυριαι χιλιαδες χιλιαδων? ο Κυριος ειναι μεταξυ αυτων ως εν Σινα, εν τω αγιω τοπω.
18 E non perder di vista il tuo servo: esaudiscimi prontamente, perché io son tribolato.18 Ανεβης εις υψος? ηχμαλωτισας αιχμαλωσιαν? ελαβες χαρισματα δια τους ανθρωπους? ετι δε και δια τους απειθεις, δια να κατοικης μεταξυ αυτων, Κυριε Θεε.
19 Fatti dappresso all'anima mia, e dalle salute: a riguardo de' miei nemici conducimi a salvamento.19 Ευλογητος Κυριος, οστις καθ' ημεραν επιφορτιζεις ημας αγαθα? ο Θεος της σωτηριας ημων. Διαψαλμα.
20 A te son noti gli obbrobrj, ch'io soffro, e la confusione mia, e la mia ignominia.20 Ο Θεος ημων ειναι Θεος σωτηριας? και Κυριου του Θεου ειναι η λυτρωσις απο του θανατου.
21 Sotto degli occhi tuoi sono tutti quelli, che mi tormentano: il mio cuore mi aspettò obbrobrj, e miserie.
E aspettai chi entrasse a parte di mia tristezza, e non vi fu, e chi mi porgesse consolazione, e noi trovai.
21 Ο Θεος εξαπαντος θελει συντριψει την κεφαλην των εχθρων αυτου? και την τετριχωμενην κορυφην του περιπατουντος εν ταις ανομιαις αυτου.
22 E il fiele dettero a me per cibo: e nella sete mia mi abbeverarono coll'aceto.22 Ο Κυριος ειπε, Θελω επαναφερει εκ Βασαν, θελω επαναφερει τον λαον μου εκ των βαθεων της θαλασσης?
23 La loro mensa diventi per essi lacciuolo, e scandalo per loro retribuzione.23 δια να βαφη ο πους σου εν τω αιματι των εχθρων σου και η γλωσσα των κυνων σου εξ αυτου.
24 Si offuschino i loro occhi, sicché non veggano: e aggrava mai sempre il loro dorso.24 Εθεωρηθησαν τα βηματα σου, Θεε? τα βηματα του Θεου μου, του βασιλεως μου, εν τω αγιαστηριω.
25 Scarica sopra di loro l'ira tua, e gli serri il furore dell'ira tua.25 Προεπορευοντο οι ψαλται? κατοπιν οι παιζοντες οργανα, εν τω μεσω νεανιδες τυμπανιστριαι.
26 La loro abitazione diventi un deserto, e non siavi chi abiti sotto i loro padiglioni.26 Εν εκκλησιαις ευλογειτε τον Θεον? ευλογειτε τον Κυριον, οι εκ της πηγης του Ισραηλ.
27 Perocché hanno perseguitato colui, cui tu avevi percosso, e al dolore delle mie piaghe aggiunser dolore.27 Εκει ητο ο μικρος Βενιαμιν, ο αρχηγος αυτων? οι αρχοντες Ιουδα και ο λαος αυτων? οι αρχοντες Ζαβουλων και οι αρχοντες Νεφθαλι.
28 Aggiungi iniquità alle loro iniquità, e alla giustizia tua non pervengano.28 Διεταξεν ο Θεος σου την δυναμιν σου? στερεωσον, Θεε, τουτο, το οποιον ενηργησας εις ημας.
29 Siano cancellati dal libro de' viventi, e non sian descritti trai giusti.29 Δια τον ναον σου τον εν Ιερουσαλημ, βασιλεις θελουσι προσφερει εις σε δωρα.
30 Io son povero, e addolorato; la tua salute, o Dio, mi ha sostenuto.30 Επιτιμησον τα θηρια του καλαμωνος, το πληθος των ταυρων και τους μοσχους των λαων, εωσου εκαστος προσφερη υποταγην με πλακας αργυριου? διασκορπισον τους λαους τους αγαπωντας πολεμους.
31 Loderò il nome di Dio co' miei cantici, e lo glorificherò coi rendimenti di grazie:31 Θελουσιν ελθει μεγιστανες εξ Αιγυπτου? η Αιθιοπια ταχεως θελει εκτεινει τας χειρας αυτης προς τον Θεον.
32 E questi piaceranno a Dio più, che un giovane vitello, che butti fuora le corna, e le unghie.32 Αι βασιλειαι της γης, ψαλλετε εις τον Θεον, ψαλμωδειτε εις τον Κυριον? Διαψαλμα?
33 Veggan ciò i poveri, e si consolino: cercate Dio, e l'anima vostra avrà vita:33 εις τον επιβαινοντα επι τους ουρανους των εκπαλαι ουρανων? ιδου εκπεμπει την φωνην αυτου, φωνην κραταιαν.
34 Imperocché il Signore ha esauditi i poveri, e non ha posti in non cale quei, che sono per lui in catene.34 Αποδοτε το κρατος εις τον Θεον? η μεγαλοπρεπεια αυτου ειναι επι τον Ισραηλ και η δυναμις αυτου επι τους ουρανους.
35 Dian lode a lui i cieli, e la terra: il mare, e gli animali tutti, che sono in lor contenuti:35 Φοβερος εισαι, Θεε, εκ των αγιαστηριων σου? ο Θεος του Ισραηλ ειναι ο διδους κρατος και δυναμιν εις τον λαον αυτου. Ευλογητος ο Θεος.
36 Imperocché Dio salverà Sionne, e saranno edificate le città di Giuda. Ed ivi avran ferma stanza, e la possederanno come proprio retaggio.
37 E i figliuoli de' servi di lui avràn di essa il possesso: e in essa dimoreranno quelli, che amano il di lui nome.