Scrutatio

Sabato, 27 aprile 2024 - Santa Zita ( Letture di oggi)

Salmi 102


font
BIBBIA CEI 2008GREEK BIBLE
1 Preghiera di un povero che è sfinito ed effonde davanti al Signore il suo lamento.
1 Προσευχη του τεθλιμμενου, οταν αδημονη, και εκχεη το παραπονον αυτου ενωπιον του Κυριου.>> Κυριε, εισακουσον της προσευχης μου, και η κραυγη μου ας ελθη προς σε.
2 Signore, ascolta la mia preghiera,a te giunga il mio grido di aiuto.
2 Μη κρυψης το προσωπον σου απ' εμου? καθ' ην ημεραν θλιβομαι, κλινον προς εμε το ωτιον σου? καθ' ην ημεραν σε επικαλουμαι, ταχεως επακουε μου.
3 Non nascondermi il tuo voltonel giorno in cui sono nell’angoscia.Tendi verso di me l’orecchio,quando t’invoco, presto, rispondimi!
3 Διοτι εξελιπον ως καπνος αι ημεραι μου, και τα οστα μου ως φρυγανον κατεξηρανθησαν.
4 Svaniscono in fumo i miei giornie come brace ardono le mie ossa.
4 Επληγωθη η καρδια μου και εξηρανθη ως χορτος, ωστε ελησμονησα να τρωγω τον αρτον μου.
5 Falciato come erba, inaridisce il mio cuore;dimentico di mangiare il mio pane.
5 Απο φωνης του στεναγμου μου εκολληθησαν τα οστα μου εις το δερμα μου.
6 A forza di gridare il mio lamentomi si attacca la pelle alle ossa.
6 Κατεσταθην ομοιος του ερημικου πελεκανος? εγεινα ως νυκτοκοραξ εν ταις ερημοις.
7 Sono come la civetta del deserto,sono come il gufo delle rovine.
7 Αγρυπνω και ειμαι ως στρουθιον μοναζον επι δωματος.
8 Resto a vegliare:sono come un passerosolitario sopra il tetto.
8 Ολην την ημεραν με ονειδιζουσιν οι εχθροι μου? οι μαινομενοι ομνυουσι κατ' εμου.
9 Tutto il giorno mi insultano i miei nemici,furenti imprecano contro di me.
9 Διοτι εφαγον στακτην ως αρτον και συνεκερασα με δακρυα το ποτον μου,
10 Cenere mangio come fosse pane,alla mia bevanda mescolo il pianto;
10 Εξ αιτιας της οργης σου και της αγανακτησεως σου? διοτι σηκωσας με ερριψας κατω.
11 per il tuo sdegno e la tua collerami hai sollevato e scagliato lontano.
11 Αι ημεραι μου παρερχονται ως σκια, και εγω εξηρανθην ως χορτος.
12 I miei giorni declinano come ombrae io come erba inaridisco.
12 Συ δε, Κυριε, εις τον αιωνα διαμενεις, και το μνημοσυνον σου εις γενεαν και γενεαν.
13 Ma tu, Signore, rimani in eterno,il tuo ricordo di generazione in generazione.
13 Συ θελεις σηκωθη, θελεις σπλαγχνισθη την Σιων? διοτι ειναι καιρος να ελεησης αυτην, διοτι ο διωρισμενος καιρος εφθασεν.
14 Ti alzerai e avrai compassione di Sion:è tempo di averne pietà, l’ora è venuta!
14 Επειδη οι δουλοι σου αρεσκονται εις τους λιθους αυτης και σπλαγχνιζονται το χωμα αυτης.
15 Poiché ai tuoi servi sono care le sue pietree li muove a pietà la sua polvere.
15 Τοτε τα εθνη θελουσι φοβηθη το ονομα του Κυριου, και παντες οι βασιλεις της γης την δοξαν σου.
16 Le genti temeranno il nome del Signoree tutti i re della terra la tua gloria,
16 Οταν ο Κυριος οικοδομηση την Σιων θελει φανη εν τη δοξα αυτου.
17 quando il Signore avrà ricostruito Sione sarà apparso in tutto il suo splendore.
17 Θελει επιβλεψει επι την προσευχην των εγκαταλελειμμενων και δεν θελει καταφρονησει την δεησιν αυτων.
18 Egli si volge alla preghiera dei derelitti,non disprezza la loro preghiera.
18 Τουτο θελει γραφθη δια την γενεαν την επερχομενην? και ο λαος, οστις θελει δημιουργηθη, θελει αινει τον Κυριον.
19 Questo si scriva per la generazione futurae un popolo, da lui creato, darà lode al Signore:
19 Διοτι εκυψεν εκ του υψους του αγιαστηριου αυτου, εξ ουρανου επεβλεψεν ο Κυριος επι την γην,
20 «Il Signore si è affacciato dall’alto del suo santuario,dal cielo ha guardato la terra,
20 δια να ακουση τον στεναγμον των δεσμιων, δια να λυση τους καταδεδικασμενους εις θανατον?
21 per ascoltare il sospiro del prigioniero,per liberare i condannati a morte,
21 δια να κηρυττωσιν εν Σιων το ονομα του Κυριου και την αινεσιν αυτου εν Ιερουσαλημ,
22 perché si proclami in Sion il nome del Signoree la sua lode in Gerusalemme,
22 οταν συναχθωσιν ομου οι λαοι και αι βασιλειαι, δια να δουλευσωσι τον Κυριον.
23 quando si raduneranno insieme i popolie i regni per servire il Signore».
23 Ηδυνατισεν εν τη οδω την ισχυν μου? συνετεμε τας ημερας μου.
24 Lungo il cammino mi ha tolto le forze,ha abbreviato i miei giorni.
24 Εγω ειπα, μη με αρπασης, Θεε μου, εν τω ημισει των ημερων μου? τα ετη σου ειναι εις γενεας γενεων.
25 Io dico: mio Dio, non rapirmi a metà dei miei giorni;i tuoi anni durano di generazione in generazione.
25 Κατ' αρχας συ, Κυριε, την γην εθεμελιωσας, και εργα των χειρων σου ειναι οι ουρανοι.
26 In principio tu hai fondato la terra,i cieli sono opera delle tue mani.
26 Αυτοι θελουσιν απολεσθη, συ δε διαμενεις? και παντες ως ιματιον θελουσι παλαιωθη? ως περιενδυμα θελεις τυλιξει αυτους, και θελουσιν αλλαχθη?
27 Essi periranno, tu rimani;si logorano tutti come un vestito,come un abito tu li muterai ed essi svaniranno.
27 συ ομως εισαι ο αυτος, και τα ετη σου δεν θελουσιν εκλειψει.
28 Ma tu sei sempre lo stessoe i tuoi anni non hanno fine.
28 Οι υιοι των δουλων σου θελουσι κατοικει, και το σπερμα αυτων θελει διαμενει ενωπιον σου.
29 I figli dei tuoi servi avranno una dimora,la loro stirpe vivrà sicura alla tua presenza.