Scrutatio

Domenica, 28 aprile 2024 - San Luigi Maria Grignion da Montfort ( Letture di oggi)

Salmi 31


font
NOVA VULGATAGREEK BIBLE
1 Magistro chori. Psalmus. David.
1 Εις τον πρωτον μουσικον. Ψαλμος του Δαβιδ.>> Επι σε, Κυριε, ηλπισα ας μη καταισχυνθω εις τον αιωνα? εν τη δικαιοσυνη σου σωσον με.
2 In te, Domine, speravi, non confundar in aeternum;
in iustitia tua libera me.
2 Κλινον εις εμε το ωτιον σου? ταχυνον να με ελευθερωσης? γενου εις εμε ισχυρος βραχος? οικος καταφυγης, δια να με σωσης.
3 Inclina ad me aurem tuam,
accelera, ut eruas me.
Esto mihi in rupem praesidii
et in domum munitam, ut salvum me facias.
3 Διοτι πετρα μου και φρουριον μου εισαι? και ενεκεν του ονοματος σου οδηγησον με και διαθρεψον με.
4 Quoniam fortitudo mea et refugium meum es tu
et propter nomen tuum deduces me et pasces me.
4 Εκβαλε με εκ της παγιδος, την οποιαν εκρυψαν δι' εμε? διοτι εισαι η δυναμις μου.
5 Educes me de laqueo, quem absconderunt mihi,
quoniam tu es fortitudo mea.
5 Εις τας χειρας σου παραδιδω το πνευμα μου? συ με ελυτρωσας, Κυριε ο Θεος της αληθειας.
6 In manus tuas commendo spiritum meum;
redemisti me, Domine, Deus veritatis.
6 Εμισησα τους προσεχοντας εις τας ματαιοτητας του ψευδους? εγω δε επι τον Κυριον ελπιζω.
7 Odisti observantes vanitates supervacuas,
ego autem in Domino speravi.
7 Θελω αγαλλεσθαι και ευφραινεσθαι εις το ελεος σου? διοτι ειδες την θλιψιν μου, εγνωρισας την ψυχην μου εν στενοχωριαις,
8 Exsultabo et laetabor in misericordia tua,
quoniam respexisti humilitatem meam;
agnovisti necessitates animae meae
8 και δεν με συνεκλεισας εις την χειρα του εχθρου? εστησας εν ευρυχωρια τους ποδας μου.
9 nec conclusisti me in manibus inimici;
statuisti in loco spatioso pedes meos.
9 Ελεησον με, Κυριε, διοτι ειμαι εν θλιψει? εμαρανθη απο της λυπης ο οφθαλμος μου, η ψυχη μου και η κοιλια μου.
10 Miserere mei, Domine, quoniam tribulor;
conturbatus est in maerore oculus meus,
anima mea et venter meus.
10 Διοτι εξελιπεν εν οδυνη η ζωη μου και τα ετη μου εν στεναγμοις? ησθενησεν απο ταλαιπωριας μου η δυναμις μου, και τα οστα μου κατεφθαρησαν.
11 Quoniam defecit in dolore vita mea,
et anni mei in gemitibus;
infirmata est in paupertate virtus mea,
et ossa mea contabuerunt.
11 Εις παντας τους εχθρους μου εγεινα ονειδος και εις τους γειτονας μου σφοδρα, και φοβος εις τους γνωστους μου? οι βλεποντες με εξω εφευγον απ' εμου.
12 Apud omnes inimicos meos factus sum opprobrium
et vicinis meis valde et timor notis meis:
qui videbant me foras, fugiebant a me.
12 Ελησμονηθην απο της καρδιας ως νεκρος? εγεινα ως σκευος συντετριμμενον.
13 Oblivioni a corde datus sum tamquam mortuus;
factus sum tamquam vas perditum.
13 Διοτι ηκουσα τον ονειδισμον πολλων? φοβος ητο πανταχοθεν? οτε συνεβουλευθησαν κατ' εμου? εμηχανευθησαν να αφαιρεσωσι την ζωην μου.
14 Quoniam audivi vituperationem multorum: horror in circuitu;
in eo dum convenirent simul adversum me,
auferre animam meam consiliati sunt.
14 Αλλ' εγω επι σε, Κυριε, ηλπισα? ειπα, συ εισαι ο Θεος μου.
15 Ego autem in te speravi, Domine;
dixi: “ Deus meus es tu,
15 Εις τας χειρας σου ειναι οι καιροι μου? λυτρωσον με εκ χειρος των εχθρων μου και εκ των καταδιωκοντων με.
16 in manibus tuis sortes meae ”.
Eripe me de manu inimicorum meorum
et a persequentibus me;
16 Επιφανον το προσωπον σου επι τον δουλον σου? σωσον με εν τω ελεει σου.
17 illustra faciem tuam super servum tuum,
salvum me fac in misericordia tua.
17 Κυριε, ας μη καταισχυνθω, διοτι σε επεκαλεσθην? ας καταισχυνθωσιν οι ασεβεις, ας σιωπησωσιν εν τω αδη.
18 Domine, non confundar, quoniam invocavi te;
erubescant impii et obmutescant in inferno.
18 Αλαλα ας γεινωσι τα χειλη τα δολια, τα λαλουντα σκληρως κατα του δικαιου εν υπερηφανια και καταφρονησει.
19 Muta fiant labia dolosa,
quae loquuntur adversus iustum proterva
in superbia et in abusione.
19 Ποσον μεγαλη ειναι η αγαθοτης σου, την οποιαν εφυλαξας εις τους φοβουμενους σε και ενηργησας εις τους ελπιζοντας επι σε εμπροσθεν των υιων των ανθρωπων.
20 Quam magna multitudo dulcedinis tuae, Domine,
quam abscondisti timentibus te.
Perfecisti eis, qui sperant in te,
in conspectu filiorum hominum.
20 Θελεις κρυψει αυτους εν αποκρυφω του προσωπου σου απο της αλαζονειας των ανθρωπων? θελεις κρυψει αυτους εν σκηνη απο της αντιλογιας των γλωσσων.
21 Abscondes eos in abscondito faciei tuae
a conturbatione hominum;
proteges eos in tabernaculo
a contradictione linguarum.
21 Ευλογητος ο Κυριος, διοτι εθαυμαστωσε το ελεος αυτου προς εμε εν πολει οχυρα.
22 Benedictus Dominus,
quoniam mirificavit misericordiam suam mihi in civitate munita.
22 Εγω δε ειπα εν τη εκπληξει μου, Απερριφθην απ' εμπροσθεν των οφθαλμων σου? πλην συ ηκουσας της φωνης των δεησεων μου, οτε εβοησα προς σε.
23 Ego autem dixi in trepidatione mea:
“ Praecisus sum a conspectu oculorum tuorum ”.
Verumtamen exaudisti vocem orationis meae,
dum clamarem ad te.
23 Αγαπησατε τον Κυριον, παντες οι οσιοι αυτου? ο Κυριος φυλαττει τους πιστους, και ανταποδιδει περισσως εις τους πραττοντας την υπερηφανιαν.
24 Diligite Dominum, omnes sancti eius:
fideles conservat Dominus
et retribuit abundanter facientibus superbiam.
24 Ανδριζεσθε, και ας κραταιωθη η καρδια σας, παντες οι ελπιζοντες επι Κυριον.
25 Viriliter agite, et confortetur cor vestrum,
omnes, qui speratis in Domino.