Scrutatio

Lunedi, 29 aprile 2024 - Santa Caterina da Siena ( Letture di oggi)

Giobbe 31


font
BIBBIA MARTINIGREEK BIBLE
1 Feci patto cogli occhi miei di non pensar neppure a una vergine.1 Εκαμον συνθηκην μετα των οφθαλμων μου? και πως να εχω τον στοχασμον μου επι παρθενον;
2 Perocché qual communicazione avrebbe con me di lassù Iddio, e come avrebbe possesso di me l'Onnipotente dall'alto?2 και τι το μεριδιον παρα Θεου ανωθεν; και η κληρονομια του Παντοδυναμου εκ των υψηλων;
3 Non è ella stabilita pe' malvagi la perdizione, e la diseredazione per quelli, che commettono l'iniquità?3 Ουχι αφανισμος δια τον ασεβη; και ταλαιπωρια δια τους εργατας της ανομιας;
4 Non istà egli attento a tutti i miei andamenti, e non conta egli tutti i miei passi?4 δεν βλεπει αυτος τας οδους μου και απαριθμει παντα τα βηματα μου;
5 Se io amai la menzogna, e se i miei piedi corsero a tessere degli inganni.5 Εαν περιεπατησα με ψευδος, η ο πους μου εσπευσεν εις δολον,
6 Mi pesi Dio sulla sua giusta bilancia, e conosca la mia schiettezza.6 ας με ζυγιση δια της σταθμης της δικαιοσυνης και ας γνωριση ο Θεος την ακεραιοτητα μου?
7 Se torsero dalla retta via i miei passi, e se dietro a' miei occhi se n'andò il mio cuore, e macchia si attaccò alle mie mani,7 αν το βημα μου εξετραπη απο της οδου και η καρδια μου επηκολουθησε τους οφθαλμους μου, και αν κηλις προσεκολληθη εις τας χειρας μου?
8 Semini io, e un altro si mangi il frutto, e sia sradicata la mia progenie.8 να σπειρω, και αλλος να φαγη? και να εκριζωθωσιν οι εκγονοι μου.
9 Se fu sedotto il mio cuore per amore di donna, e se insidiai alla porta del mio amico,9 Αν η καρδια μου ηπατηθη υπο γυναικος, η παρεμονευσα εις την θυραν του πλησιον μου,
10 Sia svituperata da un altro la mia consorte, e serva alla libidine altrui.10 η γυνη μου να αλεση δι' αλλον, και αλλοι να πεσωσιν επ' αυτην.
11 Perocché questa è scelleraggine orrenda, e grandissima iniquità.11 Διοτι μιαρον ανομημα τουτο και αμαρτημα καταδικον?
12 Ella è fuoco che brugerà sino all'esterminio, e che tutti estirpa i rampolli.12 διοτι ειναι πυρ κατατρωγον μεχρις αφανισμου, και ηθελεν εκριζωσει παντα τα γεννηματα μου.
13 Se io sdegnai di venire a discussione col mio servo, e cuna mia serva, quando si querelavan di me;13 Αν κατεφρονησα την κρισιν του δουλου μου η της δουλης μου, οτε διεφεροντο προς εμε,
14 Perocché come fare' io allorché il Signore si alzerà a far giudizio? e quando mi interrogherà, che potre'io rispondergli?14 τι θελω καμει τοτε, οταν εγερθη ο Θεος; και οταν επισκεφθη, τι θελω αποκριθη προς αυτον;
15 Non fece egli me chi fece anche lui; e forse quell'uno non ci formò nel sen della madre?15 Ο ποιησας εμε εν τη κοιλια, δεν εποιησε και εκεινον; και δεν εμορφωσεν ημας ο αυτος εν τη μητρα;
16 Se negai a' poveri quello che domandavano, e se delusi l'espettazione della vedova.16 Αν ηρνηθην την επιθυμιαν των πτωχων, η εμαρανα τους οφθαλμους της χηρας,
17 Se il mio pane mangiai da me solo, e non ne feci parte al pupillo:17 η εφαγον μονος τον αρτον μου, και ο ορφανος δεν εφαγεν εξ αυτου?
18 Perocché dall'infanzia meco crebbe la misericordia, e meco uscì dal sen, di mia madre.18 διοτι ο μεν εκ νεοτητος μου ετρεφετο μετ' εμου, ως μετα πατρος, την δε εκ κοιλιας της μητρος μου ωδηγησα?
19 Se disprezzai colui, che periva, perché non avea da coprirsi, e il povero, ch'era ignudo.19 αν ειδον τινα απολλυμενον δι' ελλειψιν ενδυματος η πτωχον χωρις σκεπασματος,
20 Se neo mi han date benedizioni i suoi fianchi, e se egli non fu riscaldato dalla lana delle mie pecore:20 αν οι νεφροι αυτου δεν με ευλογησαν και δεν εθερμανθη με το μαλλιον των προβατων μου,
21 Se la mano alzai contro il pupillo, anche quando mi vedea superiore alla porta;21 αν εσηκωσα την χειρα μου κατα του ορφανου, βλεπων οτι υπερισχυον εν τη πυλη,
22 Si stacchi il mio omero dalla sua giuntura, e il mio braccio si spezzi colle sue ossa.22 να πεση ο βραχιων μου εκ του ωμου, και η χειρ μου να συντριφθη εκ του αγκωνος.
23 Perocché temei sempre Dio, come una piena di acque sospesa sopra di me, e la maestà di lui non poteva io sostenere.23 Διοτι ο παρα του Θεου ολεθρος ητο εις εμε φρικη και δια την μεγαλειοτητα αυτου δεν ηθελον δυνηθη να ανθεξω.
24 Se il poter mio credetti che consistesse nell'oro, e se all'oro fino io dissi: Confido in te.24 Αν εθεσα εις το χρυσιον την ελπιδα μου, η ειπα προς το καθαρον χρυσιον, Συ εισαι το θαρρος μου,
25 Se mia consolazione riposi nelle mie molte ricchezze, e ne' molti acquisti fatti colle mie mani.25 αν ευφρανθην διοτι ο πλουτος μου ητο μεγας και διοτι η χειρ μου ευρηκεν αφθονιαν,
26 Se al sole alzai gli occhi quando vibrava splendori, e alla luna quand'era più chiara:26 αν εθεωρουν τον ηλιον αναλαμποντα η την σεληνην περιπατουσαν εν τη λαμπροτητι αυτης,
27 E si rallegrò segretamente il cuor mio, e la mia mano portai alla bocca per baciarla:27 και η καρδια μου εθελχθη κρυφιως, η με το στομα μου εφιλησα την χειρα μου,
28 Lo che è delitto grandissimo, ed è un rinnegare l'altissimo Iddio.28 και τουτο ηθελεν εισθαι ανομημα καταδικον? διοτι ηθελον αρνηθη τον Θεον τον Υψιστον.
29 Se mi rallegrai della rovina di chi mi odiava, e festeggiai pel male, in cui era caduto.29 Αν εχαρην εις τον αφανισμον του μισουντος με, η επεχαρην οτε ευρηκεν αυτον κακον?
30 Perocché non permisi che la mia lingua peccasse col mandare imprecazioni contro la vita di lui.30 διοτι ουδε αφηκα το στομα μου να αμαρτηση, ευχομενος καταραν εις την ψυχην αυτου?
31 Se la gente della mia casa non dicevano: Chi ci darà, a mangiare dello sue carni?31 αν οι ανθρωποι της σκηνης μου δεν ειπον, τις θελει δειξει ανθρωπον μη χορτασθεντα απο των κρεατων αυτου;
32 Non istette il pellegrino allo scoperto; la mia porta fu aperta al passaggero.32 Ο ξενος δεν διενυκτερευεν εξω? ηνοιγον την θυραν μου εις τον οδοιπορον?
33 Se, qual suole l'uomo; io ascosi il mio peccato, e celai nel mio seno l'iniquità:33 αν εσκεπασα την παραβασιν μου ως ο Αδαμ, κρυπτων την ανομιαν μου εν τω κολπω μου?
34 Se la gran turba m'intimidì, e se mi spaventò il disprezzo dei parenti, e se non piuttosto mi tacqui, e non uscii di mia casa.34 διοτι μηπως εφοβουμην μεγα πληθος, η με ετρομαζεν η καταφρονησις των οικογενειων, ωστε να σιωπησω και να μη εκβω εκ της θυρας;
35 Chi mi darà uno che mi ascolti, e che i miei desiderj esaudisca l'Onnipotente, e colui che giudica scriva egli il libello;35 Ω να ητο τις να με ηκουεν. Ιδου, η επιθυμια μου ειναι να απεκρινετο ο Παντοδυναμος εις εμε, και ο αντιδικος μου να εγραφε βιβλιον.
36 Affinchè sull'omero mio io lo porti, e me l'avvolga alla testa qual diadema?36 Βεβαιως ηθελον βαστασει αυτο επι του ωμου μου, ηθελον περιδεσει αυτο στεφανον επ' εμε?
37 Lo reciterei a parte a parte, e lo presenterei a lui, come a mio principe.37 ηθελον φανερωσει προς αυτον τον αριθμον των βηματων μου? ως αρχων ηθελον πλησιασει εις αυτον.
38 Se la mia terra grida contro di me, e se con lei piangono i solchi:38 Αν ο αγρος μου καταβοα εναντιον μου και κλαιωσιν ομου οι αυλακες αυτου,
39 Se senza pagarne il prezzo ho io mangiati i suoi frutti, e afflissi l'anima di quelli, che la coltivano:39 αν εφαγον τον καρπον αυτον χωρις μισθον, η εκαμον να εκβη η ψυχη των γεωργων αυτου,
40 Nascano per me triboli in vece di grano, e spine in cambio di orzo.40 Ας φυτρωσωσι τριβολοι αντι σιτου και ζιζανια αντι κριθης. Ετελειωσαν οι λογοι του Ιωβ.