Scrutatio

Martedi, 7 maggio 2024 - Santa Flavia ( Letture di oggi)

Giobbe 39


font
BIBBIA RICCIOTTIGREEK BIBLE
1 - Sai forse tu il tempo in cui figliano le stambecche fra le rupi, ovvero hai tu osservato le cerve quando partoriscono?1 Γνωριζεις τον καιρον του τοκετου των αγριων αιγων του βραχου; δυνασαι να σημειωσης ποτε γεννωσιν αι ελαφοι;
2 Conti tu i mesi di loro gravidanza, e conosci tu il tempo del loro parto?2 Δυνασαι να αριθμησης τους μηνας τους οποιους πληρουσιν; η γνωριζεις τον καιρον του τοκετου αυτων;
3 S'accosciano esse sul feto per partorire, ed emettono gemiti:3 Αυται συγκαμπτονται, γεννωσι τα παιδια αυτων, ελευθερονονται απο των ωδινων αυτων.
4 si separano da esse i loro nati e vanno alla pastura, s'allontanano nè ad esse ritornano.4 Τα τεκνα αυτων ενδυναμουνται, αυξανουσιν εν τη πεδιαδι? εξερχονται και δεν επιστρεφουσι πλεον εις αυτας.
5 Chi ha mandato libero l'onagro, e i suoi legami chi li ha sciolti?5 Τις εξαπεστειλεν ελευθερον τον αγριον ονον; η τις ελυσε τους δεσμους αυτου;
6 Ad esso io diedi il deserto quale casae qual sua dimora la terra di salsuggine.6 του οποιου οικιαν εκαμον την ερημον, και την αλμυριδα κατοικιαν αυτου.
7 Disprezza egli il tumulto della città, e urla di mandriano non ascolta;7 Καταγελα του θορυβου της πολεως? δεν ακουει την κραυγην του εργοδιωκτου.
8 visita torno torno i monti del suo pascolo, e ogni verde zolla egli ricerca.8 Κατασκοπευει τα ορη δια βοσκην αυτου, και υπαγει ζητων κατοπιν παντος ειδους χλοης.
9 Vorrà forse servirti il rinoceronte, ovvero starsene alla tua mangiatoia?9 Θελει ευχαριστηθη ο μονοκερως να σε δουλευη, η θελει διανυκτερευσει εν τη φατνη σου;
10 Legherai tu forse il rinoceronte col tuo giogo all'aratro, ovvero erpicherà esso le zolle delle valli dietro a te?10 Δυνασαι να δεσης τον μονοκερων με τον δεσμον αυτου προς αροτριασιν; η θελει ομαλιζει τας πεδιαδας οπισω σου;
11 Faresti forse assegnamento sulla grande sua forza, e affideresti a lui i tuoi proventi [agricoli]?11 Θελεις βαλει το θαρρος σου εις αυτον, διοτι η δυναμις αυτου ειναι μεγαλη; η θελεις αφησει την εργασιαν σου επ' αυτον;
12 Spereresti forse ch'esso [trebbiando] ti renda la tua sementa, radunandola sulla tua aia?12 Θελεις εμπιστευθη εις αυτον να σοι φερη τον σπορον σου και να συναξη αυτον εν τω αλωνιω σου;
13 La penna dello struzzo è forse simile alle penne della cicogna e dello sparviere?13 Εδωκας συ τας ωραιας πτερυγας εις τους ταωνας; η πτερυγας και πτερα εις την στρουθοκαμηλον;
14 Quando esso abbandona le sue uova in terra, le scaldi forse tu nella polvere?14 ητις αφινει τα ωα αυτης εις την γην και θαλπει αυτα επι του χωματος,
15 Esso si scorda che un piede le può calpestare, e le fiere del campo le schiacciano.15 και λησμονει οτι ο πους ενδεχεται να συντριψη αυτα, η το θηριον του αγρου να καταπατηση αυτα?
16 È crudele verso i suoi figli, come non fossero suoi, sperde le sue fatiche senza che vi sia alcuna minaccia.16 σκληρυνεται κατα των τεκνων αυτης, ως να μη ησαν αυτης? ματαιως εκοπιασε, μη φοβουμενη?
17 Dio infatti l'ha privato di sapienza, nè gli ha impartito intelligenza;17 διοτι ο Θεος εστερησεν αυτην απο σοφιας και δεν εμοιρασεν εις αυτην συνεσιν?
18 tuttavia, quando è tempo, stende in alto le ali, si burla del cavallo e del suo cavaliere.18 οσακις σηκονεται ορθιος, καταγελα του ιππου και του αναβατου αυτου.
19 Dai forse al cavallo vigoria, o nel suo collo immetti tu il nitrito?19 Συ εδωκας δυναμιν εις τον ιππον; περιενεδυσας τον τραχηλον αυτου με βροντην;
20 Lo fai forse saltare come una cavalletta, nella magnificenza del suo sbuffare terribile?20 συ καμνεις αυτον να πηδα ως ακρις; το γαυριαμα των μυκτηρων αυτου ειναι τρομερον?
21 L'unghia sua scava la terra, ed esulta, con violenza scagliasi incontro agli armati;21 ανασκαπτει εν τη κοιλαδι και αγαλλεται εις την δυναμιν αυτου? εξερχεται εις απαντησιν των οπλων?
22 disprezza esso il timore, non la cede di fronte alla spada.22 καταγελα του φοβου και δεν τρομαζει? ουδε στρεφει απο προσωπου ρομφαιας?
23 Addosso a lui tintinna la faretra, vibrano la lancia e lo scudo.23 η φαρετρα κροταλιζει κατ' αυτου, η εξαστραπτουσα λογχη και το δορυ.
24 Spumante e fremente divora la terra, nè si tien fermo allo squillar di tromba.24 Καταπινει την γην εν αγριοτητι και μανια? και δεν πιστευει οτι ηχει σαλπιγξ?
25 Udendo la tromba esclama: - Ih! Ih! -fiuta da lungi la battagliale grida dei condottieri e il clamor dell'esercito.25 αμα δε τη φωνη της σαλπιγγος, λεγει, Α, α και μακροθεν οσφραινεται την μαχην, την κραυγην των στρατηγων και τον αλαλαγμον.
26 Forse per tua bravura si veste di piume lo sparviere, ed espande l'ali sue verso il mezzogiorno?26 Δια της σοφιας σου πετα ο ιεραξ και απλονει τας πτερυγας αυτου προς νοτον;
27 Forse per tuo comando si leva in alto l'aquila, e in luoghi eccelsi pone il suo nido?27 Εις την προσταγην σου ανυψουται ο αετος και καμνει την φωλεαν αυτου εν τοις υψηλοις;
28 Sulle rupi essa abita, e dimorasu scoscese rocce e inaccessibili gioghi:28 Κατοικει επι βραχου και διατριβει, επι αποτομου βραχου και επι αβατων τοπων?
29 di là essa scruta la preda, da lungi i suoi occhi esplorano.29 εκειθεν αναζητει τροφην? οι οφθαλμοι αυτου σκοπευουσι μακροθεν?
30 I suoi piccoli lambiscono sangue, e ovunque sia un cadavere, subito essa ritrovasi.»30 και οι νεοσσοι αυτου αιμα πινουσι? και οπου πτωματα, εκει και αυτος.
31 E soggiungendo il Signore, disse a Giobbe:
32 «Chi vuol contendere con Dio, s'acquieta forse così facilmente? eppur chi fa riprensioni a Dio, gli deve rispondere.»
33 Rispose allora Giobbe al Signore e disse:
34 «Ho parlato con leggerezza; che cosa potrei io rispondere? la mia mano sulla mia bocca io pongo.
35 Ho parlato una prima volta, e vorrei non aver parlato: e poi una seconda, ma non replicherò più.»