Scrutatio

Domenica, 28 aprile 2024 - San Luigi Maria Grignion da Montfort ( Letture di oggi)

Psalmi 68


font
VULGATAGREEK BIBLE
1 In finem, pro iis qui commutabuntur. David.1 Εις τον πρωτον μουσικον. Ψαλμος ωδης του Δαβιδ.>> Ας εγερθη ο Θεος, και ας διασκορπισθωσιν οι εχθροι αυτου? και ας φυγωσιν απ' εμπροσθεν αυτου οι μισουντες αυτον.
2 Salvum me fac, Deus,
quoniam intraverunt aquæ usque ad animam meam.
2 Καθως αφανιζεται ο καπνος, ουτως αφανισον αυτους? καθως διαλυεται ο κηρος εμπροσθεν του πυρος, ουτως ας απολεσθωσιν οι ασεβεις απο προσωπου του Θεου.
3 Infixus sum in limo profundi et non est substantia.
Veni in altitudinem maris, et tempestas demersit me.
3 Οι δε δικαιοι ας ευφραινωνται? ας αγαλλωνται ενωπιον του Θεου? και ας τερπωνται εν ευφροσυνη.
4 Laboravi clamans, raucæ factæ sunt fauces meæ ;
defecerunt oculi mei, dum spero in Deum meum.
4 Ψαλλετε εις τον Θεον? ψαλμωδειτε εις το ονομα αυτου? ετοιμασατε τας οδους εις τον επιβαινοντα επι των ερημων? Κυριος ειναι το ονομα αυτου? και αγαλλεσθε ενωπιον αυτου.
5 Multiplicati sunt super capillos capitis mei
qui oderunt me gratis.
Confortati sunt qui persecuti sunt me
inimici mei injuste ;
quæ non rapui, tunc exsolvebam.
5 Πατηρ των ορφανων και κριτης των χηρων, ειναι ο Θεος εν τω αγιω αυτου τοπω.
6 Deus, tu scis insipientiam meam ;
et delicta mea a te non sunt abscondita.
6 Ο Θεος κατοικιζει εις οικογενειαν τους μεμονωμενους? εξαγει τους δεσμιους εις αφθονιαν? οι δε αποσταται κατοικουσιν εν γη ανυδρω.
7 Non erubescant in me qui exspectant te, Domine, Domine virtutum ;
non confundantur super me qui quærunt te, Deus Israël.
7 Θεε, οτε εξηλθες εμπροσθεν του λαου σου, οτε περιεπατεις δια της ερημου? Διαψαλμα?
8 Quoniam propter te sustinui opprobrium ;
operuit confusio faciem meam.
8 η γη εσεισθη, και αυτοι οι ουρανοι εσταξαν απο προσωπου του Θεου? το Σινα αυτο εσεισθη απο προσωπου του Θεου, του Θεου του Ισραηλ.
9 Extraneus factus sum fratribus meis,
et peregrinus filiis matris meæ.
9 Θεε, επεμψας βροχην αφθονον εις την κληρονομιαν σου, και εν τη αδυναμια αυτης συ ανεζωοποιησας αυτην.
10 Quoniam zelus domus tuæ comedit me,
et opprobria exprobrantium tibi ceciderunt super me.
10 Η συναγωγη σου κατωκησεν εν αυτη? Θεε, εκαμες ετοιμασιαν εις τον πτωχον δια την αγαθοτητα σου.
11 Et operui in jejunio animam meam,
et factum est in opprobrium mihi.
11 Ο Κυριος εδωκε λογον? οι ευαγγελιζομενοι ησαν στρατευμα μεγα.
12 Et posui vestimentum meum cilicium ;
et factus sum illis in parabolam.
12 Βασιλεις στρατευματων φευγοντες εφυγον, και αι διαμενουσαι εν τη οικια εμοιραζον τα λαφυρα.
13 Adversum me loquebantur qui sedebant in porta,
et in me psallebant qui bibebant vinum.
13 Και αν εκοιτεσθε εν μεσω εστιας, ομως θελετε εισθαι ως πτερυγες περιστερας περιηργυρωμενης, και της οποιας τα πτερα ειναι περικεχρυσωμενα απο κιτρινου χρυσιου.
14 Ego vero orationem meam ad te, Domine ;
tempus beneplaciti, Deus.
In multitudine misericordiæ tuæ,
exaudi me in veritate salutis tuæ.
14 Οτε ο Παντοδυναμος διεσκορπιζε βασιλεις εν αυτη, εγεινε λευκη ως η χιων εν Σαλμων.
15 Eripe me de luto, ut non infigar ;
libera me ab iis qui oderunt me, et de profundis aquarum.
15 Το ορος του Θεου ειναι ως το ορος της Βασαν? ορος υψηλον ως το ορος της Βασαν.
16 Non me demergat tempestas aquæ,
neque absorbeat me profundum,
neque urgeat super me puteus os suum.
16 Δια τι ζηλοτυπειτε, ορη υψηλα; τουτο ειναι το ορος, εν ω ευδοκησεν ο Θεος να κατοικη? ο Κυριος, ναι, εν αυτω θελει κατοικει εις τον αιωνα.
17 Exaudi me, Domine, quoniam benigna est misericordia tua ;
secundum multitudinem miserationum tuarum respice in me.
17 Αι αμαξαι του Θεου ειναι δισμυριαι χιλιαδες χιλιαδων? ο Κυριος ειναι μεταξυ αυτων ως εν Σινα, εν τω αγιω τοπω.
18 Et ne avertas faciem tuam a puero tuo ;
quoniam tribulor, velociter exaudi me.
18 Ανεβης εις υψος? ηχμαλωτισας αιχμαλωσιαν? ελαβες χαρισματα δια τους ανθρωπους? ετι δε και δια τους απειθεις, δια να κατοικης μεταξυ αυτων, Κυριε Θεε.
19 Intende animæ meæ, et libera eam ;
propter inimicos meos, eripe me.
19 Ευλογητος Κυριος, οστις καθ' ημεραν επιφορτιζεις ημας αγαθα? ο Θεος της σωτηριας ημων. Διαψαλμα.
20 Tu scis improperium meum, et confusionem meam, et reverentiam meam ;
20 Ο Θεος ημων ειναι Θεος σωτηριας? και Κυριου του Θεου ειναι η λυτρωσις απο του θανατου.
21 in conspectu tuo sunt omnes qui tribulant me.
Improperium exspectavit cor meum et miseriam :
et sustinui qui simul contristaretur, et non fuit ;
et qui consolaretur, et non inveni.
21 Ο Θεος εξαπαντος θελει συντριψει την κεφαλην των εχθρων αυτου? και την τετριχωμενην κορυφην του περιπατουντος εν ταις ανομιαις αυτου.
22 Et dederunt in escam meam fel,
et in siti mea potaverunt me aceto.
22 Ο Κυριος ειπε, Θελω επαναφερει εκ Βασαν, θελω επαναφερει τον λαον μου εκ των βαθεων της θαλασσης?
23 Fiat mensa eorum coram ipsis in laqueum,
et in retributiones, et in scandalum.
23 δια να βαφη ο πους σου εν τω αιματι των εχθρων σου και η γλωσσα των κυνων σου εξ αυτου.
24 Obscurentur oculi eorum, ne videant,
et dorsum eorum semper incurva.
24 Εθεωρηθησαν τα βηματα σου, Θεε? τα βηματα του Θεου μου, του βασιλεως μου, εν τω αγιαστηριω.
25 Effunde super eos iram tuam,
et furor iræ tuæ comprehendat eos.
25 Προεπορευοντο οι ψαλται? κατοπιν οι παιζοντες οργανα, εν τω μεσω νεανιδες τυμπανιστριαι.
26 Fiat habitatio eorum deserta,
et in tabernaculis eorum non sit qui inhabitet.
26 Εν εκκλησιαις ευλογειτε τον Θεον? ευλογειτε τον Κυριον, οι εκ της πηγης του Ισραηλ.
27 Quoniam quem tu percussisti persecuti sunt,
et super dolorem vulnerum meorum addiderunt.
27 Εκει ητο ο μικρος Βενιαμιν, ο αρχηγος αυτων? οι αρχοντες Ιουδα και ο λαος αυτων? οι αρχοντες Ζαβουλων και οι αρχοντες Νεφθαλι.
28 Appone iniquitatem super iniquitatem eorum,
et non intrent in justitiam tuam.
28 Διεταξεν ο Θεος σου την δυναμιν σου? στερεωσον, Θεε, τουτο, το οποιον ενηργησας εις ημας.
29 Deleantur de libro viventium,
et cum justis non scribantur.
29 Δια τον ναον σου τον εν Ιερουσαλημ, βασιλεις θελουσι προσφερει εις σε δωρα.
30 Ego sum pauper et dolens ;
salus tua, Deus, suscepit me.
30 Επιτιμησον τα θηρια του καλαμωνος, το πληθος των ταυρων και τους μοσχους των λαων, εωσου εκαστος προσφερη υποταγην με πλακας αργυριου? διασκορπισον τους λαους τους αγαπωντας πολεμους.
31 Laudabo nomen Dei cum cantico,
et magnificabo eum in laude :
31 Θελουσιν ελθει μεγιστανες εξ Αιγυπτου? η Αιθιοπια ταχεως θελει εκτεινει τας χειρας αυτης προς τον Θεον.
32 et placebit Deo super vitulum novellum,
cornua producentem et ungulas.
32 Αι βασιλειαι της γης, ψαλλετε εις τον Θεον, ψαλμωδειτε εις τον Κυριον? Διαψαλμα?
33 Videant pauperes, et lætentur ;
quærite Deum, et vivet anima vestra :
33 εις τον επιβαινοντα επι τους ουρανους των εκπαλαι ουρανων? ιδου εκπεμπει την φωνην αυτου, φωνην κραταιαν.
34 quoniam exaudivit pauperes Dominus,
et vinctos suos non despexit.
34 Αποδοτε το κρατος εις τον Θεον? η μεγαλοπρεπεια αυτου ειναι επι τον Ισραηλ και η δυναμις αυτου επι τους ουρανους.
35 Laudent illum cæli et terra ;
mare, et omnia reptilia in eis.
35 Φοβερος εισαι, Θεε, εκ των αγιαστηριων σου? ο Θεος του Ισραηλ ειναι ο διδους κρατος και δυναμιν εις τον λαον αυτου. Ευλογητος ο Θεος.
36 Quoniam Deus salvam faciet Sion,
et ædificabuntur civitates Juda,
et inhabitabunt ibi, et hæreditate acquirent eam.
37 Et semen servorum ejus possidebit eam ;
et qui diligunt nomen ejus habitabunt in ea.