Scrutatio

Sabato, 27 aprile 2024 - Santa Zita ( Letture di oggi)

Giobbe 15


font
NOVA VULGATAGREEK BIBLE
1 Respondens autem Eliphaz Themanites dixit:
1 Τοτε απεκριθη Ελιφας ο Θαιμανιτης και ειπεν?
2 “ Numquid sapiens respondebit sapientia ventosa
et implebit vento urente stomachum suum?
2 Επρεπε σοφος να προφερη στοχασμους ματαιους και να γεμιζη την κοιλιαν αυτου απο ανατολικου ανεμου;
3 Arguens verbis, quae nihil prosunt,
et sententiis, quae nihil iuvant?
3 Επρεπε να φιλονεικη δια λογων ματαιων και ομιλιων ανωφελων;
4 Tu autem pietatem dissolvis
et detrahis meditationi coram Deo.
4 Βεβαιως συ απορριπτεις τον φοβον και αποκλειεις την δεησιν ενωπιον του Θεου.
5 Docet enim iniquitas tua os tuum,
et assumis linguam callidorum.
5 Διοτι το στομα σου αποδεικνυει την ανομιαν σου, και εξελεξας την γλωσσαν των πανουργων.
6 Condemnabit te os tuum et non ego,
et labia tua respondebunt tibi.
6 Το στομα σου σε καταδικαζει, και ουχι εγω? και τα χειλη σου καταμαρτυρουσιν εναντιον σου.
7 Numquid primus homo tu natus es
et ante colles formatus?
7 Μη πρωτος ανθρωπος εγεννηθης; η προ των βουνων επλασθης;
8 Numquid consilium Dei audisti
et tibi attrahis sapientiam?
8 Μηπως ηκουσας τας βουλας του Θεου; και εξηντλησας εις σεαυτον την σοφιαν;
9 Quid nosti, quod nos ignoremus?
Quid intellegis, quod nos nesciamus?
9 Τι εξευρεις, και δεν εξευρομεν; τι εννοεις, και δεν εννοουμεν;
10 Et senes et antiqui sunt inter nos,
multo vetustiores quam pater tuus.
10 Υπαρχουσι και μεταξυ ημων πολιοι και γεροντες, γεροντοτεροι του πατρος σου.
11 Numquid parum tibi sunt consolationes Dei?
Et verbum lene tecum factum?
11 Αι παρηγοριαι του Θεου φαινονται μικρον πραγμα εις σε; η εχεις τι αποκρυφον εν σεαυτω;
12 Quid te elevat cor tuum,
et cur attonitos habes oculos?
12 Δια τι σε αποπλανα η καρδια σου; και δια τι παραφερονται οι οφθαλμοι σου,
13 Quid vertis contra Deum spiritum tuum
et profers de ore tuo huiuscemodi sermones?
13 ωστε στρεφεις το πνευμα σου κατα του Θεου και αφινεις να εξερχωνται τοιουτοι λογοι εκ του στοματος σου;
14 Quid est homo, ut immaculatus sit,
et ut iustus appareat natus de muliere?
14 Τι ειναι ο ανθρωπος, ωστε να ηναι καθαρος; και ο γεγεννημενος εκ γυναικος, ωστε να ηναι δικαιος;
15 Ecce, sanctis suis non fidit,
et caeli non sunt mundi in conspectu eius;
15 Ιδου, εις τους αγιους αυτου δεν εμπιστευεται? και οι ουρανοι δεν ειναι καθαροι εις τους οφθαλμους αυτου?
16 quanto magis abominabilis et corruptus homo,
qui bibit quasi aquam iniquitatem.
16 ποσω μαλλον βδελυρος και ακαθαρτος ειναι ο ανθρωπος, ο πινων ανομιαν ως υδωρ;
17 Ostendam tibi, audi me;
quod vidi, narrabo tibi,
17 Εγω θελω σε διδαξει? ακουσον μου? τουτο βεβαιως ειδον και θελω φανερωσει,
18 quod sapientes confitentur,
et non celaverunt eos patres eorum:
18 το οποιον οι σοφοι ανηγγειλαν παρα των πατερων αυτων, και δεν εκρυψαν?
19 quibus solis data est terra,
et non transivit alienus per eos.
19 εις τους οποιους μονους εδοθη η γη, και ξενος δεν επερασε δια μεσου αυτων.
20 Cunctis diebus suis impius cruciatur,
et numerus annorum incertus est tyranno.
20 Ο ασεβης βασανιζεται πασας τας ημερας, και αριθμητα ετη ειναι πεφυλαγμενα δια τον τυραννον.
21 Sonitus terroris semper in auribus illius,
quasi, cum pax sit, vastator irruat in eum.
21 Ηχος φοβου ειναι εις τα ωτα αυτου? εν μεσω ειρηνης θελει επελθει επ' αυτον ο εξολοθρευτης.
22 Non credit quod reverti possit de tenebris,
cum sit destinatus gladio.
22 Δεν πιστευει οτι θελει επιστρεψει εκ του σκοτους, και περιμενει την μαχαιραν.
23 Cum se moverit ad quaerendum panem: “Ubinam?”,
novit quod paratus sit in manu eius tenebrarum dies.
23 Περιπλαναται δια αρτον, και που; εξευρει οτι η ημερα του σκοτους ειναι ετοιμη πλησιον αυτου.
24 Terrebit eum tribulatio et angustia,
vallabit eum sicut regem, qui praeparatur ad proelium.
24 Θλιψις και στενοχωρια θελουσι καταπληττει αυτον? θελουσιν υπερισχυσει κατ' αυτου, ως βασιλευς εις μαχην παρεσκευασμενος?
25 Tetendit enim adversus Deum manum suam,
et contra Omnipotentem roboratus est.
25 διοτι εξηπλωσε την χειρα αυτου κατα του Θεου και ηλαζονευθη κατα του Παντοδυναμου?
26 Cucurrit adversus eum erecto collo,
spisso scuto armatus.
26 ωρμησε κατ' αυτου με τραχηλον επηρμενον, με την πεπυκνωμενην ραχιν των ασπιδων αυτου?
27 Operuit faciem eius crassitudo,
et de lateribus eius arvina dependet.
27 διοτι εσκεπασε το προσωπον αυτου με το παχος αυτου και υπερεπαχυνε τα πλευρα αυτου?
28 Habitavit in civitatibus desolatis
et in domibus desertis, quae in tumulos sunt redactae.
28 και κατωκησεν εις πολεις ερημους, εις οικους ακατοικητους, ετοιμους δια σωρους.
29 Non ditabitur, nec perseverabit substantia eius;
nec mittet in terra radicem suam.
29 δεν θελει πλουτισθη, ουδε θελουσι διαμενει τα υπαρχοντα αυτου, ουδε θελει εκτανθη η αφθονια αυτων επι την γην.
30 Non recedet de tenebris;
ramos eius arefaciet flamma,
et auferet ventus florem eius.
30 Δεν θελει χωρισθη εκ του σκοτους? φλοξ θελει ξηρανει τους βλαστους αυτου, και με την πνοην του στοματος αυτου θελει απελθει.
31 Ne credat vanitati errore deceptus,
quia vanitas erit remuneratio eius.
31 Ας μη πιστευση εις την ματαιοτητα ο ηπατημενος, διοτι ματαιοτης θελει εισθαι η αμοιβη αυτου.
32 Antequam dies eius impleantur, abscindentur,
et ramus eius non virescet.
32 Προ του καιρου αυτου θελει φθαρη, και ο κλαδος αυτου δεν θελει πρασινισει.
33 Laedetur quasi vinea in primo flore botrus eius,
et quasi oliva proiciens florem suum.
33 Θελει αποβαλει την αωρον σταφυλην αυτου ως η αμπελος, και θελει ριψει το ανθος αυτου ως η ελαια.
34 Cangregatio enim impii sterilis,
et ignis devorabit tabernacula eorum, qui munera libenter accipiunt.
34 Διοτι η συναξις των υποκριτων θελει ερημωθη, και πυρ θελει καταφαγει τας σκηνας της δωροληψιας.
35 Concepit dolorem et peperit iniquitatem,
et venter eius praeparat dolos.
35 Συλλαμβανουσι πονηριαν και γεννωσι ματαιοτητα, και η καρδια αυτων μηχαναται δολον.