Giobbe 15
Confronta con un'altra Bibbia
Cambia Bibbia
NOVA VULGATA | GREEK BIBLE |
---|---|
1 Respondens autem Eliphaz Themanites dixit: | 1 Τοτε απεκριθη Ελιφας ο Θαιμανιτης και ειπεν? |
2 “ Numquid sapiens respondebit sapientia ventosa et implebit vento urente stomachum suum? | 2 Επρεπε σοφος να προφερη στοχασμους ματαιους και να γεμιζη την κοιλιαν αυτου απο ανατολικου ανεμου; |
3 Arguens verbis, quae nihil prosunt, et sententiis, quae nihil iuvant? | 3 Επρεπε να φιλονεικη δια λογων ματαιων και ομιλιων ανωφελων; |
4 Tu autem pietatem dissolvis et detrahis meditationi coram Deo. | 4 Βεβαιως συ απορριπτεις τον φοβον και αποκλειεις την δεησιν ενωπιον του Θεου. |
5 Docet enim iniquitas tua os tuum, et assumis linguam callidorum. | 5 Διοτι το στομα σου αποδεικνυει την ανομιαν σου, και εξελεξας την γλωσσαν των πανουργων. |
6 Condemnabit te os tuum et non ego, et labia tua respondebunt tibi. | 6 Το στομα σου σε καταδικαζει, και ουχι εγω? και τα χειλη σου καταμαρτυρουσιν εναντιον σου. |
7 Numquid primus homo tu natus es et ante colles formatus? | 7 Μη πρωτος ανθρωπος εγεννηθης; η προ των βουνων επλασθης; |
8 Numquid consilium Dei audisti et tibi attrahis sapientiam? | 8 Μηπως ηκουσας τας βουλας του Θεου; και εξηντλησας εις σεαυτον την σοφιαν; |
9 Quid nosti, quod nos ignoremus? Quid intellegis, quod nos nesciamus? | 9 Τι εξευρεις, και δεν εξευρομεν; τι εννοεις, και δεν εννοουμεν; |
10 Et senes et antiqui sunt inter nos, multo vetustiores quam pater tuus. | 10 Υπαρχουσι και μεταξυ ημων πολιοι και γεροντες, γεροντοτεροι του πατρος σου. |
11 Numquid parum tibi sunt consolationes Dei? Et verbum lene tecum factum? | 11 Αι παρηγοριαι του Θεου φαινονται μικρον πραγμα εις σε; η εχεις τι αποκρυφον εν σεαυτω; |
12 Quid te elevat cor tuum, et cur attonitos habes oculos? | 12 Δια τι σε αποπλανα η καρδια σου; και δια τι παραφερονται οι οφθαλμοι σου, |
13 Quid vertis contra Deum spiritum tuum et profers de ore tuo huiuscemodi sermones? | 13 ωστε στρεφεις το πνευμα σου κατα του Θεου και αφινεις να εξερχωνται τοιουτοι λογοι εκ του στοματος σου; |
14 Quid est homo, ut immaculatus sit, et ut iustus appareat natus de muliere? | 14 Τι ειναι ο ανθρωπος, ωστε να ηναι καθαρος; και ο γεγεννημενος εκ γυναικος, ωστε να ηναι δικαιος; |
15 Ecce, sanctis suis non fidit, et caeli non sunt mundi in conspectu eius; | 15 Ιδου, εις τους αγιους αυτου δεν εμπιστευεται? και οι ουρανοι δεν ειναι καθαροι εις τους οφθαλμους αυτου? |
16 quanto magis abominabilis et corruptus homo, qui bibit quasi aquam iniquitatem. | 16 ποσω μαλλον βδελυρος και ακαθαρτος ειναι ο ανθρωπος, ο πινων ανομιαν ως υδωρ; |
17 Ostendam tibi, audi me; quod vidi, narrabo tibi, | 17 Εγω θελω σε διδαξει? ακουσον μου? τουτο βεβαιως ειδον και θελω φανερωσει, |
18 quod sapientes confitentur, et non celaverunt eos patres eorum: | 18 το οποιον οι σοφοι ανηγγειλαν παρα των πατερων αυτων, και δεν εκρυψαν? |
19 quibus solis data est terra, et non transivit alienus per eos. | 19 εις τους οποιους μονους εδοθη η γη, και ξενος δεν επερασε δια μεσου αυτων. |
20 Cunctis diebus suis impius cruciatur, et numerus annorum incertus est tyranno. | 20 Ο ασεβης βασανιζεται πασας τας ημερας, και αριθμητα ετη ειναι πεφυλαγμενα δια τον τυραννον. |
21 Sonitus terroris semper in auribus illius, quasi, cum pax sit, vastator irruat in eum. | 21 Ηχος φοβου ειναι εις τα ωτα αυτου? εν μεσω ειρηνης θελει επελθει επ' αυτον ο εξολοθρευτης. |
22 Non credit quod reverti possit de tenebris, cum sit destinatus gladio. | 22 Δεν πιστευει οτι θελει επιστρεψει εκ του σκοτους, και περιμενει την μαχαιραν. |
23 Cum se moverit ad quaerendum panem: “Ubinam?”, novit quod paratus sit in manu eius tenebrarum dies. | 23 Περιπλαναται δια αρτον, και που; εξευρει οτι η ημερα του σκοτους ειναι ετοιμη πλησιον αυτου. |
24 Terrebit eum tribulatio et angustia, vallabit eum sicut regem, qui praeparatur ad proelium. | 24 Θλιψις και στενοχωρια θελουσι καταπληττει αυτον? θελουσιν υπερισχυσει κατ' αυτου, ως βασιλευς εις μαχην παρεσκευασμενος? |
25 Tetendit enim adversus Deum manum suam, et contra Omnipotentem roboratus est. | 25 διοτι εξηπλωσε την χειρα αυτου κατα του Θεου και ηλαζονευθη κατα του Παντοδυναμου? |
26 Cucurrit adversus eum erecto collo, spisso scuto armatus. | 26 ωρμησε κατ' αυτου με τραχηλον επηρμενον, με την πεπυκνωμενην ραχιν των ασπιδων αυτου? |
27 Operuit faciem eius crassitudo, et de lateribus eius arvina dependet. | 27 διοτι εσκεπασε το προσωπον αυτου με το παχος αυτου και υπερεπαχυνε τα πλευρα αυτου? |
28 Habitavit in civitatibus desolatis et in domibus desertis, quae in tumulos sunt redactae. | 28 και κατωκησεν εις πολεις ερημους, εις οικους ακατοικητους, ετοιμους δια σωρους. |
29 Non ditabitur, nec perseverabit substantia eius; nec mittet in terra radicem suam. | 29 δεν θελει πλουτισθη, ουδε θελουσι διαμενει τα υπαρχοντα αυτου, ουδε θελει εκτανθη η αφθονια αυτων επι την γην. |
30 Non recedet de tenebris; ramos eius arefaciet flamma, et auferet ventus florem eius. | 30 Δεν θελει χωρισθη εκ του σκοτους? φλοξ θελει ξηρανει τους βλαστους αυτου, και με την πνοην του στοματος αυτου θελει απελθει. |
31 Ne credat vanitati errore deceptus, quia vanitas erit remuneratio eius. | 31 Ας μη πιστευση εις την ματαιοτητα ο ηπατημενος, διοτι ματαιοτης θελει εισθαι η αμοιβη αυτου. |
32 Antequam dies eius impleantur, abscindentur, et ramus eius non virescet. | 32 Προ του καιρου αυτου θελει φθαρη, και ο κλαδος αυτου δεν θελει πρασινισει. |
33 Laedetur quasi vinea in primo flore botrus eius, et quasi oliva proiciens florem suum. | 33 Θελει αποβαλει την αωρον σταφυλην αυτου ως η αμπελος, και θελει ριψει το ανθος αυτου ως η ελαια. |
34 Cangregatio enim impii sterilis, et ignis devorabit tabernacula eorum, qui munera libenter accipiunt. | 34 Διοτι η συναξις των υποκριτων θελει ερημωθη, και πυρ θελει καταφαγει τας σκηνας της δωροληψιας. |
35 Concepit dolorem et peperit iniquitatem, et venter eius praeparat dolos. | 35 Συλλαμβανουσι πονηριαν και γεννωσι ματαιοτητα, και η καρδια αυτων μηχαναται δολον. |