Scrutatio

Domenica, 28 aprile 2024 - San Luigi Maria Grignion da Montfort ( Letture di oggi)

Psalmi 106


font
VULGATAGREEK BIBLE
1 Alleluja. Confitemini Domino, quoniam bonus,
quoniam in sæculum misericordia ejus.
1 Αλληλουια. Αινειτε τον Κυριον, διοτι ειναι αγαθος? διοτι το ελεος αυτου μενει εις τον αιωνα.
2 Dicant qui redempti sunt a Domino,
quos redemit de manu inimici,
et de regionibus congregavit eos,
2 Τις δυναται να κηρυξη τα κραταια εργα του Κυριου, να καμη ακουστας πασας τας αινεσεις αυτου;
3 a solis ortu, et occasu, ab aquilone, et mari.
3 Μακαριοι οι φυλαττοντες κρισιν, οι πραττοντες δικαιοσυνην εν παντι καιρω.
4 Erraverunt in solitudine, in inaquoso ;
viam civitatis habitaculi non invenerunt.
4 Μνησθητι μου, Κυριε, εν τη ευμενεια τη προς τον λαον σου? επισκεφθητι με εν τη σωτηρια σου?
5 Esurientes et sitientes,
anima eorum in ipsis defecit.
5 δια να βλεπω το καλον των εκλεκτων σου, δια να ευφραινωμαι εν τη ευφροσυνη του εθνους σου, δια να καυχωμαι μετα της κληρονομιας σου.
6 Et clamaverunt ad Dominum cum tribularentur,
et de necessitatibus eorum eripuit eos ;
6 Ημαρτησαμεν μετα των πατερων ημων? ηνομησαμεν, ησεβησαμεν.
7 et deduxit eos in viam rectam,
ut irent in civitatem habitationis.
7 Οι πατερες ημων εν Αιγυπτω δεν ενοησαν τα θαυμασια σου? δεν ενεθυμηθησαν το πληθος του ελεους σου, και σε παρωργισαν εν τη θαλασση, εν τη Ερυθρα θαλασση.
8 Confiteantur Domino misericordiæ ejus,
et mirabilia ejus filiis hominum.
8 Και ομως εσωσεν αυτους δια το ονομα αυτου, δια να καμη γνωστα τα κραταια εργα αυτου.
9 Quia satiavit animam inanem,
et animam esurientem satiavit bonis.
9 Και επετιμησε την Ερυθραν θαλασσαν, και εξηρανθη? και διεβιβασεν αυτους δια των αβυσσων ως δι' ερημου?
10 Sedentes in tenebris et umbra mortis ;
vinctos in mendicitate et ferro.
10 και εσωσεν αυτους εκ της χειρος του μισουντος αυτους, και ελυτρωσεν αυτους εκ της χειρος του εχθρου.
11 Quia exacerbaverunt eloquia Dei,
et consilium Altissimi irritaverunt.
11 Και τα υδατα κατεκαλυψαν τους εχθρους αυτων? δεν απελειφθη ουδε εις εξ αυτων.
12 Et humiliatum est in laboribus cor eorum ;
infirmati sunt, nec fuit qui adjuvaret.
12 Τοτε επιστευσαν εις τους λογους αυτου? εψαλαν την αινεσιν αυτου.
13 Et clamaverunt ad Dominum cum tribularentur ;
et de necessitatibus eorum liberavit eos.
13 Πλην ταχεως ελησμονησαν τα εργα αυτου? δεν περιεμειναν την βουλην αυτου?
14 Et eduxit eos de tenebris et umbra mortis,
et vincula eorum dirupit.
14 Αλλ' επεθυμησαν επιθυμιαν εν τη ερημω, και επειρασαν τον Θεον εν τη ανυδρω.
15 Confiteantur Domino misericordiæ ejus,
et mirabilia ejus filiis hominum.
15 Και εδωκεν εις αυτους την αιτησιν αυτων? απεστειλεν ομως εις αυτους νοσον θανατηφορον.
16 Quia contrivit portas æreas,
et vectes ferreos confregit.
16 Εφθονησαν ετι τον Μωυσην εν τω στρατοπεδω και τον Ααρων τον αγιον του Κυριου.
17 Suscepit eos de via iniquitatis eorum ;
propter injustitias enim suas humiliati sunt.
17 Η γη ηνοιξε και κατεπιε τον Δαθαν, και εσκεπασε την συναγωγην του Αβειρων?
18 Omnem escam abominata est anima eorum,
et appropinquaverunt usque ad portas mortis.
18 και πυρ εξηφθη εν τη συναγωγη αυτων? η φλοξ κατεκαυσε τους ασεβεις.
19 Et clamaverunt ad Dominum cum tribularentur,
et de necessitatibus eorum liberavit eos.
19 Κατεσκευασαν μοσχον εν Χωρηβ, και προσεκυνησαν το χωνευτον?
20 Misit verbum suum, et sanavit eos,
et eripuit eos de interitionibus eorum.
20 και μετηλλαξαν την δοξαν αυτων εις ομοιωμα βοος τρωγοντος χορτον.
21 Confiteantur Domino misericordiæ ejus,
et mirabilia ejus filiis hominum.
21 Ελησμονησαν τον Θεον τον σωτηρα αυτων τον ποιησαντα μεγαλεια εν Αιγυπτω,
22 Et sacrificent sacrificium laudis,
et annuntient opera ejus in exsultatione.
22 θαυμασια εν γη Χαμ, φοβερα εν τη Ερυθρα θαλασση.
23 Qui descendunt mare in navibus,
facientes operationem in aquis multis :
23 Και ειπε να εξολοθρευση αυτους, αν ο Μωυσης ο εκλεκτος αυτου δεν ιστατο εν τη θραυσει ενωπιον αυτου, δια να αποστρεψη την οργην αυτου, ωστε να μη αφανιση αυτους.
24 ipsi viderunt opera Domini,
et mirabilia ejus in profundo.
24 Κατεφρονησαν ετι την γην την επιθυμητην? δεν επιστευσαν εις τον λογον αυτου?
25 Dixit, et stetit spiritus procellæ,
et exaltati sunt fluctus ejus.
25 και εγογγυσαν εν ταις σκηναις αυτων? δεν εισηκουσαν της φωνης του Κυριου.
26 Ascendunt usque ad cælos, et descendunt usque ad abyssos ;
anima eorum in malis tabescebat.
26 Δια τουτο εσηκωσε την χειρα αυτου κατ' αυτων, δια να καταστρεψη αυτους εν τη ερημω.
27 Turbati sunt, et moti sunt sicut ebrius,
et omnis sapientia eorum devorata est.
27 και να στρεψη το σπερμα αυτων μεταξυ των εθνων και να διασκορπιση αυτους εις τους τοπους.
28 Et clamaverunt ad Dominum cum tribularentur ;
et de necessitatibus eorum eduxit eos.
28 Και προσεκολληθησαν εις τον Βεελ-φεγωρ, και εφαγον θυσιας νεκρων?
29 Et statuit procellam ejus in auram,
et siluerunt fluctus ejus.
29 και παρωξυναν αυτον εν τοις εργοις αυτων, ωστε εφωρμησεν επ' αυτους η πληγη.
30 Et lætati sunt quia siluerunt ;
et deduxit eos in portum voluntatis eorum.
30 Αλλα σταθεις ο Φινεες εκαμε κρισιν? και η πληγη επαυσε?
31 Confiteantur Domino misericordiæ ejus,
et mirabilia ejus filiis hominum.
31 και ελογισθη εις αυτον δια δικαιοσυνην, εις γενεαν και γενεαν εως αιωνος.
32 Et exaltent eum in ecclesia plebis,
et in cathedra seniorum laudent eum.
32 Και παρωξυναν αυτον εν τοις υδασι της αντιλογιας, και επαθε κακως ο Μωυσης δι' αυτους?
33 Posuit flumina in desertum,
et exitus aquarum in sitim ;
33 διοτι παρωργισαν το πνευμα αυτου, ωστε ελαλησεν αστοχαστως δια των χειλεων αυτου.
34 terram fructiferam in salsuginem,
a malitia inhabitantium in ea.
34 Δεν εξωλοθρευσαν τα εθνη τα οποια ο Κυριος προσεταξεν εις αυτους?
35 Posuit desertum in stagna aquarum,
et terram sine aqua in exitus aquarum.
35 αλλ' εσμιχθησαν μετα των εθνων και εμαθον τα εργα αυτων?
36 Et collocavit illic esurientes,
et constituerunt civitatem habitationis :
36 και ελατρευσαν τα γλυπτα αυτων, τα οποια εγειναν παγις εις αυτους?
37 et seminaverunt agros et plantaverunt vineas,
et fecerunt fructum nativitatis.
37 και εθυσιασαν τους υιους αυτων και τας θυγατερας αυτων εις τα δαιμονια?
38 Et benedixit eis, et multiplicati sunt nimis ;
et jumenta eorum non minoravit.
38 Και εχυσαν αιμα αθωον, το αιμα των υιων αυτων και των θυγατερων αυτων τους οποιους εθυσιασαν εις τα γλυπτα της Χανααν? και εμιανθη η γη εξ αιματων.
39 Et pauci facti sunt et vexati sunt,
a tribulatione malorum et dolore.
39 Και εμολυνθησαν με τα εργα αυτων, και επορνευσαν με τας πραξεις αυτων.
40 Effusa est contemptio super principes :
et errare fecit eos in invio, et non in via.
40 Δια τουτο η οργη του Κυριου εξηφθη κατα του λαου αυτου, και εβδελυχθη την κληρονομιαν αυτου,
41 Et adjuvit pauperem de inopia,
et posuit sicut oves familias.
41 Και παρεδωκεν αυτους εις τας χειρας των εθνων? και εκυριευσαν αυτους οι μισουντες αυτους.
42 Videbunt recti, et lætabuntur ;
et omnis iniquitas oppilabit os suum.
42 Και εθλιψαν αυτους οι εχθροι αυτων, και εταπεινωθησαν υπο τας χειρας αυτων.
43 Quis sapiens, et custodiet hæc,
et intelliget misericordias Domini ?
43 Πολλακις ελυτρωσεν αυτους, αλλ' αυτοι παρωργισαν αυτον με τας βουλας αυτων? διο εταπεινωθησαν δια την ανομιαν αυτων.
44 Πλην επεβλεψεν επι την θλιψιν αυτων, οτε ηκουσε την κραυγην αυτων?
45 και ενεθυμηθη την προς αυτους διαθηκην αυτου και μετεμεληθη κατα το πληθος του ελεους αυτου.
46 Και εκαμεν αυτους να ευρωσιν ελεος ενωπιον παντων των αιχμαλωτισαντων αυτους.
47 Σωσον ημας, Κυριε ο Θεος ημων, και συναγαγε ημας απο των εθνων, δια να δοξολογωμεν το ονομα σου το αγιον και να καυχωμεθα εις την αινεσιν σου.
48 Ευλογητος Κυριος ο Θεος του Ισραηλ, απο του αιωνος και εως του αιωνος? και ας λεγη πας ο λαος, Αμην. Αλληλουια.