Salmi 105
123456789101112131415161718192021222324252627282930313233343536373839404142434445464748495051525354555657585960616263646566676869707172737475767778798081828384858687888990919293949596979899100101102103104105106107108109110111112113114115116117118119120121122123124125126127128129130131132133134135136137138139140141142143144145146147148149150
Confronta con un'altra Bibbia
Cambia Bibbia
BIBBIA CEI 1974 | GREEK BIBLE |
---|---|
1 Alleluia. Lodate il Signore e invocate il suo nome, proclamate tra i popoli le sue opere. | 1 Δοξολογειτε τον Κυριον? επικαλεισθε το ονομα αυτου? καμετε γνωστα εν τοις λαοις τα εργα αυτου. |
2 Cantate a lui canti di gioia, meditate tutti i suoi prodigi. | 2 Ψαλλετε εις αυτον? ψαλμωδειτε εις αυτον? λαλειτε περι παντων των θαυμασιων αυτου. |
3 Gloriatevi del suo santo nome: gioisca il cuore di chi cerca il Signore. | 3 Καυχασθε εις το αγιον αυτου ονομα? ας ευφραινεται η καρδια των εκζητουντων τον Κυριον. |
4 Cercate il Signore e la sua potenza, cercate sempre il suo volto. | 4 Ζητειτε τον Κυριον και την δυναμιν αυτου? εκζητειτε το προσωπον αυτου διαπαντος. |
5 Ricordate le meraviglie che ha compiute, i suoi prodigi e i giudizi della sua bocca: | 5 Μνημονευετε των θαυμασιων αυτου τα οποια εκαμε? των τεραστιων αυτου και των κρισεων του στοματος αυτου? |
6 voi stirpe di Abramo, suo servo, figli di Giacobbe, suo eletto. | 6 Σπερμα Αβρααμ του δουλου αυτου, υιοι Ιακωβ, οι εκλεκτοι αυτου. |
7 È lui il Signore, nostro Dio, su tutta la terra i suoi giudizi. | 7 Αυτος ειναι Κυριος ο Θεος ημων? εν παση τη γη ειναι αι κρισεις αυτου. |
8 Ricorda sempre la sua alleanza: parola data per mille generazioni, | 8 Μνημονευετε παντοτε της διαθηκης αυτου, του λογου, τον οποιον προσεταξεν εις χιλιας γενεας, |
9 l'alleanza stretta con Abramo e il suo giuramento ad Isacco. | 9 της διαθηκης, την οποιαν εκαμε προς τον Αβρααμ, και του ορκου αυτου προς τον Ισαακ? |
10 La stabilì per Giacobbe come legge, come alleanza eterna per Israele: | 10 και εβεβαιωσεν αυτον προς τον Ιακωβ δια νομου, προς τον Ισραηλ δια διαθηκην αιωνιον, |
11 "Ti darò il paese di Cànaan come eredità a voi toccata in sorte". | 11 λεγων, Εις σε θελω δωσει την γην Χανααν, μεριδα της κληρονομιας σας. |
12 Quando erano in piccolo numero, pochi e forestieri in quella terra, | 12 Ενω ησαν αυτοι ολιγοστοι τον αριθμον, ολιγοι, και παροικοι εν αυτη, |
13 e passavano di paese in paese, da un regno ad un altro popolo, | 13 και διηρχοντο απο εθνους εις εθνος, απο βασιλειου εις αλλον λαον, |
14 non permise che alcuno li opprimesse e castigò i re per causa loro: | 14 δεν αφηκεν ανθρωπον να αδικηση αυτους? μαλιστα υπερ αυτων ηλεγξε βασιλεις, |
15 "Non toccate i miei consacrati, non fate alcun male ai miei profeti". | 15 λεγων, μη εγγισητε τους κεχρισμενους μου και μη κακοποιησητε τους προφητας μου. |
16 Chiamò la fame sopra quella terra e distrusse ogni riserva di pane. | 16 Και εκαλεσε πειναν επι την γην? συνετριψε παν στηριγμα αρτου. |
17 Davanti a loro mandò un uomo, Giuseppe, venduto come schiavo. | 17 Απεστειλεν εμπροσθεν αυτων ανθρωπον, Ιωσηφ τον πωληθεντα ως δουλον? |
18 Gli strinsero i piedi con ceppi, il ferro gli serrò la gola, | 18 του οποιου τους ποδας εσφιγξαν εν δεσμοις? εβαλον αυτον εις τα σιδηρα? |
19 finché si avverò la sua predizione e la parola del Signore gli rese giustizia. | 19 εωσου ελθη ο λογος αυτου? ο λογος του Κυριου εδοκιμασεν αυτον. |
20 Il re mandò a scioglierlo, il capo dei popoli lo fece liberare; | 20 Απεστειλεν ο βασιλευς και ελυσεν αυτον? ο αρχων των λαων, και ηλευθερωσεν αυτον. |
21 lo pose signore della sua casa, capo di tutti i suoi averi, | 21 Κατεστησεν αυτον κυριον του οικου αυτου, και αρχοντα επι παντων των κτηματων αυτου? |
22 per istruire i capi secondo il suo giudizio e insegnare la saggezza agli anziani. | 22 δια να παιδευη τους αρχοντας αυτου κατα την αρεσκειαν αυτου, και να διδαξη σοφιαν τους πρεσβυτερους αυτου. |
23 E Israele venne in Egitto, Giacobbe visse nel paese di Cam come straniero. | 23 Τοτε ηλθεν ο Ισραηλ εις την Αιγυπτον, και ο Ιακωβ παρωκησεν εν γη Χαμ. |
24 Ma Dio rese assai fecondo il suo popolo, lo rese più forte dei suoi nemici. | 24 Και ο Κυριος ηυξησε σφοδρα τον λαον αυτου, και εκραταιωσεν αυτον υπερ τους εχθρους αυτου. |
25 Mutò il loro cuore e odiarono il suo popolo, contro i suoi servi agirono con inganno | 25 Εστραφη η καρδια αυτων εις το να μισωσι τον λαον αυτου, εις το να δολιευωνται εναντιον των δουλων αυτου. |
26 Mandò Mosè suo servo e Aronne che si era scelto. | 26 Εξαπεστειλε Μωυσην τον δουλον αυτου, και Ααρων, τον οποιον εξελεξεν. |
27 Compì per mezzo loro i segni promessi e nel paese di Cam i suoi prodigi. | 27 Εξετελεσαν εν μεσω αυτων τους λογους των σημειων αυτου και τα θαυμασια αυτου εν γη Χαμ. |
28 Mandò le tenebre e si fece buio, ma resistettero alle sue parole. | 28 Εξαπεστειλε σκοτος, και εσκοτασε? και δεν ηπειθησαν εις τους λογους αυτου. |
29 Cambiò le loro acque in sangue e fece morire i pesci. | 29 Μετεβαλε τα υδατα αυτων εις αιμα και εθανατωσε τους ιχθυας αυτων. |
30 Il loro paese brulicò di rane fino alle stanze dei loro sovrani. | 30 Η γη αυτων ανεβρυσε βατραχους, εως των ταμειων των βασιλεων αυτων. |
31 Diede un ordine e le mosche vennero a sciami e le zanzare in tutto il loro paese. | 31 Ειπε, και ηλθε κυνομυια, και σκνιπες εις παντα τα ορια αυτων. |
32 Invece delle piogge mandò loro la grandine, vampe di fuoco sul loro paese. | 32 Εδωκεν εις αυτους χαλαζαν αντι βροχης, και πυρ φλογερον εις την γην αυτων? |
33 Colpì le loro vigne e i loro fichi, schiantò gli alberi della loro terra. | 33 και επαταξε τας αμπελους αυτων και τας συκεας αυτων, και συνετριψε τα δενδρα των οριων αυτων. |
34 Diede un ordine e vennero le locuste e bruchi senza numero; | 34 Ειπε, και ηλθεν ακρις, και βρουχος αναριθμητος? |
35 divorarono tutta l'erba del paese e distrussero il frutto del loro suolo. | 35 και κατεφαγε παντα τον χορτον εν τη γη αυτων, και κατεφαγε τον καρπον της γης αυτων. |
36 Colpì nel loro paese ogni primogenito, tutte le primizie del loro vigore. | 36 Και επαταξε παν πρωτοτοκον εν τη γη αυτων, την απαρχην πασης δυναμεως αυτων. |
37 Fece uscire il suo popolo con argento e oro, fra le tribù non c'era alcun infermo. | 37 Και εξηγαγεν αυτους μετα αργυριου και χρυσιου, και δεν υπηρχεν ασθενης εν ταις φυλαις αυτων. |
38 L'Egitto si rallegrò della loro partenza perché su di essi era piombato il terrore. | 38 Ευφρανθη η Αιγυπτος εις την εξοδον αυτων? διοτι ο φοβος αυτων ειχεν επιπεσει επ' αυτους. |
39 Distese una nube per proteggerli e un fuoco per illuminarli di notte. | 39 Εξηπλωσε νεφελην δια να σκεπαζη αυτους, και πυρ δια να φεγγη την νυκτα. |
40 Alla loro domanda fece scendere le quaglie e li saziò con il pane del cielo. | 40 Εζητησαν, και εφερεν ορτυκια? και αρτον ουρανου εχορτασεν αυτους. |
41 Spaccò una rupe e ne sgorgarono acque, scorrevano come fiumi nel deserto, | 41 Διηνοιξε την πετραν, και ανεβλυσαν υδατα, και διερρευσαν ποταμοι εν τοποις ανυδροις. |
42 perché ricordò la sua parola santa data ad Abramo suo servo. | 42 Διοτι ενεθυμηθη τον λογον τον αγιον αυτου, τον προς Αβρααμ τον δουλον αυτου. |
43 Fece uscire il suo popolo con esultanza, i suoi eletti con canti di gioia. | 43 Και εξηγαγε τον λαον αυτου εν αγαλλιασει, τους εκλεκτους αυτου εν χαρα? |
44 Diede loro le terre dei popoli, ereditarono la fatica delle genti, | 44 και εδωκεν εις αυτους τας γαιας των εθνων, και εκληρονομησαν τους κοπους των λαων? |
45 perché custodissero i suoi decreti e obbedissero alle sue leggi. Alleluia. | 45 δια να φυλαττωσι τα διαταγματα αυτου, και να εκτελωσι τους νομους αυτου. Αλληλουια. |