Scrutatio

Domenica, 28 aprile 2024 - San Luigi Maria Grignion da Montfort ( Letture di oggi)

Giobbe 16


font
NOVA VULGATAGREEK BIBLE
1 Respondens autem Iob dixit:
1 Τοτε ο Ιωβ απεκριθη και ειπε?
2 “ Audivi frequenter talia!
onsolatores molesti omnes vos estis.
2 Πολλα τοιαυτα ηκουσα? αθλιοι παρηγορηται εισθε παντες.
3 Numquid habebunt finem verba ventosa,
aut quid te exacerbat, ut respondeas?
3 Εχουσι τελος αι ματαιολογιαι; η τι σε ενθαρρυνει εις το να αποκρινησαι;
4 Poteram et ego similia vestri loqui,
si esset anima vestra pro anima mea!
Concinnarem super vos sermones
et moverem caput meum super vos.
4 Και εγω εδυναμην να λαλησω καθως σεις? εαν η ψυχη σας ητο εις τον τοπον της ψυχης μου, ηδυναμην να επισωρευσω λογους εναντιον σας, και να κινησω εναντιον σας την κεφαλην μου.
5 Roborarem vos ore meo
et motum labiorum meorum non cohiberem.
5 Ηθελον σας ενισχυσει με το στομα μου, και η κινησις των χειλεων μου ηθελε σας ανακουφισει.
6 Si locutus fuero, non quiescet dolor meus
et, si tacuero, non recedet a me;
6 Αν λαλω, ο πονος μου δεν ανακουφιζεται? και αν σιωπω, ποια ελαττωσις γινεται εις εμε;
7 nunc autem defatigavit me dolor meus,
et tu vastasti omnem coetum meum.
7 Αλλα τωρα με υπερεβαρυνεν? ηρημωσας πασαν την συνοδιαν μου.
8 Rugae meae testimonium dicunt contra me;
et suscitatur falsiloquus adversus faciem meam contradicens mihi,
8 Και αι ρυτιδες με τας οποιας με εσημειωσας, ειναι μαρτυρια? και η ισχνοτης μου ανισταμενη εις εμε, μαρτυρει επι του προσωπου μου.
9 Ira eius discerpsit me et adversata est mihi,
et infremuit contra me dentibus suis.
Hostis meus acuit oculos suos in me.
9 Με διασπαραττει ο εχθρος μου εν τω θυμω αυτου και με μισει? τριζει τους οδοντας αυτου εναντιον μου? οξυνει τους οφθαλμους αυτου επ' εμε.
10 Aperuerunt super me ora sua
et exprobrantes percusserunt maxillam meam,
simul conferti contra me.
10 Ανοιγουσι το στομα αυτων κατ' εμου? με τυπτουσι κατα της σιαγονος υβριστικως? συνηχθησαν ομου επ' εμε.
11 Concludit me Deus apud iniquum
et manibus impiorum me tradit.
11 Ο Θεος με παρεδωκεν εις τον αδικον, και με ερριψεν εις χειρας ασεβων.
12 Ego, ille quondam tranquillus, repente contritus sum.
Tenuit cervicem meam, confregit me
et posuit me sibi quasi in signum.
12 Ημην εν ησυχια, και με κατεσπαραξε? και πιασας με απο του τραχηλου, με κατεσυντριψε, και με εθεσε σκοπον αυτου.
13 Circumdedit me lanceis suis,
scidit lumbos meos, non pepercit
et effudit in terra iecur meum.
13 Οι τοξοται αυτου με περιεκυκλωσαν? διαπερα τα νεφρα μου, και δεν φειδεται? εκχεει την χολην μου επι την γην.
14 Dirupit me rumpens et diruens,
irruit in me quasi gigas.
14 Με συντριβει με πληγην επι πληγην? εδραμεν επ' εμε ως γιγας.
15 Saccum consui super cutem meam
et dimisi in terram cornu meum.
15 Σακκον ερραψα επι το δερμα μου, και εμολυνα το κερας μου με χωμα.
16 Facies mea rubuit a fletu,
et palpebrae meae caligaverunt;
16 Το προσωπον μου κατεκαη υπο του κλαυθμου, και σκια θανατου ειναι επι των βλεφαρων μου?
17 attamen absque iniquitate manus meae,
cum haberem mundas preces.
17 ενω αδικια δεν υπαρχει εν ταις χερσι μου, και η προσευχη μου ειναι καθαρα.
18 Terra, ne operias sanguinem meum,
neque inveniat in te locum latendi clamor meus.
18 Ω γη, μη σκεπασης το αιμα μου, και ας μη υπαρχη τοπος δια την κραυγην μου,
19 Ecce enim in caelo testis meus,
et conscius meus in excelsis.
19 και τωρα, ιδου, ο μαρτυς μου ειναι εν τω ουρανω, και η μαρτυρια μου εν τοις υψιστοις.
20 Interpretes mei sunt cogitationes meae:
ad Deum stillat oculus meus.
20 Οι φιλοι μου ειναι οι εμπαιζοντες με? ο οφθαλμος μου σταλαζει δακρυα προς τον Θεον.
21 Atque utinam sic iudicaretur vir cum Deo,
sicut iudicatur filius hominis cum collega suo.
21 Να ητο δυνατον να διαδικαζηται τις προς τον Θεον, ως ανθρωπος προς τον πλησιον αυτου.
22 Ecce enim breves anni transeunt,
et semitam, per quam non revertar, ambulo.
22 Διοτι ηλθον τα ηριθμημενα ετη? και θελω υπαγει την οδον, οποθεν δεν θελω επιστρεψει.