Scrutatio

Lunedi, 6 maggio 2024 - San Pietro Nolasco ( Letture di oggi)

Geremia 49


font
BIBBIA MARTINIGREEK BIBLE
1 A' figliuoli di Ammon. Queste cose dice il Signore: Israele non ha egli forse figli, od è egli privo di erede? Per qual motivo adunque si è egli Melchom fatto padrone dì Gad, e il popolo di lui abita nelle città di Gad?1 Περι των υιων Αμμων. Ουτω λεγει Κυριος? Μηπως δεν εχει υιους ο Ισραηλ; δεν εχει κληρονομον; δια τι ο Μαλχομ εκληρονομησε την Γαδ και ο λαος αυτου κατοικει εν ταις πολεσιν εκεινου;
2 Per questo viene il tempo, dice il Signore, quand'io farò udire in Rabbatti de' figliuoli di Ammon il romore della guerra, ed ella atterrata, sarà un mucchio di sassi, e le sue figlie saran date alle fiamme, e Israele sarà Signore di quelli, che lo signoreggiavano, dice il Signore.2 Δια τουτο, ιδου, ερχονται ημεραι, λεγει Κυριος, και θελω καμει να ακουσθη εν Ραββα των υιων Αμμων θορυβος πολεμου? και θελει εισθαι σωρος ερειπιων και αι κωμαι αυτης θελουσι κατακαυθη εν πυρι? τοτε ο Ισραηλ θελει κληρονομησει τους κληρονομησαντας αυτον, λεγει Κυριος.
3 Getta urli, o Hesebon, perchè Hai è stata distrutta. Alzate le grida figliuoli di Rabbath, vestitevi di cilizi: sospirate, e aggiratevi intorno alle siepi, perchè Melchom cambierà paese, e i sacerdoti di lei, e i suoi principi insieme.3 Ολολυξον, Εσεβων, διοτι η Γαι ελεηλατηθη? βοησατε, αι κωμαι της Ραββα, περιζωσθητε σακκους? θρηνησατε και περιδραμετε δια των φραγμων? διοτι ο Μαλχομ θελει υπαγει εις αιχμαλωσιαν, οι ιερεις αυτου και οι αρχοντες αυτου ομου.
4 Perchè ti vanti delle tue valli? Le tue valli son desolate, o figlia nutrita nelle delizie, che avevi fidanza ne' tuoi tesori, e dicevi: Chi verrà contro di me?4 Δια τι καυχασαι εις τας κοιλαδας; η κοιλας σου διερρευσε, θυγατηρ αποστατρια, ητις ηλπιζες επι τους θησαυρους σου, λεγουσα, Τις θελει ελθει εναντιον μου;
5 Ecco che io (dice il Signore Dio degli eserciti) farò, che a te diano spavento tutti quelli, che ti stanno all'intorno, e sarete dispersi l'uno lontan dalla vista dell'altro, né sarà chi i fuggitivi raduni.5 Ιδου, εγω φερω φοβον επι σε, λεγει Κυριος ο Θεος των δυναμεων, απο παντων των περιοικων σου? και θελετε διασκορπισθη εκαστος κατα προσωπον αυτου? και δεν θελει υπαρχει ο συναξων τον πλανωμενον.
6 E dopo questo io farò, che ritornino i figliuoli di Ammon, dice il Signore.6 Και μετα ταυτα θελω επιστρεψει την αιχμαλωσιαν των υιων Αμμων, λεγει Κυριος.
7 Contro l'Idumea. Queste cose dice il Signor degli eserciti: Non è adunque più saggezza in Theman? I suoi figli sono senza consiglio, la loro saggezza non è buona a nulla.7 Περι του Εδωμ. Ουτω λεγει ο Κυριος των δυναμεων? δεν ειναι πλεον σοφια εν Θαιμαν; εχαθη η βουλη απο των συνετων; εφυγεν η σοφια αυτων;
8 Fuggite, non guardate in dietro, sprofondatevi nelle caverne, o abitanti di Dedan: perocché io ho mandato sopra Esaù la sua perdizione, il tempo del suo gastigo.8 Φυγετε, στραφητε, καμετε τοπους βαθεις δια κατοικιαν, κατοικοι της Δαιδαν? διοτι θελω φερει επ' αυτον τον ολεθρον του Ησαυ, τον καιρον της επισκεψεως αυτου.
9 Se fosser venuti a te de' vendemmiatori, non avrebbon essi lasciato qualche grappolo. Se fosser venuti de' ladri, avrebbon rubato quanto loro bastasse.9 Εαν ηρχοντο προς σε τρυγηται, δεν ηθελον αφησει επιφυλλιδας; εαν κλεπται δια νυκτος, ηθελον αρπασει το αρκουν εις αυτους.
10 Ma io ho discoperto Esaù, ho tratto fuori quel, ch'ei teneva nascosto, e non potrà più celarlo: è sterminata la sua stirpe, i fratelli, i vicini, ed ei più non sarà.10 Αλλ' εγω εγυμνωσα τον Ησαυ, ανεκαλυψα τους κρυψωνας αυτου, και δεν θελει δυνηθη να κρυφθη? ελεηλατηθη το σπερμα αυτου και οι αδελφοι αυτου και οι γειτονες αυτου, και αυτος δεν υπαρχει.
11 Lascia i tuoi pupilli: io li farò vivere; e le tue vedove in me spereranno;11 Αφες τα ορφανα σου? εγω θελω ζωογονησει αυτα? και αι χηραι σου ας ελπιζωσιν επ' εμε.
12 Perocché queste cose dice il Signore: Ecco che quelli, pe' quali non era destinato di bere il calice, pur lo berranno assolutamente: e tu sarai lasciato a parte quasi innocente? Tu non sarai innocente, e lo berai assolutamente;12 Διοτι ουτω λεγει Κυριος? Ιδου, εκεινοι εις τους οποιους δεν προσηκε να πιωσιν απο του ποτηριου, τωοντι επιον? και συ θελεις μεινει ολως ατιμωρητος; δεν θελεις μεινει ατιμωρητος αλλ' εξαπαντος θελεις πιει.
13 Imperocché per me medesimo io ho giurato, dice il Signore, che Bosra sarà devastata, ridotta all'obbrobrio, e deserta, e maledetta, e tutte le sue città saranno solitudine eterna.13 Διοτι ωμοσα εις εμαυτον, λεγει Κυριος, οτι η Βοσορρα θελει εισθαι εις θαμβος, εις ονειδος, εις ερημωσιν και εις καταραν? και πασαι αι πολεις αυτης θελουσιν εισθαι ερημοι εις τον αιωνα.
14 Questa cosa udii io dal Signore, e n'è stata mandata l'ambasciata alle genti. Raunatevi, e venite contro Bosra, e andiamo a combatterla:14 Ηκουσα αγγελιαν παρα Κυριου και μηνυτης απεσταλη προς τα εθνη, λεγων, Συναχθητε και ελθετε εναντιον αυτης και σηκωθητε εις πολεμον.
15 Imperocché piccolo ti feci io tralle genti, e dispregevole tragli uomini.15 Διοτι ιδου, θελω σε καμει μικρον μεταξυ των εθνων, ευκαταφρονητον μεταξυ των ανθρωπων.
16 L'arroganza tua, e la superbia del tuo cuore ingannò te, te che abiti nelle caverne de massi, e tenti di alzarti fino alla vetta del monte. Quando tu facessi il tuo nido più in alto, che l'aquila, indi io ti trarrò fuora, dice il Signore.16 Η τρομεροτης σου σε ηπατησε και η υπερηφανια της καρδιας σου, συ ο κατοικων εν τοις κοιλωμασι των κρημνων, ο κατεχων το υψος των βουνων? και αν υψωσης την φωλεαν σου ως ο αετος, και εκειθεν θελω σε καταβιβασει, λεγει Κυριος.
17 E l'Idumea sarà deserta: chiunque vi passerà, resterà stupefatto, e insulterà a tutte le sue piaghe.17 Και ο Εδωμ θελει εισθαι εις θαμβος? πας ο διαβαινων δι' αυτου θελει εκθαμβηθη και θελει συριξει επι πασαις ταις πληγαις αυτου.
18 Come fu atterrata Sodoma, e Gomorra, e le sue vicine, dice il Signore, ella non sarà abitata da uomo, né un figliuolo dell'uomo vi porrà stanza.18 Καθως κατεστραφησαν τα Σοδομα και τα Γομορρα και τα πλησιοχωρα αυτων, λεγει Κυριος, ουτως ανθρωπος δεν θελει κατοικησει εκει ουδε υιος ανθρωπου θελει παροικησει εκει.
19 Ecco uno, che quasi leone dal gonfio Giordano va sopra alla beltà robusta: perocché io farò, che egli a lei corra subitamente: e quai sono gli uomini eletti, che io le darò per difesa? perocché chi è simile a me? chi a me si opporrà? E qual è il pastore, che sostener possa il mio volto?19 Ιδου, θελει αναβη ως λεων απο του φρυαγματος του Ιορδανου εναντιον της κατοικιας του δυνατου? αλλ' εγω ταχεως θελω εκδιωξει τουτον απ' αυτης? και οστις ειναι ο εκλεκτος μου, τουτον θελω καταστησει επ' αυτην? διοτι τις ομοιος μου; και τις θελει αντισταθη εις εμε; και τις ο ποιμην εκεινος, οστις θελει σταθη κατα προσωπον μου;
20 Udite adunque il disegno, che il Signore ha formato intorno ad Edom; e quello, che egli ha risoluto intorno agli abitatori di Theman: Io giuro, che i pargoletti del gregge il getteranno per terra, e dissiperanno con essi le loro abitazioni.20 Δια τουτο ακουσατε την βουλην του Κυριου, την οποιαν εβουλευθη κατα του Εδωμ, και τους λογισμους αυτου, τους οποιους ελογισθη κατα των κατοικων της Θαιμαν? Εξαπαντος και τα ελαχιστα του ποιμνιου θελουσι κατασυρει αυτους? εξαπαντος η κατοικια αυτων θελει ερημωθη μετ' αυτων.
21 Al romore di lor rovina si è smossa la terra, le voci loro, e i clamori si son sentiti nel rosso mare.21 Απο του ηχου της αλωσεως αυτων εσεισθη η γη? ο ηχος της φωνης αυτης ηκουσθη εν τη Ερυθρα θαλασση.
22 Verrà, e alzerà il volo com'aquila e spanderà le ali sue sopra Bosra: e il cuore de' forti dell'Idumea sarà in quel di come il cuore di una donna, che partorisce.22 Ιδου, θελει αναβη και πεταξει ως αετος, και θελει απλωσει τας πτερυγας αυτου επι Βοσορραν? και εν τη ημερα εκεινη η καρδια των ισχυρων του Εδωμ θελει εισθαι ως καρδια γυναικος κοιλοπονουσης.
23 Contro Damasco: Emath, e Arphad sono confuse; perocché pessima novella hanno udito: quelli del mare sono turbati; L'inquietudine toglie loro il riposo.23 Περι της Δαμασκου. Κατησχυνθη η Αιμαθ και η Αρφαδ? διοτι ηκουσαν κακην αγγελιαν? ανελυθησαν? ταραχη ειναι εν τη θαλασση? δεν δυναται να ησυχαση.
24 Damasco è sbigottita, si è data alla fuga, ella è tutta in tremore: l'affanno, e i dolori la premono come donna, che partorisce.24 Η Δαμασκος παρελυθη, εστραφη εις φυγην, και τρομος κατελαβεν αυτην? αγωνια και πονοι εκυριευσαν αυτην ως τικτουσης.
25 Come hann'eglino abbandonata la città celebre, la città deliziosa?25 Πως δεν εναπελειφθη η πολις η ευκλεης, η πολις της ευφροσυνης μου.
26 La sua gioventù caderà per le piazze, e tutti i guerrieri saranno senza parola in quel giorno, dice il Signor egli eserciti.26 Δια τουτο οι νεοι αυτης θελουσι πεσει εν ταις πλατειαις αυτης, και παντες οι ανδρες οι πολεμισται θελουσιν απολεσθη κατ' εκεινην την ημεραν, λεγει ο Κυριος των δυναμεων.
27 E appiccherò il fuoco alle mura di Damasco, e divorerà le muraglie di Benadad.27 Και θελω αναψει πυρ εν τω τειχει της Δαμασκου και θελει καταφαγει τα παλατια του Βεν-αδαδ.
28 Contro Cedar, e contro i regni di Asor abbattuti da Nabuchodonosor re di Babilonia. Queste cose dice il Signore: Alzatevi, andate contro Cedar, e sterminate i figli dell'Oriente.28 Περι της Κηδαρ, και περι των βασιλειων της Ασωρ, τα οποια επαταξε Ναβουχοδονοσορ ο βασιλευς της Βαβυλωνος. Ουτω λεγει Κυριος? Σηκωθητε, αναβητε προς την Κηδαρ και λεηλατησατε τους υιους της ανατολης.
29 Saccheggeranno le loro tende, e i loro greggi: si prenderanno le loro pelli, e tutti i loro arnesi, e i loro cammelli; e porteranno sopra di loro lo spavento da ogni parte.29 Θελουσι κυριευσει τας σκηνας αυτων και τα ποιμνια αυτων? θελουσι λαβει εις εαυτους τα παραπετασματα αυτων και πασαν την αποσκευην αυτων και τας καμηλους αυτων? και θελουσι βοησει προς αυτους, Τρομος πανταχοθεν.
30 Fuggite, scappate lungi, riposatevi nelle caverne, abitatori di Asor, dice il Signore; imperocché contro di voi ha formati disegni, macchina contro di voi Nabuchodonosor re di Babilonia.30 Φυγετε, υπαγετε μακραν, καμετε τοπους βαθεις δια κατοικιαν, κατοικοι της Ασωρ, λεγει Κυριος? διοτι Ναβουχοδονοσορ ο βασιλευς της Βαβυλωνος εβουλευθη βουλην εναντιον σας και ελογισθη λογισμους εναντιον σας.
31 Or voi alzatevi, andate ad invadere una nazione tranquilla, che vive senza timori, dice il Signore, non hanno porte, né chiavi; abitan solitari.31 Σηκωθητε, αναβητε εις το ησυχον εθνος το κατοικουν εν ασφαλεια, λεγει Κυριος? οιτινες δεν εχουσι πυλας ουδε μοχλους αλλα κατοικουσι μονοι?
32 Voi rapirete i loro cammelli, e la moltitudine de' lor giumenti sarà vostra preda. Io dispergerò a tutti i venti costoro, che tosano i loro capelli a modo di corona, e da tutti i loro confini farò, che venga contro di essi la morte, dice il Signore.32 και αι καμηλοι αυτων θελουσιν εισθαι λεηλασια και το πληθος των κτηνων αυτων λαφυρον? και θελω διασκορπισει αυτους εις παντας τους ανεμους, προς τους κατοικουντας εν τοις απωτατοις μερεσι? και θελω επιφερει τον ολεθρον αυτων εκ παντων των περατων αυτων, λεγει Κυριος.
33 E Asor diventerà tana di dragoni, sarà deserta in eterno: non resteravvi uomo, né figliuolo di uomo vi porrà stanza.33 Και η Ασωρ θελει εισθαι κατοικια θωων, ερημος εις τον αιωνα? δεν θελει κατοικει εκει ανθρωπος και δεν θελει παροικει εν αυτη υιος ανθρωπου.
34 Parola detta dal Signore al profeta Geremia contro di Elam al principio del regno di Sedecia re di Giuda:34 Ο λογος του Κυριου, ο γενομενος προς Ιερεμιαν τον προφητην, κατα της Ελαμ εν τη αρχη της βασιλειας του Σεδεκιου βασιλεως του Ιουδα, λεγων,
35 Queste cose dice il Signore degli eserciti: Ecco, che io spezzerò l'arco di Elam, e il principio di lor possanza.35 Ουτω λεγει ο Κυριος των δυναμεων? Ιδου, θελω συντριψει το τοξον της Ελαμ, την αρχην της δυναμεως αυτων.
36 E scatenerò contro Elam quattro venti dai quattro punti del cielo: e gli spergerò a tutti questi venti, e non saravvi nazione, dove non arrivino i fuggitivi di Elam.36 Και θελω φερει επι την Ελαμ τους τεσσαρας ανεμους εκ των τεσσαρων ακρων του ουρανου, και θελω διασκορπισει αυτους εις παντας τουτους τους ανεμους? και δεν θελει εισθαι εθνος, οπου οι δεδιωγμενοι της Ελαμ δεν θελουσιν ελθει.
37 E farò, che tremi Elam in faccia a' suoi nemici, e al cospetto di color, che vogliono la sua perdizione. Manderò sciagure sopra di loro, l'ira mia furibonda, dice il Signore, e manderò dietro ad essi la spada fino ch'io gli abbia consunti.37 Διοτι θελω κατατρομαξει την Ελαμ εμπροσθεν των εχθρων αυτων και εμπροσθεν των ζητουντων την ψυχην αυτων? και θελω επιφερει κακον επ' αυτους, τον θυμον της οργης μου, λεγει Κυριος? και θελω αποστειλει την μαχαιραν οπισω αυτων, εωσου αναλωσω αυτους.
38 E porrò il mio trono in Elam, e di là scaccerò i regi, e i principi, dice il Signore.38 Και θελω στησει τον θρονον μου εν Ελαμ, και θελω εξολοθρευσει εκειθεν βασιλεα και μεγιστανας, λεγει Κυριος.
39 Ma neg]i ultimi giorni farò, che tornino i prigionieri di Elam, dice il Signore.39 Πλην εν ταις εσχαταις ημεραις θελω επιστρεψει την αιχμαλωσιαν της Ελαμ, λεγει Κυριος.