Giobbe 5
Confronta con un'altra Bibbia
Cambia Bibbia
BIBBIA CEI 2008 | GREEK BIBLE |
---|---|
1 Grida pure! Ti risponderà forse qualcuno? E a chi fra i santi ti rivolgerai? | 1 Καλεσον τωρα, εαν τις σοι αποκριθη; και προς τινα των αγιων θελεις αποβλεψει; |
2 Poiché la collera uccide lo stolto e l’invidia fa morire lo sciocco. | 2 Διοτι η οργη φονευει τον αφρονα, και η αγανακτησις θανατονει τον μωρον. |
3 Ho visto lo stolto mettere radici e subito ho dichiarato maledetta la sua dimora. | 3 Εγω ειδον τον αφρονα ριζουμενον? αλλ' ευθυς προειπα κατηραμενην την κατοικιαν αυτου. |
4 I suoi figli non sono mai al sicuro, e in tribunale sono oppressi, senza difensore; | 4 Οι υιοι αυτου ειναι μακραν απο της σωτηριας, και καταπιεζονται εμπροσθεν της πυλης, και ουδεις ο ελευθερων? |
5 l’affamato ne divora la messe, anche se ridotta a spine, la porterà via e gente assetata agognerà le sue sostanze. | 5 των οποιων τον θερισμον κατατρωγει ο πεινων, και αρπαζει αυτον εκ των ακανθων και την περιουσιαν αυτων καταπινει ο διψων. |
6 Non esce certo dal suolo la sventura né germoglia dalla terra il dolore, | 6 Διοτι εκ του χωματος δεν εξερχεται η θλιψις, ουδε η λυπη βλαστανει εκ της γης? |
7 ma è l’uomo che genera pene, come le scintille volano in alto. | 7 αλλ' ο ανθρωπος γενναται δια την λυπην, και οι νεοσσοι των αετων δια να πετωσιν υψηλα. |
8 Io, invece, mi rivolgerei a Dio e a Dio esporrei la mia causa: | 8 Αλλ' εγω τον Θεον θελω επικαλεσθη, και εν τω Θεω θελω εναποθεσει την υποθεσιν μου? |
9 a lui, che fa cose tanto grandi da non potersi indagare, meraviglie da non potersi contare, | 9 οστις καμνει μεγαλεια ανεξιχνιαστα, θαυμασια αναριθμητα? |
10 che dà la pioggia alla terra e manda l’acqua sulle campagne. | 10 οστις διδει βροχην επι το προσωπον της γης, και πεμπει υδατα επι το προσωπον των αγρων? |
11 Egli esalta gli umili e solleva a prosperità gli afflitti; | 11 οστις υψονει τους ταπεινους, και ανεγειρει εις σωτηριαν τους τεθλιμμενους? |
12 è lui che rende vani i pensieri degli scaltri, perché le loro mani non abbiano successo. | 12 οστις διασκεδαζει τας βουλας των πανουργων, και δεν δυνανται αι χειρες αυτων να εκτελεσωσι την επιχειρησιν αυτων? |
13 Egli sorprende i saccenti nella loro astuzia e fa crollare il progetto degli scaltri. | 13 οστις συλλαμβανει τους σοφους εν τη πανουργια αυτων? και η βουλη των δολιων ανατρεπεται? |
14 Di giorno incappano nel buio, in pieno sole brancolano come di notte. | 14 την ημεραν απαντωσι σκοτος, και εν μεσημβρια ψηλαφωσι καθως εν νυκτι. |
15 Egli invece salva il povero dalla spada della loro bocca e dalla mano del violento. | 15 Τον πτωχον ομως λυτρονει εκ της ρομφαιας, εκ του στοματος αυτων και εκ της χειρος του ισχυρου. |
16 C’è speranza per il misero, ma chi fa l’ingiustizia deve chiudere la bocca. | 16 Και ο πτωχος εχει ελπιδα, της δε ανομιας το στομα εμφραττεται. |
17 Perciò, beato l’uomo che è corretto da Dio: non sdegnare la correzione dell’Onnipotente, | 17 Ιδου, μακαριος ο ανθρωπος, τον οποιον ελεγχει ο Θεος? δια τουτο μη καταφρονει την παιδειαν του Παντοδυναμου? |
18 perché egli ferisce e fascia la piaga, colpisce e la sua mano risana. | 18 διοτι αυτος πληγονει και επιδενει? κτυπα, και αι χειρες αυτου ιατρευουσιν. |
19 Da sei tribolazioni ti libererà e alla settima il male non ti toccherà; | 19 Εν εξ θλιψεσι θελει σε ελευθερωσει? και εν τη εβδομη δεν θελει σε εγγισει κακον. |
20 nella carestia ti libererà dalla morte e in guerra dal colpo della spada, | 20 Εν τη πεινη θελει σε λυτρωσει εκ θανατου? και εν πολεμω εκ χειρος ρομφαιας. |
21 sarai al riparo dal flagello della lingua, né temerai quando giunge la rovina. | 21 Απο μαστιγος γλωσσης θελεις εισθαι πεφυλαγμενος? και δεν θελεις φοβηθη απο του επερχομενου ολεθρου. |
22 Della rovina e della fame riderai né temerai le bestie selvatiche; | 22 Τον ολεθρον και την πειναν θελεις καταγελα? και δεν θελεις φοβηθη απο των θηριων της γης. |
23 con le pietre del campo avrai un patto e le bestie selvatiche saranno in pace con te. | 23 Διοτι θελεις εχει συμμαχιαν μετα των λιθων της πεδιαδος? και τα θηρια του αγρου θελουσιν ειρηνευει μετα σου. |
24 Vedrai che sarà prospera la tua tenda, visiterai la tua proprietà e non sarai deluso. | 24 Και θελεις γνωρισει οτι ειρηνη ειναι εν τη σκηνη σου, και θελεις επισκεφθη την κατοικιαν σου, και δεν θελει σοι λειπει ουδεν. |
25 Vedrai che sarà numerosa la tua prole, i tuoi rampolli come l’erba dei prati. | 25 Και θελεις γνωρισει οτι ειναι πολυ το σπερμα σου, και οι εκγονοι σου ως η βοτανη της γης. |
26 Te ne andrai alla tomba in piena maturità, come un covone raccolto a suo tempo. | 26 Θελεις ελθει εις τον ταφον εν βαθει γηρατι, καθως συσσωρευεται η θημωνια του σιτου εν τω καιρω αυτης. |
27 Ecco, questo l’abbiamo studiato a fondo, ed è vero. Ascoltalo e imparalo per il tuo bene». | 27 Ιδου, τουτο εξιχνιασαμεν, ουτως εχει? ακουσον αυτο και γνωρισον εν σεαυτω. |