Psalmi 51
123456789101112131415161718192021222324252627282930313233343536373839404142434445464748495051525354555657585960616263646566676869707172737475767778798081828384858687888990919293949596979899100101102103104105106107108109110111112113114115116117118119120121122123124125126127128129130131132133134135136137138139140141142143144145146147148149150
Gen
Ex
Lv
Nm
Deut
Ios
Iudc
Ruth
1 Re
2 Re
3 Re
4 Re
1 Par
2 Par
Esd
Neh
Tob
Iudt
Esth
1 Mach
2 Mach
Iob
Ps
Prov
Eccle
Cant
Sap
Eccli
Isa
Ier
Lam
Bar
Ez
Dan
Os
Ioel
Am
Abd
Ion
Mi
Nah
Hab
Soph
Agg
Zach
Mal
Mt
Mc
Lc
Io
Act
Rom
1Cor
2Cor
Gal
Eph
Phil
Col
1 Thess
2 Thess
1 Tim
2 Tim
Tit
Philem
Hebr
Iac
1 Pt
2 Pt
1 Io
2 Io
3 Io
Iud
Apoc
Confronta con un'altra Bibbia
Cambia Bibbia
VULGATA | GREEK BIBLE |
---|---|
1 In finem. Intellectus David, | 1 Εις τον πρωτον μουσικον. Ψαλμος του Δαβιδ, οτε ηλθε Ναθαν ο προφητης προς αυτον, αφου εισηλθε προς την Βηθσαβεε.>> Ελεησον με, ω Θεε, κατα το ελεος σου? κατα το πληθος των οικτιρμων σου εξαλειψον τα ανομηματα μου. |
2 cum venit Doëg Idumæus, et nuntiavit Sauli : Venit David in domum Achimelech. | 2 Πλυνον με μαλλον και μαλλον απο της ανομιας μου και απο της αμαρτιας μου καθαρισον με. |
3 Quid gloriaris in malitia, qui potens es in iniquitate ? | 3 Διοτι τα ανομηματα μου εγω γνωριζω, και η αμαρτια μου ενωπιον μου ειναι διαπαντος. |
4 Tota die injustitiam cogitavit lingua tua ; sicut novacula acuta fecisti dolum. | 4 Εις σε, εις σε μονον ημαρτον και το πονηρον ενωπιον σου επραξα? δια να δικαιωθης εν τοις λογοις σου και να ησαι αμεμπτος εις τας κρισεις σου. |
5 Dilexisti malitiam super benignitatem ; iniquitatem magis quam loqui æquitatem. | 5 Ιδου, συνεληφθην εν ανομια, και εν αμαρτια με εγεννησεν μητηρ μου. |
6 Dilexisti omnia verba præcipitationis ; lingua dolosa. | 6 Ιδου, ηγαπησας αληθειαν εν τη καρδια, και εις τα ενδομυχα θελεις με διδαξει σοφιαν. |
7 Propterea Deus destruet te in finem ; evellet te, et emigrabit te de tabernaculo tuo, et radicem tuam de terra viventium. | 7 Ραντισον με με υσσωπον, και θελω εισθαι καθαρος? πλυνον με, και θελω εισθαι λευκοτερος χιονος. |
8 Videbunt justi, et timebunt ; et super eum ridebunt, et dicent : | 8 Καμε με να ακουσω αγαλλιασιν και ευφροσυνην, δια να ευφρανθωσι τα οστα, τα οποια συνεθλασας. |
9 Ecce homo qui non posuit Deum adjutorem suum ; sed speravit in multitudine divitiarum suarum, et prævaluit in vanitate sua. | 9 Αποστρεψον το προσωπον σου απο των αμαρτιων μου και πασας τας ανομιας μου εξαλειψον. |
10 Ego autem, sicut oliva fructifera in domo Dei ; speravi in misericordia Dei, in æternum et in sæculum sæculi. | 10 Καρδιαν καθαραν κτισον εν εμοι, Θεε? και πνευμα ευθες ανανεωσον εντος μου. |
11 Confitebor tibi in sæculum, quia fecisti ; et exspectabo nomen tuum, quoniam bonum est in conspectu sanctorum tuorum. | 11 Μη με απορριψης απο του προσωπου σου? και το πνευμα το αγιον σου μη αφαιρεσης απ' εμου. |
12 Αποδος μοι την αγαλλιασιν της σωτηριας σου και με πνευμα ηγεμονικον στηριξον με. | |
13 Θελω διδαξει εις τους παραβατας τας οδους σου? και αμαρτωλοι θελουσιν επιστρεφει εις σε. | |
14 Ελευθερωσον με απο αιματων, Θεε, Θεε της σωτηριας μου? η γλωσσα μου θελει ψαλλει εν αγαλλιασει την δικαιοσυνην σου. | |
15 Κυριε, ανοιξον τα χειλη μου? και το στομα μου θελει αναγγελλει την αινεσιν σου. | |
16 Διοτι δεν θελεις θυσιαν, αλλως ηθελον προσφερει? εις ολοκαυτωματα δεν αρεσκεσαι. | |
17 Θυσιαι του Θεου ειναι πνευμα συντετριμμενον? καρδιαν συντετριμμενην και τεταπεινωμενην, Θεε, δεν θελεις καταφρονησει. | |
18 Ευεργετησον την Σιων δια της ευνοιας σου? οικοδομησον τα τειχη της Ιερουσαλημ. | |
19 Τοτε θελεις ευαρεστηθη εις θυσιας δικαιοσυνης, εις προσφορας και ολοκαυτωματα? τοτε θελουσι προσφερει μοσχους επι το θυσιαστηριον σου. |