Psalmi 35
123456789101112131415161718192021222324252627282930313233343536373839404142434445464748495051525354555657585960616263646566676869707172737475767778798081828384858687888990919293949596979899100101102103104105106107108109110111112113114115116117118119120121122123124125126127128129130131132133134135136137138139140141142143144145146147148149150
Gen
Ex
Lv
Nm
Deut
Ios
Iudc
Ruth
1 Re
2 Re
3 Re
4 Re
1 Par
2 Par
Esd
Neh
Tob
Iudt
Esth
1 Mach
2 Mach
Iob
Ps
Prov
Eccle
Cant
Sap
Eccli
Isa
Ier
Lam
Bar
Ez
Dan
Os
Ioel
Am
Abd
Ion
Mi
Nah
Hab
Soph
Agg
Zach
Mal
Mt
Mc
Lc
Io
Act
Rom
1Cor
2Cor
Gal
Eph
Phil
Col
1 Thess
2 Thess
1 Tim
2 Tim
Tit
Philem
Hebr
Iac
1 Pt
2 Pt
1 Io
2 Io
3 Io
Iud
Apoc
Confronta con un'altra Bibbia
Cambia Bibbia
VULGATA | LXX |
---|---|
1 In finem. Servo Domini ipsi David. | 1 εις το τελος τω δουλω κυριου τω δαυιδ |
2 Dixit injustus ut delinquat in semetipso : non est timor Dei ante oculos ejus. | 2 φησιν ο παρανομος του αμαρτανειν εν εαυτω ουκ εστιν φοβος θεου απεναντι των οφθαλμων αυτου |
3 Quoniam dolose egit in conspectu ejus, ut inveniatur iniquitas ejus ad odium. | 3 οτι εδολωσεν ενωπιον αυτου του ευρειν την ανομιαν αυτου και μισησαι |
4 Verba oris ejus iniquitas, et dolus ; noluit intelligere ut bene ageret. | 4 τα ρηματα του στοματος αυτου ανομια και δολος ουκ εβουληθη συνιεναι του αγαθυναι |
5 Iniquitatem meditatus est in cubili suo ; astitit omni viæ non bonæ : malitiam autem non odivit. | 5 ανομιαν διελογισατο επι της κοιτης αυτου παρεστη παση οδω ουκ αγαθη τη δε κακια ου προσωχθισεν |
6 Domine, in cælo misericordia tua, et veritas tua usque ad nubes. | 6 κυριε εν τω ουρανω το ελεος σου και η αληθεια σου εως των νεφελων |
7 Justitia tua sicut montes Dei ; judicia tua abyssus multa. Homines et jumenta salvabis, Domine, | 7 η δικαιοσυνη σου ωσει ορη θεου τα κριματα σου αβυσσος πολλη ανθρωπους και κτηνη σωσεις κυριε |
8 quemadmodum multiplicasti misericordiam tuam, Deus. Filii autem hominum in tegmine alarum tuarum sperabunt. | 8 ως επληθυνας το ελεος σου ο θεος οι δε υιοι των ανθρωπων εν σκεπη των πτερυγων σου ελπιουσιν |
9 Inebriabuntur ab ubertate domus tuæ, et torrente voluptatis tuæ potabis eos : | 9 μεθυσθησονται απο πιοτητος του οικου σου και τον χειμαρρουν της τρυφης σου ποτιεις αυτους |
10 quoniam apud te est fons vitæ, et in lumine tuo videbimus lumen. | 10 οτι παρα σοι πηγη ζωης εν τω φωτι σου οψομεθα φως |
11 Prætende misericordiam tuam scientibus te, et justitiam tuam his qui recto sunt corde. | 11 παρατεινον το ελεος σου τοις γινωσκουσιν σε και την δικαιοσυνην σου τοις ευθεσι τη καρδια |
12 Non veniat mihi pes superbiæ, et manus peccatoris non moveat me. | 12 μη ελθετω μοι πους υπερηφανιας και χειρ αμαρτωλων μη σαλευσαι με |
13 Ibi ceciderunt qui operantur iniquitatem ; expulsi sunt, nec potuerunt stare. | 13 εκει επεσον οι εργαζομενοι την ανομιαν εξωσθησαν και ου μη δυνωνται στηναι |