Scrutatio

Lunedi, 29 aprile 2024 - Santa Caterina da Siena ( Letture di oggi)

Salmi 35


font
BIBBIA CEI 1974GREEK BIBLE
1 'Di Davide.'

Signore, giudica chi mi accusa,
combatti chi mi combatte.
1 Ψαλμος του Δαβιδ.>> Δικασον, Κυριε, τους δικαζομενους μετ' εμου? πολεμησον τους πολεμουντας με.
2 Afferra i tuoi scudi
e sorgi in mio aiuto.
2 Αναλαβε οπλον και ασπιδα και αναστηθι εις βοηθειαν μου.
3 Vibra la lancia e la scure
contro chi mi insegue,
dimmi: "Sono io la tua salvezza".

3 Και δραξον το δορυ και συγκλεισον την οδον των καταδιωκοντων με? ειπε εις την ψυχην μου, Εγω ειμαι η σωτηρια σου.
4 Siano confusi e coperti di ignominia
quelli che attentano alla mia vita;
retrocedano e siano umiliati
quelli che tramano la mia sventura.
4 Ας αισχυνθωσι και ας εντραπωσιν οι ζητουντες την ψυχην μου? ας στραφωσιν εις τα οπισω και ας αισχυνθωσιν οι βουλευομενοι το κακον μου.
5 Siano come pula al vento
e l'angelo del Signore li incalzi;
5 Ας ηναι ως λεπτον αχυρον κατα προσωπον ανεμου, και αγγελος Κυριου ας διωκη αυτους.
6 la loro strada sia buia e scivolosa
quando li insegue l'angelo del Signore.

6 Ας ηναι η οδος αυτων σκοτος και ολισθημα, και αγγελος Κυριου ας καταδιωκη αυτους.
7 Poiché senza motivo mi hanno teso una rete,
senza motivo mi hanno scavato una fossa.
7 Διοτι αναιτιως εκρυψαν δι' εμε την παγιδα αυτων εν λακκω? αναιτιως εσκαψαν αυτον δια την ψυχην μου.
8 Li colga la bufera improvvisa,
li catturi la rete che hanno tesa,
siano travolti dalla tempesta.
8 Ας ελθη επ' αυτον ολεθρος απροσδοκητος? και η παγις αυτου, την οποιαν εκρυψεν, ας συλλαβη αυτον? ας πεση εις αυτην εν ολεθρω.
9 Io invece esulterò nel Signore
per la gioia della sua salvezza.
9 Η δε ψυχη μου θελει αγαλλεσθαι εις τον Κυριον, θελει χαιρει εις την σωτηριαν αυτου.
10 Tutte le mie ossa dicano:
"Chi è come te, Signore,
che liberi il debole dal più forte,
il misero e il povero dal predatore?".

10 Παντα τα οστα μου θελουσιν ειπει, Κυριε, τις ομοιος σου, οστις ελευθερονεις τον πτωχον απο του ισχυροτερου αυτου, και τον πτωχον και τον πενητα απο του διαρπαζοντος αυτον;
11 Sorgevano testimoni violenti,
mi interrogavano su ciò che ignoravo,
11 Σηκωθεντες μαρτυρες αδικοι, με ηρωτων περι πραγματων, τα οποια εγω δεν ηξευρον?
12 mi rendevano male per bene:
una desolazione per la mia vita.
12 Ανταπεδωκαν εις εμε κακον αντι καλου? στερησιν εις την ψυχην μου.
13 Io, quand'erano malati, vestivo di sacco,
mi affliggevo col digiuno,
riecheggiava nel mio petto la mia preghiera.
13 Εγω δε, οτε αυτοι ησαν εν θλιψει, ενεδυομην σακκον? εταπεινωσα εν νηστεια την ψυχην μου? και η προσευχη μου επεστρεφεν εις τον κολπον μου.
14 Mi angustiavo come per l'amico, per il fratello,
come in lutto per la madre mi prostravo nel dolore.

14 Εφερομην ως προς φιλον, ως προς αδελφον μου? εκυπτον σκυθρωπαζων, ως ο πενθων δια την μητερα αυτου.
15 Ma essi godono della mia caduta, si radunano,
si radunano contro di me per colpirmi all'improvviso.
Mi dilaniano senza posa,
15 Αλλ' αυτοι εχαρησαν δια την συμφοραν μου και συνηχθησαν? συνηχθησαν εναντιον μου οι χαμερπεις, και εγω δεν ηξευρον? με εξεσχιζον και δεν επαυον?
16 mi mettono alla prova, scherno su scherno,
contro di me digrignano i denti.

16 Μετα υποκριτικων χλευαστων εν συμποσιοις ετριζον κατ' εμου τους οδοντας αυτων.
17 Fino a quando, Signore, starai a guardare?
Libera la mia vita dalla loro violenza,
dalle zanne dei leoni l'unico mio bene.
17 Κυριε, ποτε θελεις ιδει; ελευθερωσον την ψυχην μου απο του ολεθρου αυτων, την μεμονωμενην μου εκ των λεοντων.
18 Ti loderò nella grande assemblea,
ti celebrerò in mezzo a un popolo numeroso.

18 Εγω θελω σε υμνει εν μεγαλη συναξει? μεταξυ πολυαριθμου λαου θελω σε υμνει.
19 Non esultino su di me i nemici bugiardi,
non strizzi l'occhio chi mi odia senza motivo.
19 Ας μη χαρωσιν επ' εμε οι εχθρευομενοι με αδικως? οι μισουντες με αναιτιως ας μη νευωσι με τους οφθαλμους.
20 Poiché essi non parlano di pace,
contro gli umili della terra tramano inganni.
20 Διοτι δεν ελαλουν ειρηνην, αλλα εμελετων δολους κατα των ησυχαζοντων επι της γης?
21 Spalancano contro di me la loro bocca;
dicono con scherno: "Abbiamo visto con i nostri occhi!".

21 και επλατυναν κατ' εμου το στομα αυτων, Λεγοντες, Ευγε, ευγε? ειδεν ο οφθαλμος ημων.
22 Signore, tu hai visto, non tacere;
Dio, da me non stare lontano.
22 Ειδες, Κυριε? μη σιωπησης? Κυριε, μη απομακρυνθης απ' εμου.
23 Dèstati, svègliati per il mio giudizio,
per la mia causa, Signore mio Dio.

23 Εγερθητι και εξυπνησον δια την κρισιν μου, Θεε μου και Κυριε μου, δια την δικην μου.
24 Giudicami secondo la tua giustizia, Signore mio Dio,
e di me non abbiano a gioire.
24 Κρινον με, Κυριε ο Θεος μου, κατα την δικαιοσυνην σου, και ας μη χαρωσιν επ' εμε.
25 Non pensino in cuor loro: "Siamo soddisfatti!".
Non dicano: "Lo abbiamo divorato".

25 Ας μη ειπωσιν εν ταις καρδιαις αυτων, Ευγε, ψυχη ημων. μηδε ας ειπωσι, Κατεπιομεν αυτον.
26 Sia confuso e svergognato chi gode della mia sventura,
sia coperto di vergogna e d'ignominia chi mi insulta.
26 Ας αισχυνθωσι και ας εντραπωσιν ομου οι επιχαιροντες εις το κακον μου? ας ενδυθωσιν εντροπην και ονειδος οι μεγαλαυχουντες κατ' εμου.
27 Esulti e gioisca chi ama il mio diritto,
dica sempre: "Grande è il Signore
che vuole la pace del suo servo".
27 Ας ευφρανθωσι και ας χαρωσιν οι θελοντες την δικαιοσυνην μου? και διαπαντος ας λεγωσιν, Ας μεγαλυνθη ο Κυριος, οστις θελει την ειρηνην του δουλου αυτου.
28 La mia lingua celebrerà la tua giustizia,
canterà la tua lode per sempre.
28 Και η γλωσσα μου θελει μελετα την δικαιοσυνην σου και τον επαινον σου ολην την ημεραν.