Scrutatio

Domenica, 28 aprile 2024 - San Luigi Maria Grignion da Montfort ( Letture di oggi)

Isaia 47


font
BIBBIA CEI 2008GREEK BIBLE
1 Scendi e siedi sulla polvere,
vergine figlia di Babilonia.
Siedi a terra, senza trono,
figlia dei Caldei,
poiché non sarai più chiamata
tenera e voluttuosa.
1 Καταβα και καθησον επι του χωματος, παρθενε θυγατηρ της Βαβυλωνος? καθησον κατα γης? θρονος πλεον δεν ειναι, θυγατηρ των Χαλδαιων? διοτι δεν θελεις πλεον ονομασθη απαλη και τρυφερα.
2 Prendi la mola e macina la farina,
togliti il velo, solleva i lembi della veste,
scopriti le gambe,
attraversa i fiumi.
2 Πιασον τον χειρομυλον και αλεθε αλευρον? εκκαλυψον τους πλοκαμους σου, γυμνωσον τους ποδας, εκκαλυψον τας κνημας, περασον τους ποταμους.
3 Si scopra la tua nudità,
si mostri la tua vergogna.
«Io assumerò la vendetta
e non baderò a nessuno»,
3 Η γυμνωσις σου θελει εκκαλυφθη? ναι, η αισχυνη σου θελει φανη? εκδικησιν θελω λαβει και δεν θελω φεισθη ανθρωπον.
4 dice il nostro redentore
che si chiama Signore degli eserciti,
il Santo d’Israele.
4 Του Λυτρωτου ημων το ονομα ειναι, Ο Κυριος των δυναμεων, ο Αγιος του Ισραηλ.
5 Siedi in silenzio e scivola nell’ombra,
figlia dei Caldei,
perché non sarai più chiamata
signora di regni.
5 Καθησον σιωπωσα και εισελθε εις το σκοτος, θυγατηρ των Χαλδαιων? διοτι δεν θελεις πλεον ονομαζεσθαι, Η κυρια των βασιλειων.
6 Ero adirato contro il mio popolo,
avevo lasciato profanare la mia eredità;
perciò lo misi in tuo potere.
Tu non mostrasti loro pietà;
persino sui vecchi facesti gravare
il tuo giogo pesante.
6 Ωργισθην κατα του λαου μου, εμιανα την κληρονομιαν μου και παρεδωκα αυτους εις την χειρα σου? πλην συ δεν εδειξας εις αυτους ελεος? σφοδρα εβαρυνας τον ζυγον σου επι τον γεροντα.
7 Tu pensavi: «Sempre
io sarò signora, in perpetuo».
Non ti sei mai curata di questo,
non hai mai pensato quale sarebbe stata la sua fine.
7 Και ειπας, εις τον αιωνα θελω εισθαι κυρια? ωστε δεν εβαλες ταυτα εν τη καρδια σου ουδε ενεθυμηθης τα εσχατα αυτων.
8 Ora ascolta questo,
o voluttuosa che te ne stavi sicura,
e pensavi: «Io e nessun altro!
Non resterò vedova,
non conoscerò la perdita di figli».
8 Τωρα λοιπον ακουσον τουτο, η παραδεδομενη εις τας τρυφας, η κατοικουσα αμεριμνως, η λεγουσα εν τη καρδια σου, Εγω ειμαι και εκτος εμου ουδεμια αλλη? δεν θελω καθησει χηρα και δεν θελω γνωρισει ατεκνωσιν.
9 Ma ti accadranno queste due cose,
d’improvviso, in un sol giorno;
perdita di figli e vedovanza
piomberanno su di te in piena misura,
nonostante la moltitudine delle tue magie,
la forza dei tuoi molti scongiuri.
9 Τα δυο ταυτα θελουσι βεβαιως ελθει επι σε εξαιφνης εν μια ημερα, ατεκνωσις και χηρεια? θελουσιν ελθει επι σε καθ' ολοκληριαν δια το πληθος των μαγειων σου, δια την μεγαλην αφθονιαν των γοητευματων σου?
10 Confidavi nella tua malizia, dicevi:
«Nessuno mi vede».
La tua saggezza e il tuo sapere
ti hanno sviato.
Eppure dicevi in cuor tuo:
«Io e nessun altro!».
10 διοτι εθαρρευθης επι την πονηριαν σου και ειπας, δεν με βλεπει ουδεις. Η σοφια σου και η επιστημη σου σε απεπλανησαν? και ειπας εν τη καρδια σου, Εγω ειμαι και εκτος εμου ουδεμια αλλη.
11 Ti verrà addosso una sciagura
che non saprai scongiurare;
ti cadrà sopra una calamità
che non potrai evitare.
Su di te piomberà improvvisa una catastrofe
che non avrai previsto.
11 Δια τουτο θελει ελθει κακον επι σε, χωρις να εξευρης ποθεν γενναται? και συμφορα θελει πεσει κατα σου, χωρις να δυνασαι να αποστρεψης αυτην? και ολεθρος θελει ελθει, αιφνιδιως επι σε, χωρις να εξευρης.
12 Stattene pure nei tuoi incantesimi,
nelle tue molte magie,
per cui ti sei affaticata dalla giovinezza:
forse potrai giovartene,
forse potrai far paura!
12 Στηθι τωρα με τας γοητειας σου και με το πληθος των μαγειων σου, εις τας οποιας ηγωνισθης εκ νεοτητος σου? αν δυνασαι να ωφεληθης, αν δυνασαι να υπερισχυσης.
13 Ti sei stancata delle tue molte speculazioni:
si presentino e ti salvino quelli che misurano il cielo,
che osservano le stelle,
i quali ogni mese ti pronosticano
che cosa ti capiterà.
13 Απεκαμες εν τω πληθει των βουλων σου. Ας σηκωθωσι τωρα οι ουρανοσκοποι, οι αστρολογοι, οι μηνολογοι προγνωστικοι, και ας σε σωσωσιν εκ των επερχομενων επι σε.
14 Ecco, essi sono come stoppia:
il fuoco li consuma;
non salveranno se stessi dal potere delle fiamme.
Non ci sarà brace per scaldarsi
né fuoco dinanzi al quale sedersi.
14 Ιδου, θελουσιν εισθαι ως αχυρον? πυρ θελει κατακαυσει αυτους? δεν θελουσι δυνηθη να σωσωσιν εαυτους απο της δυναμεως της φλογος? δεν θελει μεινει ανθραξ δια να θερμανθη τις ουδε πυρ δια να καθηση εμπροσθεν αυτου.
15 Così sono diventati per te i trafficanti
con i quali ti sei affaticata fin dalla giovinezza;
ognuno barcolla per suo conto,
nessuno ti viene in aiuto.
15 Τοιουτοι θελουσιν εισθαι εις σε εκεινοι, μετα των οποιων εκ νεοτητος σου εκοπιασας, οι εμποροι σου? θελουσι φυγει περιπλανωμενοι εκαστος εις το μερος αυτου? ουδεις θελει σε σωσει.