Isaia 24
Confronta con un'altra Bibbia
Cambia Bibbia
BIBBIA CEI 2008 | GREEK BIBLE |
---|---|
1 Ecco che il Signore devasta la terra, la squarcia e ne sconvolge la superficie e ne disperde gli abitanti. | 1 Ιδου, ο Κυριος κενονει την γην και ερημονει αυτην και ανατρεπει αυτην και διασκορπιζει τους κατοικους αυτης. |
2 Avverrà lo stesso al popolo come al sacerdote, allo schiavo come al suo padrone, alla schiava come alla sua padrona, al compratore come al venditore, a chi riceve come a chi dà in prestito, al creditore come al debitore. | 2 Και θελει εισθαι, ως ο λαος, ουτως ο ιερευς? ως ο θεραπων, ουτως ο κυριος αυτου? ως η θεραπαινα, ουτως η κυρια αυτης? ως ο αγοραστης, ουτως ο πωλητης? ως ο δανειστης, ουτως ο δανειζομενος? ως ο λαμβανων τοκον, ουτως ο πληρονων τοκον εις αυτον. |
3 Sarà tutta devastata la terra, sarà tutta saccheggiata, perché il Signore ha pronunciato questa parola. | 3 Ολοκληρως θελει κενωθη η γη και ολοκληρως θελει γυμνωθη? διοτι ο Κυριος ελαλησε τον λογον τουτον. |
4 È in lutto, languisce la terra; è squallido, languisce il mondo, sono desolati il cielo e gli abitanti della terra. | 4 Η γη πενθει, μαραινεται, ο κοσμος ατονει, μαραινεται, οι υψηλοι εκ των λαων της γης ειναι ητονημενοι. |
5 La terra è stata profanata dai suoi abitanti, perché hanno trasgredito le leggi, hanno disobbedito al decreto, hanno infranto l’alleanza eterna. | 5 Και η γη εμολυνθη υποκατω των κατοικων αυτης? διοτι παρεβησαν τους νομους, ηλλαξαν το διαταγμα, ηθετησαν διαθηκην αιωνιον. |
6 Per questo la maledizione divora la terra, i suoi abitanti ne scontano la pena; per questo si consumano gli abitanti della terra e sono rimasti solo pochi uomini. | 6 Δια τουτο η αρα κατεφαγε την γην και οι κατοικουντες εν αυτη ηρημωθησαν? δια τουτο οι κατοικοι της γης κατεκαυθησαν και ολιγοι ανθρωποι εμειναν. |
7 Lugubre è il mosto, la vigna languisce, gemono tutti i cuori festanti. | 7 Ο νεος οινος πενθει, η αμπελος ειναι εν ατονια, παντες οι ευφραινομενοι την καρδιαν στεναζουσιν. |
8 È cessata la gioia dei tamburelli, è finito il chiasso dei gaudenti, è cessata la gioia della cetra. | 8 Η ευφροσυνη των τυμπανων παυει? ο θορυβος των ευθυμουντων τελειονει? παυει της κιθαρας η ευφροσυνη. |
9 Non si beve più il vino tra i canti, la bevanda inebriante è amara per chi la beve. | 9 Δεν θελουσι πινει οινον μετα ασματων? το σικερα θελει εισθαι πικρον εις τους πινοντας αυτο. |
10 È distrutta la città del nulla, è chiuso l’ingresso di ogni casa. | 10 Η πολις της ερημωσεως ηφανισθη? πασα οικια εκλεισθη, ωστε να μη εισελθη μηδεις. |
11 Per le strade si lamentano, perché non c’è vino; ogni gioia è scomparsa, se ne è andata la letizia dalla terra. | 11 Κραυγη ειναι εν ταις οδοις δια τον οινον? πασα ευθυμια παρηλθεν? η χαρα του τοπου εφυγεν. |
12 Nella città è rimasta la desolazione; la porta è stata abbattuta a pezzi. | 12 Ερημια εμεινεν εν τη πολει, και η πυλη εκτυπηθη υπο αφανισμου? |
13 Perché così accadrà nel centro della terra, in mezzo ai popoli, come quando si bacchiano le olive, come quando si racimola, finita la vendemmia. | 13 οταν γεινη ουτως εν μεσω της γης μεταξυ των λαων, θελει εισθαι ως τιναγμος ελαιας, ως το σταφυλολογημα αφου παυση ο τρυγητος. |
14 Quelli alzeranno la voce, canteranno alla maestà del Signore. Acclameranno gioiosamente dal mare: | 14 Ουτοι θελουσιν υψωσει την φωνην αυτων, θελουσι ψαλλει δια την μεγαλειοτητα του Κυριου, θελουσι μεγαλοφωνει απο της θαλασσης. |
15 «Voi in oriente, glorificate il Signore, nelle isole del mare, il nome del Signore, Dio d’Israele». | 15 Δια τουτο δοξασατε τον Κυριον εν ταις κοιλασι, το ονομα Κυριου του Θεου του Ισραηλ εν ταις νησοις της θαλασσης. |
16 Dagli angoli estremi della terra abbiamo udito il canto: «Gloria al giusto». Ma io dico: «Guai a me! Guai a me! Ohimè!». I perfidi agiscono perfidamente, i perfidi operano con perfidia. | 16 Απ' ακρου της γης ηκουσαμεν ασματα, Δοξα εις τον δικαιον. Αλλ' εγω ειπα, Ταλαιπωρια μου, ταλαιπωρια μου? ουαι εις εμε? οι απιστοι απιστως επραξαν? ναι, οι απιστοι πολλα απιστως επραξαν. |
17 Terrore, fossa e laccio ti sovrastano, o abitante della terra. | 17 Φοβος και λακκος και παγις ειναι επι σε, κατοικε της γης. |
18 Avverrà che chi fugge al grido di terrore cadrà nella fossa, chi risale dalla fossa sarà preso nel laccio, poiché cateratte dall’alto si aprono e si scuotono le fondamenta della terra. | 18 Και ο φευγων απο του ηχου του φοβου θελει πεσει εις τον λακκον? και ο αναβαινων εκ μεσου του λακκου θελει πιασθη εις την παγιδα? διοτι αι θυριδες ανωθεν ειναι ανοικται, και τα θεμελια της γης σειονται. |
19 A pezzi andrà la terra, in frantumi si ridurrà la terra, rovinosamente crollerà la terra. | 19 Η γη κατεσυντριφθη, η γη ολοκληρως διελυθη, η γη εκινηθη εις υπερβολην. |
20 La terra barcollerà come un ubriaco, vacillerà come una tenda; peserà su di essa la sua iniquità, cadrà e non si rialzerà. | 20 Η γη θελει κλονισθη εδω και εκει ως ο μεθυων και θελει μετακινηθη ως καλυβη? και η ανομια αυτης θελει βαρυνει επ' αυτην? και θελει πεσει και πλεον δεν θελει σηκωθη. |
21 Avverrà che in quel giorno il Signore punirà in alto l’esercito di lassù e in terra i re della terra. | 21 Και εν εκεινη τη ημερα ο Κυριος θελει παιδευσει το στρατευμα των υψηλων εν τω υψει και τους βασιλεις της γης επι της γης. |
22 Saranno senza scampo incarcerati, come un prigioniero in una prigione sotterranea, saranno rinchiusi in un carcere e dopo lungo tempo saranno puniti. | 22 Και θελουσι συναχθη, καθως συναγονται οι αιχμαλωτοι εις τον λακκον, και θελουσι κλεισθη εν τη φυλακη, και μετα πολλας ημερας θελει γεινει επισκεψις εις αυτους. |
23 Arrossirà la luna, impallidirà il sole, perché il Signore degli eserciti regna sul monte Sion e a Gerusalemme, e davanti ai suoi anziani risplende la sua gloria. | 23 Τοτε η σεληνη θελει εντραπη και ο ηλιος θελει αισχυνθη, οταν ο Κυριος των δυναμεων βασιλευση εν τω ορει Σιων και εν Ιερουσαλημ και δοξασθη ενωπιον των πρεσβυτερων αυτου. |