Scrutatio

Lunedi, 29 aprile 2024 - Santa Caterina da Siena ( Letture di oggi)

Giobbe 21


font
NOVA VULGATAGREEK BIBLE
1 Respondens autem Iob dixit:
1 Και απεκριθη ο Ιωβ και ειπεν?
2 “ Audite, quaeso, sermones
meos,
et sint haec consolationes vestrae.
2 Ακουσατε μετα προσοχης την ομιλιαν μου, και τουτο ας ηναι αντι των παρηγοριων σας.
3 Sustinete me, et ego loquar;
et post verba mea ridebitis.
3 Υποφερετε με να λαλησω? και αφου λαλησω, εμπαιζετε.
4 Numquid contra hominem disputatio mea est,
ut merito non debeam impatiens fieri?
4 Μη εις ανθρωπον παραπονουμαι εγω; δια τι λοιπον να μη ταραχθη το πνευμα μου;
5 Attendite me et obstupescite
et superponite digitum ori vestro.
5 Εμβλεψατε εις εμε και θαυμασατε, και βαλετε χειρα επι στοματος.
6 Et ego, quando recordatus fuero, pertimesco,
et concutit carnem meam tremor.
6 Μονον να ενθυμηθω, ταραττομαι, και τρομος κυριευει την σαρκα μου.
7 Quare ergo impii vivunt,
senuerunt confortatique sunt divitiis?
7 Δια τι οι ασεβεις ζωσι, γηρασκουσι, μαλιστα ακμαζουσιν εις πλουτη;
8 Semen eorum permanet coram eis,
et progenies eorum in conspectu eorum.
8 Το σπερμα αυτων στερεουται εμπροσθεν αυτων μετ' αυτων, και τα εκγονα αυτων εμπροσθεν των οφθαλμων αυτων.
9 Domus eorum securae sunt et pacatae,
et non est virga Dei super illos.
9 Αι οικιαι αυτων ειναι ασφαλεις απο φοβου? και ραβδος Θεου δεν ειναι επ' αυτους.
10 Bos eorum concepit et non abortivit,
vacca peperit et non est privata fetu suo.
10 Ο βους αυτων συλλαμβανει και δεν αποτυγχανει? η δαμαλις αυτων τικτει και δεν αποβαλλει.
11 Egrediuntur quasi greges parvuli eorum,
et infantes eorum exsultant lusibus.
11 Απολυουσι τα τεκνα αυτων ως προβατα, και τα παιδια αυτων σκιρτωσι.
12 Tenent tympanum et citharam
et gaudent ad sonitum organi.
12 Λαμβανουσι το τυμπανον και την κιθαραν και ευφραινονται εις τον ηχον του οργανου.
13 Ducunt in bonis dies suos
et in puncto ad inferna descendunt.
13 Διαγουσι τας ημερας αυτων εν αγαθοις και εν μια στιγμη καταβαινουσιν εις τον αδην.
14 Qui dixerant Deo: “Recede a nobis!
Scientiam viarum tuarum nolumus.
14 Και λεγουσι προς τον Θεον, αποστηθι αφ' ημων, διοτι δεν θελομεν να γνωρισωμεν τας οδους σου?
15 Quis est Omnipotens, ut serviamus ei,
et quid nobis prodest, si oraverimus illum?”.
15 τι ειναι ο Παντοδυναμος δια να δουλευωμεν αυτον; και τι ωφελουμεθα επικαλουμενοι αυτον;
16 Sint in manu eorum bona sua;
consilium vero impiorum longe sit a me.
16 Ιδου, τα αγαθα αυτων δεν ειναι εν τη χειρι αυτων? μακραν απ' εμου η βουλη των ασεβων.
17 Quam saepe lucerna impiorum exstinguitur,
et superveniet eis pernicies,
et dolores dividet in furore suo?
17 Ποσακις σβυνεται ο λυχνος των ασεβων, και ερχεται η καταστροφη αυτων επ' αυτους Ο Θεος διαμοιραζει εις αυτους ωδινας εν τη οργη αυτου.
18 Erunt sicut paleae ante faciem venti,
et sicut favilla, quam turbo dispergit.
18 Ειναι ως αχυρον εμπροσθεν του ανεμου? και ως κονιορτος, τον οποιον αρπαζει ο ανεμοστροβιλος.
19 “Servabitne Deus filiis iniquitatem eius?”.
Retribuat illi, ut sciat.
19 Ο Θεος φυλαττει την ποινην της ανομιας αυτων δια τους υιους αυτων? ανταποδιδει εις αυτους, και θελουσι γνωρισει τουτο.
20 Videbunt oculi eius interfectionem suam,
et de furore Omnipotentis bibet.
20 Οι οφθαλμοι αυτων θελουσιν ιδει την καταστροφην αυτων, και θελουσι πιει απο του θυμου του Παντοδυναμου.
21 Quid enim ad eum pertinet de domo sua post se,
et si numerus mensium eius recidetur?
21 Διοτι ο ασεβης ποιαν ηδονην εχει μεθ' εαυτον εν τω οικω αυτου, αφου κοπη εις το μεσον ο αριθμος των μηνων αυτου;
22 Numquid Deum docebit quispiam scientiam,
qui excelsos iudicat?
22 Θελει διδαξει τις τον Θεον γνωσιν; και αυτος κρινει τους υψηλους.
23 Iste moritur robustus et sanus,
dives et felix;
23 Ο μεν αποθνησκει εν τω ακρω της ευδαιμονιας αυτου, ενω ειναι κατα παντα ευτυχης και ησυχος?
24 viscera eius plena sunt adipe,
et medullis ossa illius irrigantur.
24 τα πλευρα αυτου ειναι πληρη παχους, και τα οστα αυτου ποτιζονται μυελον.
25 Alius vero moritur in amaritudine animae
absque ullis opibus;
25 Ο δε αποθνησκει εν πικρια ψυχης, και ποτε δεν εφαγεν εν ευφροσυνη.
26 et tamen simul in pulvere dormient,
et vermes operient eos.
26 Θελουσι κοιτεσθαι ομου εν τω χωματι, και σκωληκες θελουσι σκεπασει αυτους.
27 Certe novi cogitationes vestras
et sententias contra me iniquas.
27 Ιδου, γνωριζω τους διαλογισμους σας, και τας πονηριας τας οποιας μηχανασθε κατ' εμου.
28 Dicitis enim: “Ubi est domus principis,
et ubi tabernacula impiorum?”.
28 Διοτι λεγετε, Που ο οικος του αρχοντος; και που η σκηνη της κατοικησεως των ασεβων;
29 Nonne interrogastis quemlibet de viatoribus
et signa eorum non agnovistis?
29 Δεν ηρωτησατε τους διαβαινοντας την οδον; και τα σημεια αυτων δεν καταλαμβανετε;
30 Quia in diem perditionis servatur malus
et ad diem furoris abducetur.
30 Οτι ο ασεβης φυλαττεται εις ημεραν αφανισμου, εις ημεραν οργης φερεται.
31 Quis arguet coram eo viam eius,
et, quae fecit, quis reddet illi?
31 Τις θελει φανερωσει εμπροσθεν αυτου την οδον αυτου; και τις θελει ανταποδωσει εις αυτον ο, τι αυτος επραξε;
32 Ipse ad sepulcra ducetur,
et super tumulum vigilabunt.
32 και αυτος θελει φερθη εις τον ταφον, και θελει διαμενει εν τω μνηματι.
33 Dulces erunt ei glebae vallis,
et post se omnem hominem trahet
et ante se innumerabiles.
33 Οι βωλοι της κοιλαδος θελουσιν εισθαι γλυκεις εις αυτον, και πας ανθρωπος θελει υπαγει κατοπιν αυτου, καθως αναριθμητοι προπορευονται αυτου.
34 Quomodo igitur consolamini me frustra,
et responsionis vestrae restat perfidia? ”.
34 Πως λοιπον με παρηγορειτε ματαιως, αφου εις τας αποκρισεις σας μενει ψευδος;