Scrutatio

Sabato, 27 aprile 2024 - Santa Zita ( Letture di oggi)

Giobbe 24


font
BIBBIA TINTORIGREEK BIBLE
1 « I tempi non son nascosti all'Onnipotente, ma quelli che lo conoscono ignorano i suoi giorni.1 Επειδη οι καιροι δεν ειναι κεκρυμμενοι απο του Παντοδυναμου, δια τι οι γνωριζοντες αυτον δεν βλεπουσι τας ημερας αυτου;
2 Gli uni spostarono i termini, portarono ai pascoli greggi rubati,2 Μετακινουσιν ορια? αρπαζουσι ποιμνια και ποιμαινουσιν?
3 menaron via l'asino degli orfani, presero in pegno il bue della vedova,3 αφαιρουσι την ονον των ορφανων? λαμβανουσι τον βουν της χηρας εις ενεχυρον?
4 rovinarono la via dei poveri, ed ugualmente oppressero i mansueti della terra.4 εξωθουσι τους ενδεεις απο της οδου? οι πτωχοι της γης ομου κρυπτονται.
5 Altri, come asini selvatici nel deserto, escono al loro lavoro, non dormono per preparare il cibo, il pane ai figlioli.5 Ιδου, ως αγριοι ονοι εν τη ερημω, εξερχονται εις τα εργα αυτων εγειρομενοι πρωι δια αρπαγην? η ερημος διδει τροφην δι' αυτους και δια τα τεκνα αυτων.
6 Mietono il campo altrui, vendemmiano la vigna di colui che hanno oppresso colla forza,6 Θεριζουσιν αγρον μη οντα εαυτων, και τρυγωσιν αμπελον αδικιας.
7 rimandano nudi gli uomini, togliendo le vesti a quelli che non han di che coprirsi durante il freddo,7 Καμνουσι τους γυμνους να νυκτερευωσιν ανευ ιματιου, και δεν εχουσι σκεπασμα εις το ψυχος.
8 a quelli bagnati dalle piogge dei monti a quelli che, privi di vesti, si rifugiano dentro le rocce.8 Υγραινονται εκ των βροχων των ορεων και εναγκαλιζονται τον βραχον, μη εχοντες καταφυγιον.
9 Con violenza depredarono gli orfani, e spogliarono il povero popolo.9 Εκεινοι αρπαζουσι τον ορφανον απο του μαστου, και λαμβανουσιν ενεχυρον παρα του πτωχου?
10 A quelli che eran nudi e andavano senza vestito, a quelli che avevan fame strapparono di mano le spighe.10 καμνουσιν αυτον να υπαγη γυμνος ανευ ιματιου, και οι βασταζοντες τα χειροβολα μενουσι πεινωντες.
11 Passano il meriggio tra i covoni ammassati di coloro che, dopo aver pigiati gli strettoi, hanno sete.11 Οι εκπιεζοντες το ελαιον εντος των τοιχων αυτων και πατουντες τους ληνους αυτων, διψωσιν.
12 Nelle città fecero gemere gli uomini, l'anima dei feriti gridò vendetta, e Dio non lascia tal cosa impunita.12 Ανθρωποι στεναζουσιν εκ της πολεως, και η ψυχη των πεπληγωμενων βοα? αλλ' ο Θεος δεν επιθετει εις αυτους αφροσυνην.
13 Essi furon ribelli alla luce, non ne conobbero le vie, non ne seguirono i sentieri.13 Ουτοι ειναι εκ των ανθισταμενων εις το φως? δεν γνωριζουσι τας οδους αυτου, και δεν μενουσιν εν ταις τριβοις αυτου.
14 Avanti giorno si alza l'omicida, uccide il bisognoso e il povero, e di notte fa da ladro.14 Ο φονευς εγειρομενος την αυγην φονευει τον πτωχον και τον ενδεη, την δε νυκτα γινεται ως κλεπτης.
15 L'occhio dell'adultero aspetta il buio, e dice: Nessuno mi vedrà, e copre la sua faccia.15 Ο οφθαλμος ομοιως του μοιχου παραφυλαττει το νυκτωμα, λεγων, Οφθαλμος δεν θελει με ιδει? και καλυπτει το προσωπον αυτου.
16 Nelle tenebre sfondano le case, come avevan tra loro fissato il giorno, e non conoscon la luce.16 Εν τω σκοτει διατρυπωσι τας οικιας, τας οποιας την ημεραν εσημειωσαν δι' εαυτους. Δεν γνωριζουσι φως?
17 Se ad un tratto spunta l'aurora, la credono un'ombra di morte, e così camminano nelle tenebre come nella luce.17 διοτι η αυγη ειναι εις παντας αυτους σκια θανατου? εαν τις γνωριση αυτους, ειναι τρομοι σκιας θανατου.
18 Egli è leggero sul dorso delle onde. Sia maledetta la sua parte sopra la terra, e non cammini per la via delle vigne.18 Ειναι ελαφροι επι το προσωπον των υδατων? η μερις αυτων ειναι κατηραμενη επι της γης? δεν βλεπουσι την οδον των αμπελων.
19 Dalle acque delle nevi passi a insopportabile caldo, ed il suo peccato vada fino all'inferno.19 Η ξηρασια και η θερμοτης αρπαζουσι τα υδατα της χιονος, ο δε ταφος τους αμαρτωλους.
20 La misericordia lo dimentichi, i vermi sian la sua delizia, ne perisca la memoria, sia fatto a pezzi come pianta che non dà frutto,20 Η μητρα θελει λησμονησει αυτους? ο σκωληξ θελει βοσκεσθαι επ' αυτους? δεν θελουσιν ελθει πλεον εις ενθυμησιν? και η αδικια θελει συντριφθη ως ξυλον.
21 perchè ha divorata la sterile priva di figli, e non ha beneficata la vedova.21 Κακοποιουσι την στειραν την ατεκνον? και δεν αγαθοποιουσι την χηραν?
22 Colla sua forza gettò a terra i potenti; ma quando si alzerà non si terrà sicuro della sua vita.22 και κατακρατουσι τους δυνατους δια της δυναμεως αυτων? εγειρονται, και δεν ειναι ουδεις ασφαλης εν τη ζωη αυτου.
23 Dio gli diè tempo per far penitenza, ed egli ne abusa per insuperbirsi; ma gli occhi di Dio ne osservano la condotta.23 Εδωκε μεν ο Θεος εις αυτους ασφαλειαν και αναπαυονται? ομως οι οφθαλμοι αυτου ειναι επι τας οδους αυτων.
24 Salgono in alto per poco tempo, e, poi non saran più: come tutte le altre cose saranno umiliati e portati via, saran recisi come la sommità delle spighe.24 Υψονονται ολιγον καιρον και δεν υπαρχουσι, και καταβαλλονται ως παντες? σηκονονται εκ του μεσου και αποκοπτονται ως η κεφαλη των ασταχυων?
25 Se così non è, chi potrà farmi bugiardo, e portar le mie parole dinanzi a Dio? »25 και εαν τωρα δεν ηναι ουτω, τις θελει με διαψευσει και εξουθενισει τους λογους μου;