Salmi 57
123456789101112131415161718192021222324252627282930313233343536373839404142434445464748495051525354555657585960616263646566676869707172737475767778798081828384858687888990919293949596979899100101102103104105106107108109110111112113114115116117118119120121122123124125126127128129130131132133134135136137138139140141142143144145146147148149150
Confronta con un'altra Bibbia
Cambia Bibbia
BIBBIA CEI 1974 | LXX |
---|---|
1 'Al maestro del coro. Su "Non distruggere". Di Davide.' 'Miktam. Quando fuggì da Saul nella caverna.' | 1 εις το τελος μη διαφθειρης τω δαυιδ εις στηλογραφιαν |
2 Pietà di me, pietà di me, o Dio, in te mi rifugio; mi rifugio all'ombra delle tue ali finché sia passato il pericolo. | 2 ει αληθως αρα δικαιοσυνην λαλειτε ευθεια κρινετε οι υιοι των ανθρωπων |
3 Invocherò Dio, l'Altissimo, Dio che mi fa il bene. | 3 και γαρ εν καρδια ανομιας εργαζεσθε εν τη γη αδικιαν αι χειρες υμων συμπλεκουσιν |
4 Mandi dal cielo a salvarmi dalla mano dei miei persecutori, Dio mandi la sua fedeltà e la sua grazia. | 4 απηλλοτριωθησαν οι αμαρτωλοι απο μητρας επλανηθησαν απο γαστρος ελαλησαν ψευδη |
5 Io sono come in mezzo a leoni, che divorano gli uomini; i loro denti sono lance e frecce, la loro lingua spada affilata. | 5 θυμος αυτοις κατα την ομοιωσιν του οφεως ωσει ασπιδος κωφης και βυουσης τα ωτα αυτης |
6 Innàlzati sopra il cielo, o Dio, su tutta la terra la tua gloria. | 6 ητις ουκ εισακουσεται φωνην επαδοντων φαρμακου τε φαρμακευομενου παρα σοφου |
7 Hanno teso una rete ai miei piedi, mi hanno piegato, hanno scavato davanti a me una fossa e vi sono caduti. | 7 ο θεος συνετριψεν τους οδοντας αυτων εν τω στοματι αυτων τας μυλας των λεοντων συνεθλασεν κυριος |
8 Saldo è il mio cuore, o Dio, saldo è il mio cuore. | 8 εξουδενωθησονται ως υδωρ διαπορευομενον εντενει το τοξον αυτου εως ου ασθενησουσιν |
9 Voglio cantare, a te voglio inneggiare: svègliati, mio cuore, svègliati arpa, cetra, voglio svegliare l'aurora. | 9 ωσει κηρος ο τακεις ανταναιρεθησονται επεπεσε πυρ και ουκ ειδον τον ηλιον |
10 Ti loderò tra i popoli, Signore, a te canterò inni tra le genti. | 10 προ του συνιεναι τας ακανθας υμων την ραμνον ωσει ζωντας ωσει εν οργη καταπιεται υμας |
11 perché la tua bontà è grande fino ai cieli, e la tua fedeltà fino alle nubi. | 11 ευφρανθησεται δικαιος οταν ιδη εκδικησιν ασεβων τας χειρας αυτου νιψεται εν τω αιματι του αμαρτωλου |
12 Innàlzati sopra il cielo, o Dio, su tutta la terra la tua gloria. | 12 και ερει ανθρωπος ει αρα εστιν καρπος τω δικαιω αρα εστιν ο θεος κρινων αυτους εν τη γη |