Proverbi 14
Confronta con un'altra Bibbia
Cambia Bibbia
BIBBIA CEI 2008 | GREEK BIBLE |
---|---|
1 La donna saggia costruisce la sua casa, quella stolta la demolisce con le proprie mani. | 1 Αι σοφαι γυναικες οικοδομουσι τον οικον αυτων? η δε αφρων κατασκαπτει αυτον δια των χειρων αυτης. |
2 Cammina nella propria giustizia chi teme il Signore, ma chi è traviato nelle proprie vie lo disprezza. | 2 Ο περιπατων εν τη ευθυτητι αυτου φοβειται τον Κυριον? ο δε σκολιος τας οδους αυτου καταφρονει αυτον. |
3 Nella bocca dello stolto c’è il germoglio della superbia, ma le labbra dei saggi sono la loro salvaguardia. | 3 Εν στοματι αφρονος ειναι η ραβδος της υπερηφανιας? τα δε χειλη των σοφων θελουσι φυλαττει αυτους. |
4 Se non ci sono buoi la greppia è vuota, l’abbondanza del raccolto sta nel vigore del toro. | 4 Οπου δεν ειναι βοες, η αποθηκη ειναι κενη? η δε αφθονια των γεννηματων ειναι εκ της δυναμεως του βοος. |
5 Il testimone sincero non mentisce, chi proferisce menzogne è testimone falso. | 5 Ο αληθης μαρτυς δεν θελει ψευδεσθαι? ο δε ψευδης μαρτυς εκχεει ψευδη. |
6 Lo spavaldo ricerca la sapienza ma invano, la scienza è cosa facile per l’intelligente. | 6 Ο χλευαστης ζητει σοφιαν και δεν ευρισκει? εις δε τον συνετον ειναι ευκολος η μαθησις. |
7 Stai lontano dall’uomo stolto: in lui non troverai labbra sapienti. | 7 Υπαγε κατεναντι του αφρονος ανθρωπου και δεν θελεις ευρει χειλη συνεσεως. |
8 Il sapiente avveduto conosce la sua strada, ma la stoltezza degli sciocchi è inganno. | 8 Η σοφια του φρονιμου ειναι να γνωριζη την οδον αυτου? η δε μωρια των αφρονων αποπλανησις. |
9 Tra gli stolti risiede la colpa, tra i giusti dimora la benevolenza. | 9 Οι αφρονες γελωσιν εις την ανομιαν? εν μεσω δε των ευθεων ειναι χαρις. |
10 Il cuore conosce la propria amarezza e alla sua gioia non partecipa l’estraneo. | 10 Η καρδια του ανθρωπου γνωριζει την πικριαν της ψυχης αυτου? και ξενος δεν συμμετεχει της χαρας αυτης. |
11 La casa degli empi sarà abbattuta, ma la tenda dei giusti prospererà. | 11 Η οικια των ασεβων θελει αφανισθη? η δε σκηνη των ευθεων θελει ανθει. |
12 C’è una via che sembra diritta per l’uomo, ma alla fine conduce su sentieri di morte. | 12 Υπαρχει οδος, ητις φαινεται ορθη εις τον ανθρωπον, αλλα τα τελη αυτης φερουσιν εις θανατον. |
13 Anche nel riso il cuore prova dolore e la gioia può finire in pena. | 13 Ετι και εις τον γελωτα πονει η καρδια? και το τελος της χαρας ειναι λυπη. |
14 Il perverso si sazia della sua condotta, l’uomo buono delle sue opere. | 14 Ο διεφθαρμενος την καρδιαν θελει εμπλησθη απο των οδων αυτου? ο δε αγαθος ανθρωπος αφ' εαυτου. |
15 L’ingenuo crede a ogni parola, ma chi è avveduto controlla i propri passi. | 15 Ο απλους πιστευει εις παντα λογον? ο δε φρονιμος προσεχει εις τα βηματα αυτου. |
16 Il saggio teme e sta lontano dal male, lo stolto invece è impulsivo e si sente sicuro. | 16 Ο σοφος φοβειται και φευγει απο του κακου? αλλ' ο αφρων προχωρει και θρασυνεται. |
17 Chi è pronto all’ira commette sciocchezze, il malintenzionato si rende odioso. | 17 Ο οξυθυμος πραττει αστοχαστως? και ο κακοβουλος ανθρωπος ειναι μισητος. |
18 Gli inesperti ereditano la stoltezza, gli accorti si coronano di scienza. | 18 Οι αφρονες κληρονομουσι μωριαν? οι δε φρονιμοι στεφανουνται συνεσιν. |
19 I cattivi si inchinano davanti ai buoni, i malvagi davanti alle porte del giusto. | 19 Οι κακοι υποκλινουσιν εμπροσθεν των αγαθων, και οι ασεβεις εις τας πυλας των δικαιων. |
20 Il povero è odioso anche a chi gli è pari, ma numerosi sono gli amici del ricco. | 20 Ο πτωχος μισειται και υπο του πλησιον αυτου? του δε πλουσιου οι φιλοι πολλοι. |
21 Chi disprezza il prossimo pecca, beato chi ha pietà degli umili. | 21 Ο καταφρονων τον πλησιον αυτου αμαρτανει? ο δε ελεων τους πτωχους ειναι μακαριος. |
22 Non errano forse quelli che compiono il male? Amore e fedeltà per quanti compiono il bene. | 22 Δεν πλανωνται οι βουλευομενοι κακον; ελεος ομως και αληθεια θελει εισθαι εις τους βουλευομενους αγαθον. |
23 In ogni fatica c’è un vantaggio, ma le chiacchiere portano solo miseria. | 23 Εν παντι κοπω υπαρχει κερδος? η δε φλυαρια των χειλεων φερει μονον εις ενδειαν. |
24 Corona dei saggi è la loro ricchezza, la follia degli stolti produce solo follia. | 24 Τα πλουτη των σοφων ειναι στεφανος εις αυτους? των δε αφρονων η υπεροχη μωρια. |
25 È salvezza per molti il testimone veritiero, ma chi proferisce menzogne è un impostore. | 25 Ο αληθης μαρτυς ελευθερονει ψυχας? ο δε δολιος εκχεει ψευδη. |
26 Nel timore del Signore sta la fiducia del forte; anche per i suoi figli egli sarà un rifugio. | 26 Εν τω φοβω του Κυριου ειναι ελπις ισχυρα? και εις τα τεκνα αυτου θελει υπαρχει καταφυγιον. |
27 Il timore del Signore è fonte di vita per sfuggire ai lacci della morte. | 27 Ο φοβος του Κυριου ειναι πηγη ζωης, απομακρυνων απο παγιδων θανατου. |
28 Un popolo numeroso è la gloria del re, ma la scarsità di gente è la rovina del principe. | 28 Εν τω πληθει του λαου ειναι η δοξα του βασιλεως? εν δε τη ελλειψει του λαου ο αφανισμος του ηγεμονευοντος. |
29 Chi è paziente ha grande prudenza, chi è iracondo mostra stoltezza. | 29 Ο μακροθυμος εχει μεγαλην φρονησιν? ο δε οξυθυμος ανεγειρει την αφροσυνην αυτου. |
30 Un cuore tranquillo è la vita del corpo, l’invidia è la carie delle ossa. | 30 Η υγιαινουσα καρδια ειναι ζωη της σαρκος? ο δε φθονος σαπρια των οστεων. |
31 Chi opprime il povero offende il suo creatore, chi ha pietà del misero lo onora. | 31 Ο καταθλιβων τον πενητα ονειδιζει τον Ποιητην αυτου? ο δε τιμων αυτον ελεει τον πτωχον. |
32 Dalla propria cattiveria è travolto il malvagio, anche nella morte il giusto trova rifugio. | 32 Ο ασεβης εκτινασσεται εν τη ασεβεια αυτου? ο δε δικαιος και εν τω θανατω αυτου εχει ελπιδα. |
33 In un cuore intelligente risiede la sapienza, ma in mezzo agli stolti verrà riconosciuta? | 33 Εν τη καρδια του συνετου επαναπαυεται σοφια? εν μεσω δε των αφρονων φανερουται. |
34 La giustizia esalta una nazione, ma il peccato è la vergogna dei popoli. | 34 Η δικαιοσυνη υψονει εθνος? η δε αμαρτια ειναι ονειδος λαων. |
35 Il favore del re è per il ministro intelligente, la sua ira è per l’indegno. | 35 Ευνοια του βασιλεως ειναι προς φρονιμον δουλον? θυμος δε αυτου προς τον προξενουντα αισχυνην. |