Scrutatio

Domenica, 28 aprile 2024 - San Luigi Maria Grignion da Montfort ( Letture di oggi)

Giobbe 14


font
BIBBIA CEI 1974GREEK BIBLE
1 L'uomo, nato di donna,
breve di giorni e sazio di inquietudine,
1 Ανθρωπος γεγεννημενος εκ γυναικος ειναι ολιγοβιος και πληρης ταραχης?
2 come un fiore spunta e avvizzisce,
fugge come l'ombra e mai si ferma.
2 αναβλαστανει ως ανθος και κοπτεται? φευγει ως σκια και δεν διαμενει.
3 Tu, sopra un tal essere tieni aperti i tuoi occhi
e lo chiami a giudizio presso di te?
3 Και επι τοιουτον ανοιγεις τους οφθαλμους σου, και με φερεις εις κρισιν μετα σου;
4 Chi può trarre il puro dall'immondo? Nessuno.
4 Τις δυναται να εξαγαγη καθαρον απο ακαθαρτου; ουδεις.
5 Se i suoi giorni sono contati,
se il numero dei suoi mesi dipende da te,
se hai fissato un termine che non può oltrepassare,
5 Επειδη αι ημεραι αυτου ειναι προσδιωρισμεναι, ο αριθμος των μηνων αυτου ευρισκεται παρα σοι, και συ εθεσας τα ορια αυτου, και δεν δυναται να υπερβη αυτα,
6 distogli lo sguardo da lui e lascialo stare
finché abbia compiuto, come un salariato, la sua
giornata!
6 αποστρεψον απ' αυτου, δια να ησυχαση, εωσου χαιρων εκπληρωση ως μισθωτος την ημεραν αυτου.
7 Poiché anche per l'albero c'è speranza:
se viene tagliato, ancora ributta
e i suoi germogli non cessano di crescere;
7 Διοτι περι του δενδρου, εαν κοπη, ειναι ελπις οτι θελει αναβλαστησει, και οτι ο τρυφερος αυτου βλαστος δεν θελει εκλειψει.
8 se sotto terra invecchia la sua radice
e al suolo muore il suo tronco,
8 Και αν η ριζα αυτου παλαιωθη εν τη γη και ο κορμος αυτου αποθανη εν τω χωματι,
9 al sentore dell'acqua rigermoglia
e mette rami come nuova pianta.
9 ομως δια της οσμης του υδατος θελει αναβλαστησει και θελει εκβαλει κλαδους ως νεοφυτον.
10 L'uomo invece, se muore, giace inerte,
quando il mortale spira, dov'è?
10 Αλλ' ο ανθρωπος αποθνησκει και παρερχεται? και ο ανθρωπος εκπνεει, και που ειναι;
11 Potranno sparire le acque del mare
e i fiumi prosciugarsi e disseccarsi,
11 Καθως τα υδατα εκλειπουσιν εκ της θαλασσης και ο ποταμος στειρευει και ξηραινεται,
12 ma l'uomo che giace più non s'alzerà,
finché durano i cieli non si sveglierà,
né più si desterà dal suo sonno.
12 ουτως ο ανθρωπος, αφου κοιμηθη, δεν ανισταται? εωσου οι ουρανοι μη υπαρξωσι, δεν θελουσιν εξυπνησει, και δεν θελουσιν εγερθη εκ του υπνου αυτων.
13 Oh, se tu volessi nascondermi nella tomba,
occultarmi, finché sarà passata la tua ira,
fissarmi un termine e poi ricordarti di me!
13 Ειθε να με εκρυπτες εν τω ταφω, να με εσκεπαζες εωσου παρελθη η οργη σου, να προσδιωριζες εις εμε προθεσμιαν, και τοτε να με ενθυμηθης
14 Se l'uomo che muore potesse rivivere,
aspetterei tutti i giorni della mia milizia
finché arrivi per me l'ora del cambio!
14 Εαν αποθανη ο ανθρωπος, θελει αναζησει; πασας τας ημερας της εκστρατειας μου θελω περιμενει, εωσου ελθη η απαλλαγη μου.
15 Mi chiameresti e io risponderei,
l'opera delle tue mani tu brameresti.
15 Θελεις καλεσει, και εγω θελω σοι αποκριθη? θελεις επιβλεψει εις το εργον των χειρων σου.
16 Mentre ora tu conti i miei passi
non spieresti più il mio peccato:
16 Διοτι τωρα αριθμεις τα διαβηματα μου? δεν παραφυλαττεις τας αμαρτιας μου;
17 in un sacchetto, chiuso, sarebbe il mio misfatto
e tu cancelleresti la mia colpa.
17 Η παραβασις μου ειναι επεσφραγισμενη εν βαλαντιω, και επισημειονεις την ανομιαν μου.
18 Ohimè! come un monte finisce in una frana
e come una rupe si stacca dal suo posto,
18 Βεβαιως το μεν ορος πιπτον εξουδενουται, ο δε βραχος μετακινειται απο του τοπου αυτου.
19 e le acque consumano le pietre,
le alluvioni portano via il terreno:
così tu annienti la speranza dell'uomo.
19 Τα υδατα τρωγουσι τας πετρας? αι πλημμυραι αυτων παρασυρουσι το χωμα της γης? ουτω συ καταστρεφεις την ελπιδα του ανθρωπου,
20 Tu lo abbatti per sempre ed egli se ne va,
tu sfiguri il suo volto e lo scacci.
20 υπερισχυεις παντοτε εναντιον αυτου, και αυτος παρερχεται? μεταβαλλεις την οψιν αυτου και αποπεμπεις αυτον.
21 Siano pure onorati i suoi figli, non lo sa;
siano disprezzati, lo ignora!
21 Οι υιοι αυτου υψουνται, και αυτος δεν εξευρει? και ταπεινουνται, και αυτος δεν εννοει ουδεν περι αυτων.
22 Soltanto i suoi dolori egli sente
e piange sopra di sé.
22 Μονον η σαρξ αυτου επ' αυτου θελει πονει, και η ψυχη αυτου εν αυτω θελει πενθει.