Scrutatio

Sabato, 27 aprile 2024 - Santa Zita ( Letture di oggi)

Psalmen 88


font
EINHEITSUBERSETZUNG BIBELGREEK BIBLE
1 [Ein Lied. Ein Psalm der Korachiter. Für den Chormeister. Nach der Weise «Krankheit» zu singen. Ein Weisheitslied Hemans, des Esrachiters.]1 Ωιδη ψαλμου δια τους υιους Κορε, εις τον πρωτον μουσικον, επι Μαχαλαθ-λεανωθ, Μασχιλ του Αιμαν του Εζραιτου.>> Κυριε ο Θεος της σωτηριας μου, ημεραν και νυκτα εκραξα ενωπιον σου?
2 Herr, du Gott meines Heils,
zu dir schreie ich am Tag und bei Nacht.
2 Ας ελθη ενωπιον σου η προσευχη μου? κλινον το ωτιον σου εις την κραυγην μου?
3 Lass mein Gebet zu dir dringen,
wende dein Ohr meinem Flehen zu!
3 Διοτι ενεπλησθη κακων η ψυχη μου, και η ζωη μου πλησιαζει εις τον αδην.
4 Denn meine Seele ist gesättigt mit Leid,
mein Leben ist dem Totenreich nahe.
4 Συγκατηριθμηθην μετα των καταβαινοντων εις τον λακκον? εγεινα ως ανθρωπος μη εχων δυναμιν?
5 Schon zähle ich zu denen, die hinabsinken ins Grab,
bin wie ein Mann, dem alle Kraft genommen ist.
5 εγκαταλελειμμενος μεταξυ των νεκρων, ως οι πεφονευμενοι, κοιτωμενοι εν τω ταφω, τους οποιους δεν ενθυμεισαι πλεον, και οιτινες απεκοπησαν απο της χειρος σου.
6 Ich bin zu den Toten hinweggerafft
wie Erschlagene, die im Grabe ruhen; an sie denkst du nicht mehr,
denn sie sind deiner Hand entzogen.
6 Μ' εβαλες εις τον κατωτατον λακκον, εις το σκοτος, εις τα βαθη.
7 Du hast mich ins tiefste Grab gebracht,
tief hinab in finstere Nacht.
7 Επ' εμε επεστηριχθη ο θυμος σου, και παντα τα κυματα σου επεφερες επ' εμε. Διαψαλμα.
8 Schwer lastet dein Grimm auf mir,
all deine Wogen stürzen über mir zusammen. [Sela]
8 Εμακρυνας τους γνωστους μου απ' εμου? με εκαμες βδελυγμα προς αυτους? απεκλεισθην και δεν δυναμαι να εξελθω.
9 Die Freunde hast du mir entfremdet,
mich ihrem Abscheu ausgesetzt;
ich bin gefangen und kann nicht heraus.
9 Ο οφθαλμος μου ητονησεν απο της θλιψεως? σε επεκαλεσθην, Κυριε, ολην την ημεραν? ηπλωσα προς σε τας χειρας μου.
10 Mein Auge wird trübe vor Elend.
Jeden Tag, Herr, ruf ich zu dir;
ich strecke nach dir meine Hände aus.
10 Μηπως εις τους νεκρους θελεις καμει θαυμασια; η οι τεθνεωτες θελουσι σηκωθη και θελουσι σε αινεσει; Διαψαλμα.
11 Wirst du an den Toten Wunder tun,
werden Schatten aufstehn, um dich zu preisen? [Sela]
11 Μηπως εν τω ταφω θελουσι διηγεισθαι το ελεος σου η την αληθειαν σου εν τη φθορα;
12 Erzählt man im Grab von deiner Huld,
von deiner Treue im Totenreich?
12 Μηπως θελουσι γνωρισθη εν τω σκοτει τα θαυμασια σου και η δικαιοσυνη σου εν τω τοπω της ληθης.
13 Werden deine Wunder in der Finsternis bekannt,
deine Gerechtigkeit im Land des Vergessens?
13 Αλλ' εγω προς σε, Κυριε, εκραξα? και το πρωι η προσευχη μου θελει σε προφθασει.
14 Herr, darum schreie ich zu dir,
früh am Morgen tritt mein Gebet vor dich hin.
14 Δια τι, Κυριε, απορριπτεις την ψυχην μου, αποκρυπτεις το προσωπον σου απ' εμου;
15 Warum, o Herr, verwirfst du mich,
warum verbirgst du dein Gesicht vor mir?
15 Ειμαι τεθλιμμενος και ψυχομαχων εκ νεοτητος? δοκιμαζω τους φοβους σου και ευρισκομαι εν αμηχανια.
16 Gebeugt bin ich und todkrank von früher Jugend an,
deine Schrecken lasten auf mir und ich bin zerquält.
16 Επ' εμε διηλθον αι οργαι σου? οι τρομοι σου με εφανισαν.
17 Über mich fuhr die Glut deines Zorns dahin,
deine Schrecken vernichten mich.
17 Ως υδατα με περιετριγυρισαν ολην την ημεραν? ομου με περιεκυκλωσαν.
18 Sie umfluten mich allzeit wie Wasser
und dringen auf mich ein von allen Seiten.
18 Απεμακρυνας απ' εμου τον αγαπητον και τον φιλον? οι γνωστοι μου ειναι αφανεις.
19 Du hast mir die Freunde und Gefährten entfremdet;
mein Vertrauter ist nur noch die Finsternis.