Giobbe 9
Confronta con un'altra Bibbia
Cambia Bibbia
BIBBIA CEI 1974 | GREEK BIBLE |
---|---|
1 Giobbe rispose dicendo: | 1 Και απεκριθη ο Ιωβ και ειπεν? |
2 In verità io so che è così: e come può un uomo aver ragione innanzi a Dio? | 2 Αληθως εξευρω οτι ουτως εχει? αλλα πως ο ανθρωπος θελει δικαιωθη ενωπιον του Θεου; |
3 Se uno volesse disputare con lui, non gli risponderebbe una volta su mille. | 3 Εαν θεληση να διαδικασθη μετ' αυτου δεν δυναται να αποκριθη προς αυτον εν εκ χιλιων. |
4 Saggio di mente, potente per la forza, chi s'è opposto a lui ed è rimasto salvo? | 4 Ειναι σοφος την καρδιαν και κραταιος την δυναμιν? τις εσκληρυνθη εναντιον αυτου και ευτυχησεν; |
5 Sposta le montagne e non lo sanno, egli nella sua ira le sconvolge. | 5 Αυτος μετακινει τα ορη, και δεν γνωριζουσι τις εστρεψεν αυτα εν τη οργη αυτου. |
6 Scuote la terra dal suo posto e le sue colonne tremano. | 6 Αυτος σειει την γην απο του τοπου αυτης, και οι στυλοι αυτης σαλευονται. |
7 Comanda al sole ed esso non sorge e alle stelle pone il suo sigillo. | 7 Αυτος προσταζει τον ηλιον, και δεν ανατελλει? και κρυπτει υπο σφραγιδα τα αστρα. |
8 Egli da solo stende i cieli e cammina sulle onde del mare. | 8 Αυτος μονος εκτεινει τους ουρανους και πατει επι τα υψη της θαλασσης. |
9 Crea l'Orsa e l'Orione, le Pleiadi e i penetrali del cielo australe. | 9 Αυτος καμνει τον Αρκτουρον, τον Ωριωνα και την Πλειαδα και τα ταμεια του νοτου. |
10 Fa cose tanto grandi da non potersi indagare, meraviglie da non potersi contare. | 10 Αυτος καμνει μεγαλεια ανεξιχνιαστα και θαυμασια αναριθμητα. |
11 Ecco, mi passa vicino e non lo vedo, se ne va e di lui non m'accorgo. | 11 Ιδου, διαβαινει πλησιον μου, και δεν βλεπω αυτον? διερχεται, και δεν εννοω αυτον. |
12 Se rapisce qualcosa, chi lo può impedire? Chi gli può dire: "Che fai?". | 12 Ιδου, αφαιρει? τις θελει εμποδισει αυτον; τις θελει ειπει προς αυτον, Τι καμνεις; |
13 Dio non ritira la sua collera: sotto di lui sono fiaccati i sostenitori di Raab. | 13 Εαν ο Θεος δεν συρη την οργην αυτου, οι επηρμενοι βοηθοι καταβαλλονται υποκατω αυτου. |
14 Tanto meno io potrei rispondergli, trovare parole da dirgli! | 14 Ποσον ολιγωτερον εγω ηθελον αποκριθη προς αυτον, εκλεγων τους προς αυτον λογους μου; |
15 Se avessi anche ragione, non risponderei, al mio giudice dovrei domandare pietà. | 15 προς τον οποιον, και αν ημην δικαιος, δεν ηθελον αποκριθη, αλλ' ηθελον ζητησει ελεος παρα του Κριτου μου. |
16 Se io lo invocassi e mi rispondesse, non crederei che voglia ascoltare la mia voce. | 16 Εαν κραξω, και μοι αποκριθη, δεν ηθελον πιστευσει οτι εισηκουσε της φωνης μου. |
17 Egli con una tempesta mi schiaccia, moltiplica le mie piaghe senza ragione, | 17 Διοτι με κατασυντριβει με ανεμοστροβιλον και πληθυνει τας πληγας μου αναιτιως. |
18 non mi lascia riprendere il fiato, anzi mi sazia di amarezze. | 18 Δεν με αφινει να αναπνευσω, αλλα με χορταζει απο πικριας. |
19 Se si tratta di forza, è lui che dà il vigore; se di giustizia, chi potrà citarlo? | 19 Εαν προκηται περι δυναμεως, ιδου, ειναι δυνατος? και εαν περι κρισεως, τις θελει μαρτυρησει υπερ εμου; |
20 Se avessi ragione, il mio parlare mi condannerebbe; se fossi innocente, egli proverebbe che io sono reo. | 20 Εαν ηθελον να δικαιωσω εμαυτον, το στομα μου ηθελε με καταδικασει? εαν ηθελον ειπει, ειμαι αμεμπτος, ηθελε με αποδειξει διεφθαρμενον. |
21 Sono innocente? Non lo so neppure io, detesto la mia vita! | 21 Και αν ημην αμεμπτος, δεν ηθελον φροντισει περι εμαυτου? ηθελον καταφρονησει την ζωην μου. |
22 Per questo io dico: "È la stessa cosa": egli fa perire l'innocente e il reo! | 22 Εν τουτο ειναι, δια τουτο ειπα, αυτος αφανιζει τον αμεμπτον και τον ασεβη. |
23 Se un flagello uccide all'improvviso, della sciagura degli innocenti egli ride. | 23 Και αν η μαστιξ αυτου θανατονη ευθυς, γελα ομως εις την δοκιμασιαν των αθωων. |
24 La terra è lasciata in balìa del malfattore: egli vela il volto dei suoi giudici; se non lui, chi dunque sarà? | 24 Η γη παρεδοθη εις τας χειρας του ασεβους? αυτος σκεπαζει τα προσωπα των κριτων αυτης? αν ουχι αυτος, που και τις ειναι; |
25 I miei giorni passano più veloci d'un corriere, fuggono senza godere alcun bene, | 25 Αι δε ημεραι μου ειναι ταχυδρομου ταχυτεραι? φευγουσι και δεν βλεπουσι καλον. |
26 volano come barche di giunchi, come aquila che piomba sulla preda. | 26 Παρηλθον ως πλοια σπευδοντα? ως αετος πετωμενος επι το θηραμα. |
27 Se dico: "Voglio dimenticare il mio gemito, cambiare il mio volto ed essere lieto", | 27 Εαν ειπω, Θελω λησμονησει το παραπονον μου, θελω παραιτησει το πενθος μου και παρηγορηθη? |
28 mi spavento per tutti i miei dolori; so bene che non mi dichiarerai innocente. | 28 τρομαζω δια πασας τας θλιψεις μου, γνωριζων οτι δεν θελεις με αθωωσει. |
29 Se sono colpevole, perché affaticarmi invano? | 29 Ειμαι ασεβης? δια τι λοιπον να κοπιαζω εις ματην; |
30 Anche se mi lavassi con la neve e pulissi con la soda le mie mani, | 30 Εαν λουσθω εν υδατι χιονος και επιμελως αποκαθαρισω τας χειρας μου? |
31 allora tu mi tufferesti in un pantano e in orrore mi avrebbero le mie vesti. | 31 συ ομως θελεις με βυθισει εις τον βορβορον, ωστε και αυτα μου τα ιματια θελουσι με βδελυττεσθαι. |
32 Poiché non è uomo come me, che io possa rispondergli: "Presentiamoci alla pari in giudizio". | 32 Διοτι δεν ειναι ανθρωπος ως εγω, δια να αποκριθω προς αυτον, και να ελθωμεν εις κρισιν ομου. |
33 Non c'è fra noi due un arbitro che ponga la mano su noi due. | 33 Δεν υπαρχει μεσιτης μεταξυ ημων, δια να βαλη την χειρα αυτου επ' αμφοτερους ημας. |
34 Allontani da me la sua verga sì che non mi spaventi il suo terrore: | 34 Ας απομακρυνη απ' εμου την ραβδον αυτου, και ο φοβος αυτου ας μη με εκπληττη? |
35 allora io potrò parlare senza temerlo, perché così non sono in me stesso. | 35 τοτε θελω λαλησει και δεν θελω φοβηθη αυτον? διοτι ουτω δεν ειμαι εν εμαυτω. |