Scrutatio

Giovedi, 2 maggio 2024 - Sant´ Atanasio ( Letture di oggi)

Isaia 26


font
BIBBIA RICCIOTTIGREEK BIBLE
1 - In quel giorno si canterà questo cantico nella terra di Giuda. «Nostra città forte, Sion, [è] il Salvatore, si porrà in essa muro ed antemurale.1 Εν εκεινη τη ημερα το ασμα τουτο θελει ψαλη εν γη Ιουδα Εχομεν πολιν οχυραν? σωτηριαν θελει βαλει ο Θεος αντι τειχων και προτειχισματων.
2 Aprite le porte, entri la gente giusta, custode della verità.2 Ανοιξατε τας πυλας και θελει εισελθει το δικαιον εθνος το φυλαττον την αληθειαν.
3 L'antico errore è dissipato; tu manterrai la pace, la pace, perchè abbiamo sperato in te.3 Θελεις φυλαξει εν τελεια ειρηνη το πνευμα το επι σε επιστηριζομενον, διοτι επι σε θαρρει.
4 Avete sperato nel Signore pei secoli eterni, nel Signore Dio forte in perpetuo.4 Θαρρειτε επι τον Κυριον παντοτε? διοτι εν Κυριω τω Θεω ειναι αιωνιος δυναμις.
5 Perchè egli abbasserà quei che seggono in alto, e la città sublime umilierà.5 Διοτι ταπεινονει τους κατοικουντας εν υψηλοις? κρημνιζει την υψηλην πολιν? κρημνιζει αυτην εως εδαφους? καταβαλλει αυτην εως χωματος.
6 La umilierà al suolo, l'abbasserà fino alla polvere.6 Ο πους θελει καταπατησει αυτην, οι ποδες του πτωχου, τα βηματα του ενδεους.
7 I piedi la calpesteranno, i piedi del povero, le piante dei miseri. La via del giusto è retta, retto il sentiero del giusto su cui s'incammina.7 Η οδος του δικαιου ειναι η ευθυτης? συ, ευθυτατε, σταθμιζεις την οδον του δικαιου.
8 Anche nella via dei tuoi giudizi, Signore, ti abbiamo aspettato: il tuo nome e il tuo ricordo sono il desiderio dell'anima.8 Ναι, εν τη οδω, των κρισεων σου, Κυριε, σε περιεμειναμεν? ο ποθος της ψυχης ημων ειναι εις το ονομα σου και εις την ενθυμησιν σου.
9 L'anima mia ti ha desiderato nella notte, ma anche col mio spirito e col mio interno, mattiniero ti ricerco. Allorchè tu avrai eseguito i tuoi giudizi in terra, gli abitanti del mondo apprenderanno la giustizia.9 Με την ψυχην μου σε εποθησα την νυκτα? ναι, με το πνευμα μου εντος μου σε εξεζητησα το πρωι? διοτι οταν αι κρισεις σου ηναι εν τη γη, οι κατοικοι του κοσμου θελουσι μαθει δικαιοσυνην.
10 Se facciamo grazia all'empio, non apprenderà la giustizia, commetterà il male nella terra dei santi, e non vedrà la gloria del Signore».10 Και αν ελεηθη ο ασεβης, δεν θελει μαθει δικαιοσυνην? εν τη γη της ευθυτητος θελει πραξει αδικως και δεν θελει εμβλεψει εις την μεγαλειοτητα του Κυριου.
11 O Signore, si alzi la tua mano e non veggano! Sì, veggano a lor confusione gli zelatori del popolo, e il fuoco divori i tuoi nemici!11 Η χειρ σου, Κυριε, υψουται, αλλ' αυτοι δεν θελουσιν ιδει? θελουσιν ομως ιδει και καταισχυνθη? ο ζηλος ο υπερ του λαου σου, μαλιστα το πυρ το κατα των εχθρων σου θελει καταφαγει αυτους.
12 O Signore, tu ci darai la pace, perchè anche tutte le opere nostre hai operato per noi.12 Κυριε, ειρηνην θελεις δωσει εις ημας? διοτι συ εκαμες και παντα ημων τα εργα δια ημας.
13 Signore, Dio nostro, si sono di noi impossessati altri padroni fuori di te; solo mercè tua potremo ricordare il tuo nome.13 Κυριε ο Θεος ημων, αλλοι κυριοι, πλην σου, εξουσιασαν εφ' ημας? αλλα τωρα δια σου μονον θελομεν αναφερει το ονομα σου.
14 I morti non rivivano, i giganti non risorgano: per questo li visitasti e gli sterminasti e hai fatto perire del tutto la loro memoria.14 Απεθανον, δεν θελουσιν αναζησει? ετελευτησαν, δεν θελουσιν αναστηθη? δια τουτο επεσκεφθης και εξωλοθρευσας αυτους και εξηλειψας παν το μνημοσυνον αυτων.
15 Hai risparmiato il popolo, Signore, hai risparmiato la nazione: ma è stato forse a tua gloria? Tu hai dilatato i confini del paese.15 Επληθυνας το εθνος, Κυριε, επληθυνας το εθνος? εδοξασθης? εμακρυνας αυτο εις παντα τα εσχατα της γης.
16 O Signore, nell'angustia ti cercarono, il gemito della tribolazione fu scuola per essi.16 Κυριε, εν τη θλιψει προσετρεξαν προς σε? εξεχεαν στεναγμον, οτε η παιδεια σου ητο επ' αυτους.
17 Come una incinta quando è sopra parto, soffre e si lamenta fra i suoi dolori; tali siam noi dinanzi a te, o Signore.17 Ως εγκυος γυνη, οταν πλησιαση εις την γενναν, κοιλοπονει, φωναζουσα εν τοις πονοις αυτης, ουτως εγειναμεν ενωπιον σου, Κυριε.
18 Abbiamo concepito, sofferto come dolori di parto, e abbiamo partorito vento: non abbiamo portato salvezza al paese, perciò non sono nati abitatori della terra.18 Συνελαβομεν, εκοιλοπονησαμεν, πλην ως να εγεννησαμεν ανεμον? ουδεμιαν ελευθερωσιν κατωρθωσαμεν εν τη γη? ουδε επεσαν οι κατοικοι του κοσμου.
19 Vivano i tuoi morti, risorgano i caduti miei; svegliatevi, intonate un cantico, voi che abitate nella polvere; perchè rugiada di luce è la tua rugiada, e la terra restituirà i giganti.19 Οι νεκροι σου θελουσι ζησει, μετα του νεκρου σωματος μου θελουσιν αναστηθη? εξεγερθητε και ψαλλετε, σεις οι κατοικουντες εν τω χωματι? διοτι η δροσος σου ειναι ως η δροσος των χορτων, και η γη θελει εκριψει τους νεκρους.
20 Va', popolo mio, entra nelle tue stanze e chiudi dietro a te le tue porte; nasconditi un breve momento, finchè passi lo sdegno.20 Ελθε, λαε μου, εισελθε εις τα ταμεια σου και κλεισον τας θυρας σου οπισω σου? κρυφθητι δια ολιγον καιρον, εωσου παρελθη η οργη.
21 Ecco che il Signore uscirà dal suo luogo, per visitare l'iniquità fatta a sè dall'abitatore della terra; e la terra renderà il suo sangue e non ricoprirà più i suoi uccisi.21 Διοτι, ιδου, ο Κυριος εξερχεται απο του τοπου αυτου δια να παιδευση τους κατοικους της γης ενεκεν της ανομιας αυτων? η δε γη θελει ανακαλυψει τα αιματα αυτης και δεν θελει σκεπασει πλεον τους πεφονευμενους αυτης.