Scrutatio

Domenica, 28 aprile 2024 - San Luigi Maria Grignion da Montfort ( Letture di oggi)

Sprichwörter 8


font
EINHEITSUBERSETZUNG BIBELGREEK BIBLE
1 Ruft nicht die Weisheit,
erhebt nicht die Klugheit ihre Stimme?
1 Δεν κραζει η σοφια; και δεν εκπεμπει την φωνην αυτης η συνεσις;
2 Bei der Stadtburg, auf den Straßen,
an der Kreuzung der Wege steht sie;
2 Ισταται επι της κορυφης των υψηλων τοπων, υπερ την οδον, εν τω μεσω των τριοδων.
3 neben den Toren, wo die Stadt beginnt,
am Zugang zu den Häusern ruft sie laut:
3 Κραζει πλησιον των πυλων, εν τη εισοδω της πολεως, εν τη εισοδω των θυρων?
4 Euch, ihr Leute, lade ich ein,
meine Stimme ergeht an alle Menschen:
4 προς εσας, ανθρωποι, κραζω? και η φωνη μου εκπεμπεται προς τους υιους των ανθρωπων.
5 Ihr Unerfahrenen, werdet klug,
ihr Törichten, nehmt Vernunft an!
5 Απλοι, νοησατε φρονησιν? και αφρονες, αποκτησατε νοημονα καρδιαν.
6 Hört her! Aufrichtig rede ich.
Redlich ist, was meine Lippen reden.
6 Ακουσατε? διοτι θελω λαλησει πραγματα εξοχα, και τα χειλη μου θελουσι προφερει ορθα.
7 Die Wahrheit spricht meine Zunge,
Unrechtes ist meinen Lippen ein Gräuel.
7 Διοτι αληθειαν θελει λαλησει ο λαρυγξ μου? τα δε χειλη μου βδελυττονται την ασεβειαν.
8 Alle meine Worte sind recht,
keines von ihnen ist hinterhältig und falsch.
8 Παντες οι λογοι του στοματος μου ειναι μετα δικαιοσυνης? δεν υπαρχει εν αυτοις δολιον διεστραμμενον?
9 Für den Verständigen sind sie alle klar
und richtig für den, der Erkenntnis fand.
9 Παντες ειναι σαφεις εις τον νοουντα και ορθοι εις τους ευρισκοντας γνωσιν.
10 Nehmt lieber Bildung an als Silber,
lieber Verständnis als erlesenes Gold!
10 Λαβετε την παιδειαν μου, και μη αργυριον? και γνωσιν, μαλλον παρα χρυσιον εκλεκτον.
11 Ja, Weisheit übertrifft die Perlen an Wert,
keine kostbaren Steine kommen ihr gleich.
11 Διοτι η σοφια ειναι καλητερα λιθων πολυτιμων? και παντα τα επιθυμητα πραγματα δεν ειναι ανταξια αυτης.
12 Ich, die Weisheit, verweile bei der Klugheit,
ich entdecke Erkenntnis und guten Rat.
12 Εγω η σοφια κατοικω μετα της φρονησεως, και εφευρισκω γνωσιν συνετων βουλευματων.
13 Gottesfurcht verlangt, Böses zu hassen.
Hochmut und Hoffart, schlechte Taten
und einen verlogenen Mund hasse ich.
13 Ο φοβος του Κυριου ειναι να μιση τις το κακον? αλαζονειαν και αυθαδειαν και πονηραν οδον και διεστραμμενον στομα εγω μισω.
14 Bei mir ist Rat und Hilfe;
ich bin die Einsicht, bei mir ist Macht.
14 Εμου ειναι η βουλη και η ασφαλεια? εγω ειμαι η συνεσις? εμου η δυναμις.
15 Durch mich regieren die Könige
und entscheiden die Machthaber, wie es Recht ist;
15 Δι' εμου οι βασιλεις βασιλευουσι, και οι αρχοντες θεσπιζουσι δικαιοσυνην.
16 durch mich versehen die Herrscher ihr Amt,
die Vornehmen und alle Verwalter des Rechts.
16 Δι' εμου οι ηγεμονες ηγεμονευουσι, και οι μεγιστανες, παντες οι κριται της γης?
17 Ich liebe alle, die mich lieben,
und wer mich sucht, der wird mich finden.
17 Εγω τους εμε αγαπωντας αγαπω? και οι ζητουντες με θελουσι με ευρει.
18 Reichtum und Ehre sind bei mir,
angesehener Besitz und Glück;
18 Πλουτος και δοξα ειναι μετ' εμου, αγαθα διαμενοντα και δικαιοσυνη.
19 meine Frucht ist besser als Gold und Feingold,
mein Nutzen übertrifft wertvolles Silber.
19 Οι καρποι μου ειναι καλητεροι χρυσιου και χρυσιου καθαρου? και τα γεννηματα μου, εκλεκτου αργυριου.
20 Ich gehe auf dem Weg der Gerechtigkeit,
mitten auf den Pfaden des Rechtes,
20 Περιπατω εν οδω δικαιοσυνης, αναμεσον των τριβων της κρισεως,
21 um denen, die mich lieben, Gaben zu verleihen
und ihre Scheunen zu füllen.
21 δια να καμω τους αγαπωντας με να κληρονομησωσιν αγαθα, και να γεμισω τους θησαυρους αυτων.
22 Der Herr hat mich geschaffen im Anfang seiner Wege,
vor seinen Werken in der Urzeit;
22 Ο Κυριος με ειχεν εν τη αρχη των οδων αυτου, προ των εργων αυτου, απ' αιωνος.
23 in frühester Zeit wurde ich gebildet,
am Anfang, beim Ursprung der Erde.
23 Προ του αιωνος με εχρισεν, απ' αρχης, πριν υπαρξη η γη.
24 Als die Urmeere noch nicht waren,
wurde ich geboren,
als es die Quellen noch nicht gab, die wasserreichen.
24 Εγεννηθην οτε δεν ησαν αι αβυσσοι, οτε δεν υπηρχον αι πηγαι αι αναβρυουσαι υδατα?
25 Ehe die Berge eingesenkt wurden,
vor den Hügeln wurde ich geboren.
25 Πριν τα ορη θεμελιωθωσι, προ των λοφων, εγω εγεννηθην?
26 Noch hatte er die Erde nicht gemacht und die Fluren
und alle Schollen des Festlands.
26 ενω δεν ειχεν ετι καμει την γην ουτε πεδιαδας, ουτε κορυφας χωματων της οικουμενης.
27 Als er den Himmel baute, war ich dabei,
als er den Erdkreis abmaß über den Wassern,
27 Οτε ητοιμαζε τους ουρανους, εγω ημην εκει? οτε περιεγραφε καμαραν υπερανω του προσωπου της αβυσσου?
28 als er droben die Wolken befestigte
und Quellen strömen ließ aus dem Urmeer,
28 οτε εστερεονε τον αιθερα επανω? οτε ωχυρονε τας πηγας της αβυσσου?
29 als er dem Meer seine Satzung gab
und die Wasser nicht seinen Befehl übertreten durften,
29 οτε επεβαλλε τον νομον αυτου εις την θαλασσαν, να μη παραβωσι τα υδατα το προσταγμα αυτου? οτε διεταττε τα θεμελια της γης?
30 als er die Fundamente der Erde abmaß,
da war ich als geliebtes Kind bei ihm. Ich war seine Freude Tag für Tag
und spielte vor ihm allezeit.
30 τοτε ημην πλησιον αυτου δημιουργουσα? και εγω ημην καθ' ημεραν η τρυφη αυτου, ευφραινομενη παντοτε ενωπιον αυτου,
31 Ich spielte auf seinem Erdenrund
und meine Freude war es, bei den Menschen zu sein.
31 ευφραινομενη εν τη οικουμενη της γης αυτου? και η τρυφη μου ητο μετα των υιων των ανθρωπων.
32 Nun, ihr Söhne, hört auf mich!
Wohl dem, der auf meine Wege achtet.
32 Τωρα λοιπον ακουσατε μου, ω τεκνα? διοτι μακαριοι οι φυλαττοντες τας οδους μου.
33 Hört die Mahnung und werdet weise,
lehnt sie nicht ab!
33 Ακουσατε παιδειαν και γενεσθε σοφοι, και μη αποδοκιμαζετε αυτην.
34 Wohl dem, der auf mich hört,
der Tag für Tag an meinen Toren wacht
und meine Türpfosten hütet.
34 Μακαριος ο ανθρωπος, οστις μου ακουση, αγρυπνων καθ' ημεραν εν ταις πυλαις μου, περιμενων εις τους παραστατας των θυρων μου?
35 Wer mich findet, findet Leben
und erlangt das Gefallen des Herrn.
35 διοτι οστις ευρη εμε, θελει ευρει ζωην, και θελει λαβει χαριν παρα Κυριου.
36 Doch wer mich verfehlt, der schadet sich selbst;
alle, die mich hassen, lieben den Tod.
36 Οστις ομως αμαρτηση εις εμε, την εαυτου ψυχην αδικει? παντες οι μισουντες με αγαπωσι θανατον.