Scrutatio

Domenica, 28 aprile 2024 - San Luigi Maria Grignion da Montfort ( Letture di oggi)

Sprichwörter 6


font
EINHEITSUBERSETZUNG BIBELGREEK BIBLE
1 Mein Sohn, hast du deinem Nächsten Bürgschaft geleistet,
hast du einem Fremden den Handschlag gegeben,
1 Υιε μου, εαν εγεινας εγγυητης δια τον φιλον σου, εαν εδωκας την χειρα σου εις ξενον,
2 hast du dich durch deine Worte gebunden,
bist du gefangen durch deine Worte,
2 επαγιδευθης δια των λογων του στοματος σου, επιασθης δια των λογων του στοματος σου?
3 dann tu doch dies, mein Sohn: Reiß dich los;
denn du bist in die Hände deines Nächsten geraten.
Geh eilends hin und bestürm deinen Nächsten!
3 Καμε λοιπον τουτο, υιε μου, και σωζου, επειδη ηλθες εις τας χειρας του φιλου σου? υπαγε, μη αποκαμης, και βιαζε τον φιλον σου.
4 Gönne deinen Augen keinen Schlaf,
keinen Schlummer deinen Wimpern,
4 Μη δωσης υπνον εις τους οφθαλμους σου, μηδε νυσταγμον εις τα βλεφαρα σου?
5 entreiß dich seiner Hand wie eine Gazelle,
wie ein Vogel der Hand des Jägers!
5 Σωζου, ως δορκαδιον εκ χειρος του κυνηγου και ως πτηνον εκ χειρος του ιξευτου.
6 Geh zur Ameise, du Fauler,
betrachte ihr Verhalten und werde weise!
6 Υπαγε προς τον μυρμηκα, ω οκνηρε? παρατηρησον τας οδους αυτου και γινου σοφος?
7 Sie hat keinen Meister,
keinen Aufseher und Gebieter,
7 οστις μη εχων αρχοντα, επιστατην η κυβερνητην,
8 und doch sorgt sie im Sommer für Futter,
sammelt sich zur Erntezeit Vorrat.
8 ετοιμαζει την τροφην αυτου το θερος, συναγει τας τροφας αυτου εν τω θερισμω.
9 Wie lang, du Fauler, willst du noch daliegen,
wann willst du aufstehen von deinem Schlaf?
9 Εως ποτε θελεις κοιμασθαι, οκνηρε; ποτε θελεις σηκωθη εκ του υπνου σου;
10 Noch ein wenig schlafen,
noch ein wenig schlummern,
noch ein wenig die Arme verschränken, um auszuruhen.
10 Ολιγος υπνος, ολιγος νυσταγμος, ολιγη συμπλοκη των χειρων εις τον υπνον?
11 Da kommt schon die Armut wie ein Strolch über dich,
die Not wie ein zudringlicher Bettler.
11 Επειτα η πτωχεια σου ερχεται ως ταχυδρομος, και η ενδεια σου ως ανηρ ενοπλος.
12 Ein Nichtsnutz, ja ein Gauner,
wer daherkommt mit Lügen im Mund,
12 Ο αχρειος ανθρωπος, ο κακοτροπος ανθρωπος, περιπατει με στομα διεστραμμενον?
13 wer mit den Augen zwinkert, mit den Füßen deutet,
Zeichen gibt mit den Fingern.
13 Καμνει νευμα δια των οφθαλμων αυτου, σημαινει δια των ποδων αυτου, διδασκει δια των δακτυλων αυτου?
14 Tücke im Herzen, stets voll böser Ränke,
zettelt er jederzeit Händel an.
14 μετα διεστραμμενης καρδιας μηχαναται κακα εν παντι καιρω? εγειρει εριδας?
15 Darum wird plötzlich das Verderben über ihn kommen,
im Nu, ohne Rettung, wird er zerschmettert.
15 δια τουτο εξαιφνης θελει επελθει η απωλεια αυτου? εξαιφνης θελει συντριφθη ανιατως.
16 Sechs Dinge sind dem Herrn verhasst,
sieben sind ihm ein Gräuel:
16 Ταυτα τα εξ μισει ο Κυριος, επτα μαλιστα βδελυττεται η ψυχη αυτου?
17 Stolze Augen, eine falsche Zunge,
Hände, die unschuldiges Blut vergießen,
17 οφθαλμους υπερηφανους, γλωσσαν ψευδη και χειρας εκχεουσας αιμα αθωον,
18 ein Herz, das finstere Pläne hegt,
Füße, die schnell dem Bösen nachlaufen,
18 καρδιαν μηχανευομενην λογισμους κακους, ποδας τρεχοντας ταχεως εις το κακοποιειν,
19 ein falscher Zeuge, der Lügen zuflüstert,
und wer Streit entfacht unter Brüdern.
19 μαρτυρα ψευδη λαλουντα ψευδος και τον εμβαλλοντα εριδας μεταξυ αδελφων.
20 Achte, mein Sohn, auf das Gebot deines Vaters,
missachte nicht die Lehre deiner Mutter!
20 Υιε μου, φυλαττε την εντολην του πατρος σου, και μη απορριψης τον νομον της μητρος σου.
21 Binde sie dir für immer aufs Herz
und winde sie dir um den Hals!
21 Περιαψον αυτα διαπαντος επι της καρδιας σου, περιδεσον αυτα περι τον τραχηλον σου.
22 Wenn du gehst, geleitet sie dich,
wenn du ruhst, behütet sie dich,
beim Erwachen redet sie mitdir.
22 Οταν περιπατης, θελει σε οδηγει? οταν κοιμασαι, θελει σε φυλαττει? και οταν εξυπνησης, θελει συνομιλει μετα σου.
23 Denn eine Leuchte ist das Gebot
und die Lehre ein Licht,
ein Weg zum Leben sind Mahnung und Zucht.
23 Διοτι λυχνος ειναι η εντολη και φως ο νομος, και οι ελεγχοι της παιδειας οδος ζωης?
24 Sie bewahren dich vor der Frau des Nächsten,
vor der glatten Zunge der Fremden.
24 δια να σε φυλαττωσιν απο κακης γυναικος, απο κολακειας γλωσσης γυναικος αλλοτριας.
25 Begehre nicht in deinem Herzen ihre Schönheit,
lass dich nicht fangen durch ihre Wimpern!
25 Μη ορεχθης το καλλος αυτης εν τη καρδια σου? και ας μη σε θηρευση δια των βλεφαρων αυτης.
26 Einer Dirne zahlt man bis zu einem Laib Brot,
die Frau eines andern jagt dir das kostbare Leben ab.
26 Διοτι εξ αιτιας γυναικος πορνης καταντα τις εως τμηματος αρτου, η δε μοιχαλις θηρευει την πολυτιμον ψυχην.
27 Trägt man denn Feuer in seinem Gewand,
ohne dass die Kleider in Brand geraten?
27 Δυναται τις να βαλη πυρ εις τον κολπον αυτου, και τα ιματια αυτου να μη καωσι;
28 Kann man über glühende Kohlen schreiten,
ohne sich die Füße zu verbrennen?
28 Δυναται τις να περιπατηση επ' ανθρακων πυρος, και οι ποδες αυτου να μη κατακαωσιν;
29 So ist es mit dem, der zur Frau seines Nächsten geht.
Keiner bleibt ungestraft, der sie berührt.
29 Ουτω και ο εισερχομενος προς την γυναικα του πλησιον αυτου? οστις εγγιζει αυτην, δεν θελει αθωωθη.
30 Verachtet man nicht den Dieb,
auch wenn er nur stiehlt,
um sein Verlangen zu stillen, weil er Hunger hat?
30 Τον κλεπτην δεν αποστρεφονται, εαν κλεπτη δια να χορταση την ψυχην αυτου, οταν πεινα?
31 Wird er ertappt, so muss er siebenfach zahlen,
den ganzen Besitz seines Hauses geben.
31 αλλ' εαν πιασθη, θελει αποδωσει επταπλασια? θελει δωσει παντα τα υπαρχοντα της οικιας αυτου.
32 Wer Ehebruch treibt, ist ohne Verstand,
nur wer sich selbst vernichten will,
lässt sich darauf ein.
32 Οστις ομως μοιχευει με γυναικα, ειναι ενδεης φρενων? απωλειαν φερει εις την ψυχην αυτου, οστις πραττει τουτο.
33 Schläge und Schande bringt es ihm ein,
unaustilgbar ist seine Schmach.
33 Πληγας και ατιμιαν θελει υποφερει? και το ονειδος αυτου δεν θελει εξαλειφθη.
34 Denn Eifersucht bringt den Ehemann in Wut,
er kennt keine Schonung am Tag der Rache.
34 Διοτι η ζηλοτυπια ειναι μανια του ανδρος, και δεν θελει δειξει ελεος εις την ημεραν της εκδικησεως.
35 Kein Sühnegeld nimmt er an;
magst du auch Geschenke häufen, er willigt nicht ein.
35 Δεν θελει δεχθη ουδεν λυτρον? ουδε θελει εξιλεωθη, και αν πολλαπλασιασης τα δωρα.