Scrutatio

Sabato, 27 aprile 2024 - Santa Zita ( Letture di oggi)

Vangelo secondo Matteo 25


font
NOVA VULGATAGREEK BIBLE
1 Tunc simile erit regnum cae lorum decem virginibus, quae accipienteslampades suas exierunt obviam sponso.1 Τοτε θελει ομοιωθη η βασιλεια των ουρανων με δεκα παρθενους, αιτινες λαβουσαι τας λαμπαδας αυτων εξηλθον εις απαντησιν του νυμφιου.
2 Quinque autem ex eis erant fatuae, etquinque prudentes.2 Πεντε δε εξ αυτων ησαν φρονιμοι και πεντε μωραι.
3 Fatuae enim, acceptis lampadibus suis, non sumpserunt oleumsecum;3 Αιτινες μωραι, λαβουσαι τας λαμπαδας αυτων, δεν ελαβον μεθ' εαυτων ελαιον?
4 prudentes vero acceperunt oleum in vasis cum lampadibus suis.4 αι φρονιμοι ομως ελαβον ελαιον εν τοις αγγειοις αυτων μετα των λαμπαδων αυτων.
5 Moramautem faciente sponso, dormitaverunt omnes et dormierunt.5 Και επειδη ο νυμφιος εβραδυνεν, ενυσταξαν πασαι και εκοιμωντο.
6 Media autem nocteclamor factus est: “Ecce sponsus! Exite obviam ei”.6 Εν τω μεσω δε της νυκτος εγεινε κραυγη? Ιδου, ο νυμφιος ερχεται, εξελθετε εις απαντησιν αυτου.
7 Tunc surrexerunt omnesvirgines illae et ornaverunt lampades suas.7 Τοτε εσηκωθησαν πασαι αι παρθενοι εκειναι και ητοιμασαν τας λαμπαδας αυτων.
8 Fatuae autem sapientibus dixerunt:“Date nobis de oleo vestro, quia lampades nostrae exstinguuntur”.8 Και αι μωραι ειπον προς τας φρονιμους? Δοτε εις ημας εκ του ελαιου σας, διοτι αι λαμπαδες ημων σβυνονται.
9 Responderunt prudentes dicentes: “Ne forte non sufficiat nobis et vobis, itepotius ad vendentes et emite vobis”.9 Απεκριθησαν δε αι φρονιμοι, λεγουσαι? Μηποτε δεν αρκεση εις ημας και εις εσας? οθεν υπαγετε καλλιον προς τους πωλουντας και αγορασατε εις εαυτας.
10 Dum autem irent emere, venit sponsus,et quae paratae erant, intraverunt cum eo ad nuptias; et clausa est ianua.10 Ενω δε απηρχοντο δια να αγορασωσιν, ηλθεν ο νυμφιος και αι ετοιμοι εισηλθον μετ' αυτου εις τους γαμους, και εκλεισθη η θυρα.
11 Novissime autem veniunt et reliquae virgines dicentes: “Domine, domine, aperinobis”.11 Υστερον δε ερχονται και αι λοιπαι παρθενοι, λεγουσαι? Κυριε, Κυριε, ανοιξον εις ημας.
12 At ille respondens ait: “Amen dico vobis: Nescio vos”.12 Ο δε αποκριθεις ειπεν? Αληθως σας λεγω, δεν σας γνωριζω.
13 Vigilate itaque, quia nescitis diem neque horam.
13 Αγρυπνειτε λοιπον, διοτι δεν εξευρετε την ημεραν ουδε την ωραν, καθ' ην ο Υιος του ανθρωπου ερχεται.
14 Sicut enim homo peregre proficiscens vocavit servos suos et tradidit illisbona sua.14 Διοτι θελει ελθει ως ανθρωπος, οστις αποδημων εκαλεσε τους δουλους αυτου και παρεδωκεν εις αυτους τα υπαρχοντα αυτου,
15 Et uni dedit quinque talenta, alii autem duo, alii vero unum,unicuique secundum propriam virtutem, et profectus est. Statim15 και εις αλλον μεν εδωκε πεντε ταλαντα, εις αλλον δε δυο, εις αλλον δε εν, εις εκαστον κατα την ιδιαν αυτου ικανοτητα, και απεδημησεν ευθυς.
16 abiit, quiquinque talenta acceperat, et operatus est in eis et lucratus est alia quinque;16 Υπηγε δε ο λαβων τα πεντε ταλαντα και εργαζομενος δι' αυτων εκαμεν αλλα πεντε ταλαντα.
17 similiter qui duo acceperat, lucratus est alia duo.17 Ωσαυτως και ο τα δυο εκερδησε και αυτος αλλα δυο.
18 Qui autem unumacceperat, abiens fodit in terra et abscondit pecuniam domini sui.18 Ο δε λαβων το εν υπηγε και εσκαψεν εις την γην και εκρυψε το αργυριον του κυριου αυτου.
19 Postmultum vero temporis venit dominus servorum illorum et ponit rationem cum eis.19 Μετα δε καιρον πολυν ερχεται ο κυριος των δουλων εκεινων και θεωρει λογαριασμον μετ' αυτων.
20 Et accedens, qui quinque talenta acceperat, obtulit alia quinque talentadicens: “Domine, quinque talenta tradidisti mihi; ecce alia quinquesuperlucratus sum”.20 Και ελθων ο λαβων τα πεντε ταλαντα, προσεφερεν αλλα πεντε ταλαντα, λεγων? Κυριε, πεντε ταλαντα μοι παρεδωκας? ιδου, αλλα πεντε ταλαντα εκερδησα επ' αυτοις.
21 Ait illi dominus eius: “Euge, serve bone et fidelis.Super pauca fuisti fidelis; supra multa te constituam: intra in gaudium dominitui”.21 Και ειπε προς αυτον ο κυριος αυτου? Ευγε, δουλε αγαθε και πιστε? εις τα ολιγα εσταθης πιστος, επι πολλων θελω σε καταστησει? εισελθε εις την χαραν του κυριου σου.
22 Accessit autem et qui duo talenta acceperat, et ait: “Domine, duotalenta tradidisti mihi; ecce alia duo lucratus sum”.22 Προσελθων δε και ο λαβων τα δυο ταλαντα ειπε? Κυριε, δυο ταλαντα μοι παρεδωκας? ιδου, αλλα δυο ταλαντα εκερδησα επ' αυτοις.
23 Ait illi dominuseius: “Euge, serve bone et fidelis. Super pauca fuisti fidelis; supra multa teconstituam: intra in gaudium domini tui”.23 Ειπε προς αυτον ο κυριος αυτου? Ευγε, δουλε αγαθε και πιστε? εις τα ολιγα εσταθης πιστος, επι πολλων θελω σε καταστησει? εισελθε εις την χαραν του κυριου σου.
24 Accedens autem et qui unumtalentum acceperat, ait: “Domine, novi te quia homo durus es: metis, ubi nonseminasti, et congregas, ubi non sparsisti;24 Προσελθων δε και ο λαβων το εν ταλαντον, ειπε? Κυριε, σε εγνωρισα οτι εισαι σκληρος ανθρωπος, θεριζων οπου δεν εσπειρας και συναγων οθεν δεν διεσκορπισας?
25 et timens abii et absconditalentum tuum in terra. Ecce habes, quod tuum est”.25 και φοβηθεις υπηγα και εκρυψα το ταλαντον σου εν τη γη? ιδου, εχεις το σον.
26 Respondens autemdominus eius dixit ei: “Serve male et piger! Sciebas quia meto, ubi nonseminavi, et congrego, ubi non sparsi?26 Αποκριθεις δε ο κυριος αυτου, ειπε προς αυτον? Πονηρε δουλε και οκνηρε? ηξευρες οτι θεριζω οπου δεν εσπειρα και συναγω οθεν δεν διεσκορπισα?
27 Oportuit ergo te mittere pecuniam meamnummulariis, et veniens ego recepissem, quod meum est cum usura.27 επρεπε λοιπον να βαλης το αργυριον μου εις τους τραπεζιτας, και ελθων εγω ηθελον λαβει το εμον μετα τοκου.
28 Tolliteitaque ab eo talentum et date ei, qui habet decem talenta:28 Λαβετε λοιπον απ' αυτου το ταλαντον, και δοτε εις τον εχοντα τα δεκα ταλαντα.
29 omni enim habentidabitur, et abundabit; ei autem, qui non habet, et quod habet, auferetur ab eo.29 Διοτι εις παντα τον εχοντα θελει δοθη και περισσευθη, απο δε του μη εχοντος και εκεινο το οποιον εχει θελει αφαιρεθη απ' αυτου.
30 Et inutilem servum eicite in tenebras exteriores: illic erit fletus etstridor dentium”.
30 Και τον αχρειον δουλον ριψατε εις το σκοτος το εξωτερον? εκει θελει εισθαι ο κλαυθμος και ο τριγμος των οδοντων.
31 Cum autem venerit Filius hominis in gloria sua, et omnes angeli cum eo, tuncsedebit super thronum gloriae suae.31 Οταν δε ελθη ο ιος του ανθρωπου εν τη δοξη αυτου και παντες οι αγιοι αγγελοι μετ' αυτου, τοτε θελει καθησει επι του θρονου της δοξης αυτου,
32 Et congregabuntur ante eum omnes gentes;et separabit eos ab invicem, sicut pastor segregat oves ab haedis,32 και θελουσι συναχθη εμπροσθεν αυτου παντα τα εθνη, και θελει χωρισει αυτους απ' αλληλων, καθως ο ποιμην χωριζει τα προβατα απο των εριφιων,
33 et statuetoves quidem a dextris suis, haedos autem a sinistris.33 και θελει στησει τα μεν προβατα εκ δεξιων αυτου, τα δε εριφια εξ αριστερων.
34 Tunc dicet Rex his, quia dextris eius erunt: “Venite, benedicti Patris mei; possidete paratum vobisregnum a constitutione mundi.34 Τοτε ο Βασιλευς θελει ειπει προς τους εκ δεξιων αυτου? Ελθετε οι ευλογημενοι του Πατρος μου, κληρονομησατε την ητοιμασμενην εις εσας βασιλειαν απο καταβολης κοσμου.
35 Esurivi enim, et dedistis mihi manducare;sitivi, et dedistis mihi bibere; hospes eram, et collegistis me;35 Διοτι επεινασα, και μοι εδωκατε να φαγω, εδιψησα, και με εποτισατε, ξενος ημην, και με εφιλοξενησατε,
36 nudus, etoperuistis me; infirmus, et visitastis me; in carcere eram, et venistis ad me”.36 γυμνος, και με ενεδυσατε, ησθενησα, και με επεσκεφθητε, εν φυλακη ημην, και ηλθετε προς εμε.
37 Tunc respondebunt ei iusti dicentes: “Domine, quando te vidimus esurientemet pavimus, aut sitientem et dedimus tibi potum?37 Τοτε θελουσιν αποκριθη προς αυτον οι δικαιοι, λεγοντες? Κυριε, ποτε σε ειδομεν πεινωντα και εθρεψαμεν, η διψωντα και εποτισαμεν;
38 Quando autem te vidimushospitem et collegimus, aut nudum et cooperuimus?38 ποτε δε σε ειδομεν ξενον και εφιλοξενησαμεν, η γυμνον και ενεδυσαμεν;
39 Quando autem te vidimusinfirmum aut in carcere et venimus ad te?”.39 ποτε δε σε ειδομεν ασθενη η εν φυλακη και ηλθομεν προς σε;
40 Et respondens Rex dicet illis:“Amen dico vobis: Quamdiu fecistis uni de his fratribus meis minimis, mihifecistis”.40 Και αποκριθεις ο Βασιλευς θελει ειπει προς αυτους? Αληθως σας λεγω, καθ' οσον εκαμετε εις ενα τουτων των αδελφων μου των ελαχιστων, εις εμε εκαμετε.
41 Tunc dicet et his, qui a sinistris erunt: “Discedite a me,maledicti, in ignem aeternum, qui praeparatus est Diabolo et angelis eius.41 Τοτε θελει ειπει και προς τους εξ αριστερων? Υπαγετε απ' εμου οι κατηραμενοι εις το πυρ το αιωνιον, το ητοιμασμενον δια τον διαβολον και τους αγγελους αυτου.
42 Esurivi enim, et non dedistis mihi manducare; sitivi, et non dedistis mihipotum;42 Διοτι επεινασα, και δεν μοι εδωκατε να φαγω, εδιψησα, και δεν με εποτισατε,
43 hospes eram, et non collegistis me; nudus, et non operuistis me;infirmus et in carcere, et non visitastis me”.43 ξενος ημην, και δεν με εφιλοξενησατε, γυμνος, και δεν με ενεδυσατε, ασθενης και εν φυλακη, και δεν με επεσκεφθητε.
44 Tunc respondebunt et ipsidicentes: “Domine, quando te vidimus esurientem aut sitientem aut hospitem autnudum aut infirmum vel in carcere et non ministravimus tibi?”.44 Τοτε θελουσιν αποκριθη προς αυτον και αυτοι, λεγοντες? Κυριε, ποτε σε ειδομεν πεινωντα η διψωντα η ξενον η γυμνον η ασθενη η εν φυλακη, και δεν σε υπηρετησαμεν;
45 Tuncrespondebit illis dicens: “Amen dico vobis: Quamdiu non fecistis uni deminimis his, nec mihi fecistis”.45 Τοτε θελει αποκριθη προς αυτους, λεγων? Αληθως σας λεγω, καθ' οσον δεν εκαμετε εις ενα τουτων των ελαχιστων, ουδε εις εμε εκαμετε.
46 Et ibunt hi in supplicium aeternum, iustiautem in vitam aeternam ”.
46 Και θελουσιν απελθει ουτοι μεν εις κολασιν αιωνιον, οι δε δικαιοι εις ζωην αιωνιον.