Scrutatio

Sabato, 27 aprile 2024 - Santa Zita ( Letture di oggi)

Ezechiele 4


font
BIBBIA CEI 2008GREEK BIBLE
1 «Figlio dell’uomo, prendi una tavoletta d’argilla, mettila dinanzi a te, disegnaci sopra una città, Gerusalemme,1 Και συ, υιε ανθρωπου, λαβε εις σεαυτον κεραμιδα και θες αυτην εμπροσθεν σου και διαγραψον επ' αυτης πολιν, την Ιερουσαλημ?
2 e disponi intorno ad essa l’assedio: rizza torri, costruisci terrapieni, schiera gli accampamenti e colloca intorno gli arieti.2 και στησον πολιορκιαν εναντιον αυτης και οικοδομησον προμαχωνας εναντιον αυτης και υψωσον προχωματα εναντιον αυτης, θες ετι στρατοπεδον εναντιον αυτης και στησον κριους κυκλω εναντιον αυτης.
3 Poi prendi una teglia di ferro e mettila come muro di ferro fra te e la città, e tieni fisso lo sguardo su di essa, che sarà assediata, anzi tu la assedierai! Questo sarà un segno per la casa d’Israele.
3 Και λαβε εις σεαυτον πλακα σιδηραν και θες αυτην ως τοιχον σιδηρουν μεταξυ σου και της πολεως, και στηριξον το προσωπον σου εναντιον αυτης και θελει πολιορκηθη και θελεις βαλει πολιορκιαν εναντιον αυτης? τουτο θελει εισθαι σημειον εις τον οικον Ισραηλ.
4 Mettiti poi a giacere sul fianco sinistro e io ti carico delle iniquità d’Israele. Per il numero di giorni in cui giacerai su di esso, espierai le sue iniquità:4 Και συ πλαγιασον επι την αριστεραν σου πλευραν και θες την ανομιαν του οικου Ισραηλ επ' αυτην? κατα τον αριθμον των ημερων, καθ' ας θελεις πλαγιασει επ' αυτην, θελεις βαστασει την ανομιαν αυτων.
5 io ho computato per te gli anni della sua espiazione come un numero di giorni. Espierai le iniquità della casa d’Israele per trecentonovanta giorni.
5 Διοτι εγω επι σε εθεσα τα ετη της ανομιας αυτων κατα τον αριθμον των ημερων, τριακοσιας ενενηκοντα ημερας? και θελεις βαστασει την ανομιαν του οικου Ισραηλ.
6 Terminati questi, giacerai sul fianco destro ed espierai le iniquità di Giuda per quaranta giorni, computando un giorno per ogni anno.6 Και αφου τελειωσης ταυτας, πλαγιασον παλιν επι την πλευραν σου την δεξιαν, και θελεις βαστασει την ανομιαν του οικου Ιουδα τεσσαρακοντα ημερας? εκαστην μιαν ημεραν προσδιωρισα εις σε αντι ενος ετους.
7 Terrai fisso lo sguardo contro il muro di Gerusalemme, terrai il braccio disteso e profeterai contro di essa.7 Και θελεις στηριξει το προσωπον σου προς την πολιορκιαν της Ιερουσαλημ και ο βραχιων σου θελει εισθαι γυμνος και θελεις προφητευσει εναντιον αυτης.
8 Ecco, ti ho cinto di funi, in modo che tu non potrai voltarti né da una parte né dall’altra, finché tu non abbia ultimato i giorni della tua reclusione.
8 Και ιδου, θελω βαλει επι σε δεσμα, και δεν θελεις στραφη απο της μιας σου πλευρας εις την αλλην, εωσου τελειωσης τας ημερας της πολιορκιας σου.
9 Prendi intanto grano, orzo, fave, lenticchie, miglio e spelta, mettili in un recipiente e fattene del pane: ne mangerai durante tutti i giorni in cui tu rimarrai disteso sul fianco, cioè per trecentonovanta giorni.9 Και συ λαβε εις σεαυτον σιτον και κριθην και κυαμους και φακην και κεγχρον και αρακον, και θες αυτα εις εν αγγειον και καμε εξ αυτων αρτους εις σεαυτον? κατα τον αριθμον των ημερων καθ' ας θελεις πλαγιασει επι την πλευραν σου, τριακοσιας και ενενηκοντα ημερας θελεις τρωγει εκ τουτων.
10 La razione che assumerai sarà del peso di venti sicli al giorno: la consumerai a ore stabilite.10 Και το φαγητον σου, το οποιον θελεις τρωγει εκ τουτων, θελει εισθαι με ζυγιον, εικοσι σικλων την ημεραν? απο καιρου εως καιρου θελεις τρωγει εξ αυτων.
11 Anche l’acqua che berrai sarà razionata: un sesto di hin, a ore stabilite.11 Και υδωρ με μετρον θελεις πινει, το εκτον ενος ιν? απο καιρου εως καιρου θελεις πινει.
12 Mangerai questo cibo fatto in forma di schiacciata d’orzo: la cuocerai sopra escrementi umani davanti ai loro occhi».12 Και θελεις τρωγει αυτους ως κριθινους εγκρυφιας, και θελεις ψηνει αυτους με κοπρον εξερχομενην απο ανθρωπου, εμπροσθεν των οφθαλμων αυτων.
13 Il Signore mi disse: «In tale maniera mangeranno i figli d’Israele il loro pane impuro in mezzo alle nazioni fra le quali li disperderò».
13 Και ειπε Κυριος, Ουτω θελουσι φαγει οι υιοι Ισραηλ τον αρτον αυτων μεμολυσμενον μεταξυ των εθνων, οπου θελω διασκορπισει αυτους.
14 Io esclamai: «Signore Dio, mai mi sono contaminato! Dall’infanzia fino ad ora mai ho mangiato carne di bestia morta o sbranata, né mai è entrato nella mia bocca cibo impuro».14 Και εγω ειπα, Α, Κυριε Θεε? ιδου, ψυχη μου δεν εμολυνθη, επειδη απο νεοτητος μου εως του νυν δεν εφαγον θνησιμαιον η θηριαλωτον, ουδε εισηλθε ποτε εις το στομα μου κρεας βδελυκτον.
15 Egli mi rispose: «Ebbene, invece di escrementi umani ti concedo sterco di bue; lì sopra cuocerai il tuo pane».
15 Και ειπε προς εμε, Ιδε, εδωκα εις σε κοπρον βοος αντι κοπρου ανθρωπινης, και με ταυτην θελεις ψησει τον αρτον σου.
16 Poi soggiunse: «Figlio dell’uomo, ecco io tolgo a Gerusalemme la riserva del pane; mangeranno con angoscia il pane razionato e berranno in preda all’affanno l’acqua misurata.16 Και ειπε προς εμε, Υιε ανθρωπου, ιδου, εγω θελω συντριψει το υποστηριγμα του αρτου εν Ιερουσαλημ? και θελουσι τρωγει αρτον με ζυγιον και εν στενοχωρια, και θελουσι πινει υδωρ με μετρον και εν αγωνια?
17 Mancando pane e acqua, languiranno tutti insieme e si consumeranno nelle loro iniquità.17 δια να καταντησωσιν ενδεεις αρτου και υδατος? και θελουσιν εκθαμβεισθαι προς αλληλους, και θελουσιν αναλωθη δια τας ανομιας αυτων.