Proverbi 24
Confronta con un'altra Bibbia
Cambia Bibbia
NOVA VULGATA | GREEK BIBLE |
---|---|
1 Ne aemuleris viros malos nec desideres esse cum eis, | 1 Μη ζηλευε τους κακους ανθρωπους, μηδε επιθυμει να ησαι μετ' αυτων? |
2 quia rapinas meditatur mens eorum, et perniciem labia eorum loquuntur. | 2 διοτι η καρδια αυτων μελετα καταδυναστευσιν, και τα χειλη αυτων λαλουσι κακουργιας. |
3 Sapientia aedificabitur domus, et prudentia roborabitur. | 3 Δια της σοφιας οικοδομειται οικος και δια της συνεσεως στερεονεται. |
4 In doctrina replebuntur cellaria, universa substantia pretiosa et pulcherrima. | 4 Και δια της γνωσεως τα ταμεια θελουσι γεμισθη απο παντος πολυτιμου και ευφροσυνου πλουτου. |
5 Vir sapiens fortis est, et vir doctus firmat robur. | 5 Ο σοφος ανθρωπος ισχυει, και ο ανθρωπος ο φρονιμος αυξανει δυναμιν. |
6 Quia cum dispositione parabis tibi bellum, et erit salus, ubi multa consilia sunt. | 6 Διοτι δια σοφων βουλων θελεις καμει τον πολεμον σου? εκ του πληθους δε των συμβουλων προερχεται σωτηρια. |
7 Excelsa stulto sapientia, in porta non aperiet os suum. | 7 Η σοφια ειναι παραπολυ υψηλη δια τον αφρονα? δεν θελει ανοιξει το στομα αυτου εν τη πυλη. |
8 Qui cogitat mala facere, vir perniciosus vocabitur. | 8 Οστις μελετα να πραξη κακον, θελει ονομασθη ανηρ κακεντρεχης. |
9 Cogitatio stulti peccatum est, et abominatio hominum detractor. | 9 Η μελετη της αφροσυνης ειναι αμαρτια? και ο χλευαστης βδελυγμα εις τους ανθρωπους. |
10 Si fueris lassus in die angustiae, coartabitur fortitudo tua. | 10 Εαν μικροψυχησης εν τη ημερα της συμφορας, μικρα ειναι η δυναμις σου. |
11 Erue eos, qui ducuntur ad mortem; et, qui trahuntur ad interitum, retine. | 11 Ελευθερονε τους συρομενους εις θανατον, και μη αποσυρου απο των οντων εις ακμην σφαγης. |
12 Si dixeris: “ Nesciebamus hoc ”; nonne qui ponderator est cordis, ipse intellegit, et servatorem animae tuae nihil fallit reddetque homini iuxta opera sua? | 12 Εαν ειπης, Ιδου, ημεις δεν εξευρομεν τουτο? δεν γνωριζει ο σταθμιζων τας καρδιας; και ο φυλαττων την ψυχην σου και αποδιδων εις εκαστον κατα τα εργα αυτου, δεν εξευρει; |
13 Comede, fili mi, mel, quia bonum est et favum dulcissimum gutturi tuo. | 13 Υιε μου, φαγε μελι, διοτι ειναι καλον? και κηρηθραν, διοτι ειναι γλυκεια επι του ουρανισκον σου? |
14 Sic, scito, est sapientia animae tuae; quam cum inveneris, erit tibi posteritas, et spes tua non peribit. | 14 Τοιαυτη θελει εισθαι εις την ψυχην σου η γνωσις της σοφιας? οταν ευρης αυτην, τοτε θελεις λαβει αμοιβην, και η ελπις σου δεν θελει εκκοπη. |
15 Ne insidieris, o nequam, domui iusti neque vastes requiem eius. | 15 Μη στηνε παγιδα, ω ανομε, κατα της κατοικιας του δικαιου? μη ταραξης τον τοπον της αναπαυσεως αυτου? |
16 Septies enim cadet iustus et resurget; impii autem corruent in malum. | 16 διοτι ο δικαιος πιπτει επτακις και σηκονεται? αλλ' οι ασεβεις θελουσι πεσει εις ολεθρον. |
17 Cum ceciderit inimicus tuus, ne gaudeas, et in ruina eius ne exsultet cor tuum, | 17 Εις την πτωσιν του εχθρου σου μη χαρης? και εις το ολισθημα αυτου ας μη ευφραινεται η καρδια σου? |
18 ne forte videat Dominus, et displiceat ei et auferat ab eo iram suam. | 18 Μηποτε ο Κυριος ιδη και φανη τουτο κακον εις τους οφθαλμους αυτου και μεταστρεψη τον θυμον αυτου απ' αυτου. |
19 Ne succendas ira in pessimos nec aemuleris impios, | 19 Μη αγανακτει περι των πονηρευομενων? μη ζηλευε τους ασεβεις? |
20 quoniam non erit posteritas maligno, et lucerna impiorum exstinguetur. | 20 διοτι δεν θελει εχει τελος αγαθον ο κακος? ο λυχνος των ασεβων θελει σβεσθη. |
21 Time Dominum, fili mi, et regem et cum nova sectantibus non commiscearis, | 21 Υιε μου, φοβου τον Κυριον και τον βασιλεα? και μη εχε συγκοινωνιαν μετα στασιαστων? |
22 quoniam repente consurget perditio eorum, et ruinam utriusque quis novit? | 22 διοτι η συμφορα αυτων θελει επελθει εξαιφνης? και τις γνωριζει αμφοτερων τας τιμωριας; |
23 Haec quoque sapientibus: Dignoscere personam in iudicio non est bonum. | 23 Ταυτα προσετι ειναι δια τους σοφους. Η προσωποληψια εν τη κρισει δεν ειναι καλον. |
24 Qui dicit impio: “ Iustus es ”, maledicent ei populi, et detestabuntur eum tribus. | 24 Τον λεγοντα προς τον ασεβη, Εισαι δικαιος, τουτον οι λαοι θελουσι καταρασθη και τα εθνη θελουσι βδελυττεσθαι? |
25 Qui vero arguunt eum, laudabuntur, et super ipsos veniet benedictio boni. | 25 αλλ' εις τους ελεγχοντας αυτον θελει εισθαι χαρις, και ευλογια αγαθων θελει ελθει επ' αυτους. |
26 Labia deosculatur, qui recta verba respondet. | 26 Οστις αποκρινεται λογους ορθους, ειναι ως ο φιλων τα χειλη. |
27 Praepara foris opus tuum et diligenter exerce illud in agro tuo, ut postea aedifices domum tuam. | 27 Διαταττε το εργον σου εξω και προετοιμαζε αυτο εις σεαυτον εν τω αγρω? και επειτα οικοδομησον τον οικον σου. |
28 Ne sis testis frustra contra proximum tuum nec decipias quemquam labiis tuis. | 28 Μη ησο μαρτυς αδικος κατα του πλησιον σου, μηδε απατα δια των χειλεων σου. |
29 Ne dicas: “ Quomodo fecit mihi, sic faciam ei, reddam viro secundum opus suum ”. | 29 Μη ειπης, Καθως εκαμεν εις εμε, ουτω θελω καμει εις αυτον? θελω αποδωσει εις τον ανθρωπον κατα το εργον αυτου. |
30 Per agrum hominis pigri transivi et per vineam viri sensu carentis: | 30 Διεβαινον δια του αγρου του οκνηρου και δια του αμπελωνος του ανθρωπου του ενδεους φρενων? |
31 et ecce totum repleverant urticae, et operuerant superficiem eius spinae, et maceria lapidum destructa erat; | 31 και ιδου, πανταχου ειχον βλαστησει ακανθαι? κνιδαι ειχον σκεπασει το προσωπον αυτου, και το λιθοφραγμα αυτου ητο κατακεκρημνισμενον. |
32 quod cum vidissem, posui in corde meo, vidi, didici disciplinam: | 32 Τοτε εγω θεωρησας εσυλλογισθην εν τη καρδια μου? ειδον, και ελαβον διδασκαλιαν. |
33 “ Parum dormies, modicum dormitabis, pauxillum manus conseres, ut quiescas, | 33 Ολιγος υπνος, ολιγος νυσταγμος, ολιγη συμπλοκη των χειρων εις τον υπνον? |
34 et veniet tibi quasi cursor egestas, et mendicitas quasi vir armatus ”. | 34 επειτα η πτωχεια σου ερχεται ως ταχυδρομος, και η ενδεια σου ως ανηρ ενοπλος. |