Scrutatio

Lunedi, 29 aprile 2024 - Santa Caterina da Siena ( Letture di oggi)

Vangelo secondo Matteo 17


font
BIBBIA MARTINIGREEK BIBLE
1 Sei giorni dopo Gesù prese con se Pietro, e Giacomo, e Giovanni suo fratello, e li menò separatamente sopra un alto monte.1 Και μεθ' ημερας εξ παραλαμβανει Ιησους τον Πετρον και Ιακωβον και Ιωαννην τον αδελφον αυτου και αναβιβαζει αυτους εις ορος υψηλον κατ' ιδιαν?
2 E fu dinanzi ad essi trasfigurato. E il suo volto era laminoso come il sole: e le sue vesti bianche come la neve.2 και μετεμορφωθη εμπροσθεν αυτων, και ελαμψε το προσωπον αυτου ως ο ηλιος, τα δε ιματια αυτου εγειναν λευκα ως το φως.
3 E a un tratto apparvero ad essi Mosé, ed Elia, i quali discorrevan con lui.3 Και ιδου, εφανησαν εις αυτους Μωυσης και Ηλιας συλλαλουντες μετ' αυτου.
4 E Pietro prendendo la parola disse a Gesù: Signore, buona cosa è per noi lo star qui: se a te piace, facciam qui tre padiglioni, uno per te, uno per Mosé, e uno per Elia.4 Αποκριθεις δε ο Πετρος ειπε προς τον Ιησουν? Κυριε, καλον ειναι να ημεθα εδω? εαν θελης, ας καμωμεν εδω τρεις σκηνας, δια σε μιαν και δια τον Μωυσην μιαν και μιαν δια τον Ηλιαν.
5 Prima che egli finisse di dire, ecco che una nuvola risplendente gli adombrò. Ed ecco dalla nuvola una voce, che disse: Questi è il mio Figliuolo diletto, nel quale io mi sono compiaciuto; lui ascoltate.5 Ενω αυτος ελαλει ετι, ιδου, νεφελη φωτεινη επεσκιασεν αυτους, και ιδου, φωνη εκ της νεφελης λεγουσα? Ουτος ειναι ο Υιος μου ο αγαπητος, εις τον οποιον ευηρεστηθην? αυτου ακουετε.
6 Udito ciò, i discepoli caddero bocconi per terra, ed ebbero gran timore.6 Και ακουσαντες οι μαθηται επεσον κατα προσωπον αυτων και εφοβηθησαν σφοδρα.
7 Ma Gesù si accostò ad essi, e toccogli, e disse loro: Alzatevi, e non temete.7 Και προσελθων ο Ιησους επιασεν αυτους και ειπεν? Εγερθητε και μη φοβεισθε.
8 E alzando gli occhi non videro nessuno, fuori del solo Gesù.8 Υψωσαντες δε τους οφθαλμους αυτων, δεν ειδον ουδενα ειμη τον Ιησουν μονον.
9 E nel calare dal monte, Gesù ordinò loro dicendo: Non dite a chicchessia quel, che avete veduto, prima che il Figliuol dell'uomo sia risuscitato da morte.9 Και ενω κατεβαινον απο του ορους, παρηγγειλεν εις αυτους ο Ιησους, λεγων? Μη ειπητε προς μηδενα το οραμα, εωσου ο Υιος του ανθρωπου αναστηθη εκ νεκρων.
10 E i discepoli lo interrogarono, dicendo: Perché dunque dicono gli Scribi, che prima deve venire Elia?10 Και ηρωτησαν αυτον οι μαθηται αυτου, λεγοντες? Δια τι λοιπον λεγουσιν οι γραμματεις οτι πρεπει να ελθη ο Ηλιας πρωτον;
11 Ed egli rispose loro: Certo, che prima è per venire Elia e ordinerà tutte le cose.11 Ο δε Ιησους αποκριθεις ειπε προς αυτους? Ο Ηλιας μεν ερχεται πρωτον και θελει αποκαταστησει παντα?
12 Ma io vi dico, che Elia, è già venuto, e non lo hanno riconosciuto; ma hanno fatto a lui tutto quello, che han voluto. E nella stessa maniera sarà da essi trattato il Figliuolo dell'uomo.12 σας λεγω ομως οτι ηλθεν ηδη ο Ηλιας, και δεν εγνωρισαν αυτον, αλλ' επραξαν εις αυτον οσα ηθελησαν? ουτω και ο Υιος του ανθρωπου μελλει να παθη υπ' αυτων.
13 Allora i discepoli compresero, che aveva loro parlato di Giovanni Batista.13 Τοτε ενοησαν οι μαθηται, οτι περι Ιωαννου του Βαπτιστου ειπε προς αυτους.
14 Ed essendo egli giunto, dove eran le turbe, se gli accostò un uomo, e si gettò in ginocchio davanti a lui, dicendo: Signore, abbi pietà di mio figlio, perché è lunatico, e soffra molto: imperocché spesso cade nel fuoco, e spesso nell'acqua.14 Και οτε ηλθον προς τον οχλον, επλησιασεν εις αυτον ανθρωπος τις γονυπετων εις αυτον και λεγων?
15 E io l'ho presentato a' tuoi discepoli, e non hanno potuto sanarlo.15 Κυριε, ελεησον μου τον υιον, διοτι σεληνιαζεται και κακως πασχει? διοτι πολλακις πιπτει εις το πυρ και πολλακις εις το υδωρ.
16 Ma Gesù rispose, e disse: O generazione incredula, e perversa, sino a quando starò con voi? sino a quando vi sopporterò? Menatelo qui da me.16 Και εφερα αυτον προς τους μαθητας σου, αλλα δεν ηδυνηθησαν να θεραπευσωσιν αυτον.
17 E Gesù sgridò il Demonio, e questi usci dal fanciullo, il quale da quel momento fu risanato.17 Αποκριθεις δε ο Ιησους ειπεν? Ω γενεα απιστος και διεστραμμενη, εως ποτε θελω εισθαι μεθ' υμων; εως ποτε θελω υποφερει υμας; φερετε μοι αυτον εδω.
18 Allora i discepoli presero in disparte Gesù, e gli dissero: Per qual motivo non abbiam noi potuto scacciarlo?18 Και επετιμησεν αυτον ο Ιησους, και εξηλθεν απ' αυτου το δαιμονιον και εθεραπευθη το παιδιον απο της ωρας εκεινης.
19 Rispose loro Gesù: A motivo della vostra incredulità. Imperocché in verità vi dico: Se avrete fede, quanto un granello di senapa, potrete dire a questo morte: Passa da questo a quel luogo, e passerà; e nissuna cosa sarà a voi impossibile.19 Τοτε προσελθοντες οι μαθηται προς τον Ιησουν κατ' ιδιαν, ειπον? Δια τι ημεις δεν ηδυνηθημεν να εκβαλωμεν αυτο;
20 Ma questa sorta (di demonj) non si discaccia, se non mediante l'orazione, e il digiuno.20 Ο δε Ιησους ειπε προς αυτους? Δια την απιστιαν σας. Διοτι αληθως σας λεγω, Εαν εχητε πιστιν ως κοκκον σιναπεως, θελετε ειπει προς το ορος τουτο, Μεταβηθι εντευθεν εκει, και θελει μεταβη? και δεν θελει εισθαι ουδεν αδυνατον εις εσας.
21 E mentre trattenevansi nella Galilea, Gesù disse loro: Il Figliuolo dell'uomo ha da esser dato nelle mani degli uomini:21 Τουτο δε το γενος δεν εξερχεται, ειμη δια προσευχης και νηστειας.
22 E lo uccideranno, ed ei risorgerà il terzo giorno. Ed essi restarono afflitti sommamente.22 Και ενω διετριβον εν τη Γαλιλαια, ειπε προς αυτους ο Ιησους? Μελλει ο Υιος του ανθρωπου να παραδοθη εις χειρας ανθρωπων?
23 Ed essendo entrati in Cafarnaum, si accontarono a Pietro quelli, che riscuotevano le due dramme, e gli dissero: Il vostro Maestro non paga egli le due dramme?23 και θελουσι θανατωσει αυτον, και την τριτην ημεραν θελει αναστηθη. Και ελυπηθησαν σφοδρα.
24 Ed ei rispose: Certo che si. Ed entrato che egli fu in casa, Gesù lo prevenne, e gli disse: Che te ne pare, o Simone? Da chi ricevono il tributo, od il censo i re della terra? da' proprj figliuoli, o dagli estranei?24 Οτε δε ηλθον εις την Καπερναουμ, προσηλθον προς τον Πετρον οι λαμβανοντες τα διδραχμα και ειπον? Ο διδασκαλος σας δεν πληρονει τα διδραχμα;
25 Dagli estranei, rispose Pietro. E Gestì soggiunsegli: Dunque esenti sono i figliuoli.25 Λεγει, Ναι. Και οτε εισηλθεν εις την οικιαν, προελαβεν αυτον ο Ιησους λεγων? Τι σοι φαινεται, Σιμων; οι βασιλεις της γης απο τινων λαμβανουσι φορους η δασμον; απο των υιων αυτων η απο των ξενων;
26 Con tutto ciò per non recare adessi scandalo, va al mare, e getta l'amo; e prendi il primo pesce, che verrà su: e apertagli la bocca, vi troverai uno statere: piglialo, e paga per me e per te.26 Λεγει προς αυτον ο Πετρος? Απο των ξενων. Ειπε προς αυτον ο Ιησους? Αρα ελευθεροι ειναι οι υιοι.
27 Πλην δια να μη σκανδαλισωμεν αυτους, υπαγε εις την θαλασσαν και ριψον αγκιστρον και το πρωτον οψαριον, το οποιον αναβη, λαβε, και ανοιξας το στομα αυτου θελεις ευρει στατηρα? εκεινον λαβων δος εις αυτους δι' εμε και σε.