Scrutatio

Domenica, 28 aprile 2024 - San Luigi Maria Grignion da Montfort ( Letture di oggi)

Isaia 38


font
BIBBIA TINTORIGREEK BIBLE
1 In quel tempo Ezechia cadde in una malattia mortale, e il profeta Isaia figlio di Amos, andato a trovarlo, gli disse: « Così dice il Signore: — Metti in ordine le tue cose, perchè tu morrai e non potrai vivere ».1 Κατ' εκεινας ημερας ηρρωστησεν ο Εζεκιας εις θανατον? και ηλθε προς αυτον Ησαιας ο προφητης ο υιος του Αμως και ειπε προς αυτον, Ουτω λεγει Κυριος? Διαταξον περι του οικου σου? επειδη αποθνησκεις και δεν θελεις ζησει.
2 Ezechia, voltata la faccia verso la parete, pregò il Signore,2 Τοτε εστρεψεν ο Εζεκιας το προσωπον αυτου προς τον τοιχον και προσηυχηθη εις τον Κυριον,
3 dicendo: « Te me prego, o Signore, e ti scongiuro a ricordarti come io ho camminato dinanzi a te nella verità e con cuore perfetto, e che ho fatto ciò che è buono dinanzi ai tuoi occhi ». Ezechia si mise a piangere dirottamente.3 και ειπε, Δεομαι, Κυριε, ενθυμηθητι τωρα πως περιεπατησα ενωπιον σου εν αληθεια και εν καρδια τελεια και επραξα το αρεστον ενωπιον σου. Και εκλαυσεν ο Εζεκιας κλαυθμον μεγαν.
4 E il Signore rivolse la parola ad Isaia, dicendo:4 Τοτε εγεινε λογος Κυριου προς τον Ησαιαν λεγων,
5 « Va a dire ad Ezechia: Il Signore Dio di David tuo padre dice cosi: — Ho ascoltata la tua preghiera, ho vedute le tue lacrime, ed ecco aggiungerò quindici anni alla tua vita,5 Υπαγε και ειπε προς τον Εζεκιαν, Ουτω λεγει Κυριος ο Θεος του Δαβιδ του πατρος σου? Ηκουσα την προσευχην σου, ειδον τα δακρυα σου? ιδου, θελω προσθεσει εις τας ημερας σου δεκαπεντε ετη?
6 e libererò te e questa città dal re d'Assiria, e la proteggerò.6 και θελω ελευθερωσει σε και την πολιν ταυτην εκ της χειρος του βασιλεως της Ασσυριας και θελω υπερασπισθη την πολιν ταυτην?
7 Ecco da parte del Signore il segno che il Signore compirà questa sua parola:7 και τουτο θελει εισθαι εις σε το σημειον παρα Κυριου οτι θελει καμει ο Κυριος το πραγμα τουτο, το οποιον ελαλησεν?
8 Io farò che l'ombra del sole, calata di dieci gradi sull'orologio a sole di Acaz, ritorni indietro di dieci gradi ». E il sole tornò indietro pei dieci gradi che aveva discesi.8 ιδου, θελω στρεψει οπισω δεκα βαθμους την σκιαν των βαθμων, τους οποιους κατεβη εις το ηλιακον ωρολογιον του Αχαζ. Και εστραφη ο ηλιος δεκα βαθμους, δια των οποιων ειχε καταβη.
9 Scritto di Ezechia re di Giuda, quando, essendo malato, guari dalla sua infermità:9 Ταυτα ειναι τα γραφεντα υπο Εζεκιου βασιλεως του Ιουδα, οτε ηρρωστησε και ανελαβεν εκ της αρρωστιας αυτου?
10 « Io dissi: alla metà dei miei giorni dovrò andare alle porte dell'inferno. Ho cercato il resto dei miei anni:10 Εγω ειπα, Εν τη μεσημβρια των ημερων μου θελω υπαγει εις τας πυλας του ταφου? εστερηθην το υπολοιπον των ετων μου.
11 ho detto: Non vedrò il Signore Dio nella terra dei viventi: non vedrò più gli uomini e gli abitatori della quiete.11 Ειπα, δεν θελω ιδει πλεον τον Κυριον, τον Κυριον, εν γη ζωντων? δεν θελω ιδει πλεον ανθρωπον μετα των κατοικων του κοσμου.
12 La mia vita mi è tolta, portata lungi da me, come la tenda di un pastore. La mia vita è tagliata come dal tessitore la tela. Mentre io ordiva mi ha reciso: dalla mattina alla sera mi finirai.12 Η ζωη μου εφυγε και μετετοπισθη απ' εμου ως ποιμενος σκηνη? εκοπη η ζωη μου ως υπο υφαντου? απο του στημονιου θελει με κοψει? απο πρωιας εως εσπερας θελεις με τελειωσει.
13 Io speravo fino al mattino, ma egli come leone ha stritolate tutte le mie ossa. Dalla mattina, alla sera mi finirai.13 Εστοχαζομην εως πρωιας, ως λεων θελει συντριψει παντα τα οστα μου? απο πρωιας εως εσπερας θελεις με τελειωσει.
14 Io grido come rondinino, io gemo come colomba. I miei occhi si sono stancati a guardare in alto. Signore, sono oppresso, prendimi sotto la tua protezione.14 Ως γερανος, ως χελιδων, ουτω εψελλιζον? ωδυρομην ως τρυγων? οι οφθαλμοι μου απεκαμον ατενιζοντες εις τα ανω. Καταθλιβομαι, Κυριε? ανακουφισον με.
15 Che potrò dire? Come potrà prendermi sotto la sua protezione, se egli stesso ha fatto questo? Dinanzi a te ripenserò a tutti gli anni miei nell'amarezza dell'anima mia.15 Τι να ειπω; αυτος και ειπε προς εμε και εξετελεσε? θελω διαγει παντα τα ετη μου εν τη πικρια της ψυχης μου.
16 Signore, se tale è la vita, se in tali cose è posta la vita del mio spirito, correggimi e rendimi la vita.16 Εν τουτοις, Κυριε, ζωσιν οι ανθρωποι, και εν πασι τουτοις υπαρχει ζωη του πνευματος μου? συ βεβαιως με θεραπευεις και με αναζωοποιεις.
17 Ecco si cangia in pace la mia più grande amarezza; tu hai liberata l'anima mia dalla perdizione, ti sei gettati dietro le spalle tutti i miei peccati.17 Ιδου, αντι ειρηνης επηλθεν επ' εμε μεγαλη πικρια? αλλα συ, δι' αγαπην της ψυχης μου, ελυτρωσας αυτην απο του λακκου της φθορας? διοτι ερριψας οπισω των νωτων σου πασας τας αμαρτιας μου.
18 Certo non ti glorificherà l'inferno, non ti loderà la morte, nè quelli che scendono nella fossa spereranno nella tua verità.18 Διοτι ο ταφος δεν θελει σε υμνησει? ο θανατος δεν θελει σε δοξολογησει? οι καταβαινοντες εις τον λακκον δεν θελουσιν ελπιζει επι την αληθειαν σου.
19 I vivi, i vivi canteranno le tue lodi, come fo io in questo giorno: il padre farà conoscere ai figli la tua verità.19 Ο ζων, ο ζων, αυτος θελει σε υμνει, καθως εγω ταυτην την ημεραν? ο πατηρ θελει εις τα τεκνα γνωστοποιησει την αληθειαν σου.
20 Signore, salvami, e noi canteremo i nostri cantici per tutti i giorni di nostra vita nella casa del Signore ».20 Ο Κυριος ηλθε να με σωση? δια τουτο θελομεν ψαλλει το ασμα μου επι εντεταμενων οργανων πασας τας ημερας της ζωης ημων εν τω οικω του Κυριου.
21 E Isaia fece portare una mas­sa di fichi, ne fece fare un impiastro sulla piaga, per guarirla.21 Διοτι ο Ησαιας ειχεν ειπει, Ας λαβωσι παλαθην συκων και ας βαλωσιν αυτην ως εμπλαστρον επι το ελκος και θελει ιατρευθη.
22 E Ezechia disse: « Qual segno m'assicurerà di salire alla casa del Signore? »22 Και ο Εζεκιας ειχεν ειπει, Τι ειναι το σημειον οτι εγω θελω αναβη εις τον οικον του Κυριου;