Scrutatio

Lunedi, 29 aprile 2024 - Santa Caterina da Siena ( Letture di oggi)

Vangelo secondo Matteo 15


font
BIBBIA RICCIOTTIGREEK BIBLE
1 - Allora si accostarono a Gesù gli Scribi e i Farisei, venuti da Gerusalemme, e gli chiesero:1 Τοτε προσερχονται προς τον Ιησουν οι απο Ιεροσολυμων γραμματεις και Φαρισαιοι, λεγοντες?
2 «Per qual motivo, i tuoi discepoli trasgrediscono le tradizioni degli antichi? Infatti essi non si lavano le mani quando mangiano il pane».2 Δια τι οι μαθηται σου παραβαινουσιν την παραδοσιν των πρεσβυτερων; διοτι δεν νιπτονται τας χειρας αυτων οταν τρωγωσιν αρτον.
3 Ma egli rispose loro: «Perchè anche voi trasgredite il comandamento di Dio per amore della vostra tradizione? Dio, infatti, ha detto:3 Ο δε αποκριθεις ειπε προς αυτους? Δια τι και σεις παραβαινετε την εντολην του Θεου δια την παραδοσιν σας;
4 - Onora il padre e la madre. Chi maledice il padre o la madre sia punito di morte. -4 Διοτι ο Θεος προσεταξε, λεγων? Τιμα τον πατερα σου και την μητερα? και, Ο κακολογων πατερα η μητερα εξαπαντος να θανατονηται?
5 Voi invece dite: - chiunque dice al padre o alla madre: " Quello con cui potrei aiutarti sia un'offerta! " -5 σεις ομως λεγετε? Οστις ειπη προς τον πατερα η προς την μητερα, Δωρον ειναι ο, τι ηθελες ωφεληθη εξ εμου, αρκει, και δυναται να μη τιμηση τον πατερα αυτου η την μητερα αυτου?
6 non ha più bisogno di onorare suo padre o sua madre. E così rendete nullo il comandamento di Dio in grazia della vostra tradizione.6 και ηκυρωσατε την εντολην του Θεου δια την παραδοσιν σας.
7 Ipocriti, Isaia ha profetato bene di voi quando disse:7 Υποκριται, καλως προεφητευσε περι υμων ο Ησαιας, λεγων?
8 - Questo popolo mi onora con le labbra, ma il suo cuore è lontano da me;8 Ο λαος ουτος με πλησιαζει με το στομα αυτων και με τα χειλη με τιμα, η δε καρδια αυτων μακραν απεχει απ' εμου.
9 invano mi onorano insegnando dottrine e comandi che emanano da uomini -».9 Εις ματην δε με σεβονται, διδασκοντες διδασκαλιας, ενταλματα ανθρωπων.
10 Poi chiamata a sè la folla disse: «Ascoltate e intendete.10 Και προσκαλεσας τον οχλον, ειπε προς αυτους? Ακουετε και νοειτε.
11 Non quel che entra nella bocca contamina l'uomo, ma quello che esce dalla bocca, questo contamina l'uomo!».11 Δεν μολυνει τον ανθρωπον το εισερχομενον εις το στομα, αλλα το εξερχομενον εκ του στοματος τουτο μολυνει τον ανθρωπον.
12 Allora i suoi discepoli accostandosi a lui, gli dissero: «Sai tu che i Farisei, udendo questo discorso si sono scandalizzati?».12 Τοτε προσελθοντες οι μαθηται αυτου, ειπον προς αυτον? Εξευρεις οτι οι Φαρισαιοι ακουσαντες τον λογον τουτον εσκανδαλισθησαν;
13 Egli rispose: «Ogni pianta, non piantata dal Padre mio celeste, sarà sradicata.13 Ο δε αποκριθεις ειπε? Πασα φυτεια, την οποιαν δεν εφυτευσεν ο Πατηρ μου ο ουρανιος, θελει εκριζωθη.
14 Lasciateli; sono ciechi che guidano dei ciechi: ora se un cieco guida un altro cieco, tutt'e due cadranno nella fossa».14 Αφησατε αυτους? ειναι οδηγοι τυφλοι τυφλων? τυφλος δε τυφλον εαν οδηγη, αμφοτεροι εις βοθρον θελουσι πεσει.
15 Pietro allora prese a dirgli: «Spiegaci questa parabola».15 Αποκριθεις δε ο Πετρος ειπε προς αυτον? Εξηγησον εις ημας την παραβολην ταυτην.
16 E Gesù rispose: «Siete anche voi privi d'intelletto?16 Και ο Ιησους ειπεν? Ετι και σεις ασυνετοι εισθε;
17 Non capite che tutto ciò che entra nella bocca passa nel ventre e poi viene espulso nel recesso?17 Δεν εννοειτε ετι οτι παν το εισερχομενον εις το στομα καταβαινει εις την κοιλιαν και εκβαλλεται εις αφεδρωνα;
18 Invece quello che esce dalla bocca viene dal cuore ed è quello che contamina l'uomo.18 Τα δε εξερχομενα εκ του στοματος εκ της καρδιας εξερχονται, και εκεινα μολυνουσι τον ανθρωπον.
19 Dal cuore, infatti, vengono i cattivi pensieri, gli omicidii, gli adulterii, le fornicazioni, i furti, le false testimonianze, le bestemmie.19 Διοτι εκ της καρδιας εξερχονται διαλογισμοι πονηροι, φονοι, μοιχειαι, πορνειαι, κλοπαι, ψευδομαρτυριαι, βλασφημιαι.
20 Queste son le cose che contaminano l'uomo; ma il mangiare senza lavarsi le mani non contamina l'uomo».20 Ταυτα ειναι τα μολυνοντα τον ανθρωπον? το δε να φαγη τις με ανιπτους χειρας δεν μολυνει τον ανθρωπον.
21 Gesù, lasciato quel paese, riparò dalle parti di Tiro e Sidone.21 Και εξελθων εκειθεν ο Ιησους ανεχωρησεν εις τα μερη Τυρου και Σιδωνος.
22 Ed ecco una donna Cananea, di quei paraggi, venne fuori, gridando a voce alta: «Abbi pietà di me, Signore, figlio di David; mia figlia è crudelmente tormentata dal demonio».22 Και ιδου, γυνη Χαναναια, εξελθουσα απο των οριων εκεινων, εκραυγασε προς αυτον λεγουσα? Ελεησον με, Κυριε, υιε του Δαβιδ? η θυγατηρ μου κακως δαιμονιζεται.
23 Gesù non le rispose parola. Allora i suoi discepoli, accostatisi, lo pregavan dicendogli: «Mandala via perchè ci vien dietro gridando».23 Ο δε δεν απεκριθη προς αυτην λογον. Και προσελθοντες οι μαθηται αυτου, παρεκαλουν αυτον, λεγοντες? Απολυσον αυτην, διοτι κραζει οπισθεν ημων.
24 Egli rispose: «Io non sono stato mandato che alle pecore perdute della casa d'Israele».24 Ο δε αποκριθεις ειπε? Δεν απεσταλην ειμη εις τα προβατα τα απολωλοτα του οικου Ισραηλ.
25 Ma essa venne a prostrarsi dinanzi a lui dicendo: «Signore, aiutami!».25 Η δε ελθουσα προσεκυνει αυτον, λεγουσα? Κυριε, βοηθει μοι.
26 Egli rispose: «Non è buona cosa prendere il pane dei figliuoli per gettarlo ai cagnolini».26 Ο δε αποκριθεις ειπε? Δεν ειναι καλον να λαβη τις τον αρτον των τεκνων και να ριψη εις τα κυναρια.
27 Ed essa: «Dici bene, Signore; ma anche i cagnolini mangian le briciole che cascan dalla mensa dei padroni».27 Η δε ειπε? Ναι, Κυριε? αλλα και τα κυναρια τρωγουσιν απο των ψιχιων των πιπτοντων απο της τραπεζης των κυριων αυτων.
28 Allora Gesù le disse: «Donna, la tua fede è grande; sia fatto come tu vuoi». E in quel momento la sua figliuola fu guarita.28 Τοτε αποκριθεις ο Ιησους ειπε προς αυτην? Ω γυναι, μεγαλη σου η πιστις? ας γεινη εις σε ως θελεις. Και ιατρευθη η θυγατηρ αυτης απο της ωρας εκεινης.
29 Gesù abbandonò quei luoghi e venne presso il mare di Galilea; e salito sopra il monte si pose a sedere.29 Και μεταβας εκειθεν ο Ιησους, ηλθε παρα την θαλασσαν της Γαλιλαιας, και αναβας εις το ορος εκαθητο εκει.
30 Subito gli si accostaron molte turbe, che avevano con sè muti, ciechi, zoppi, storpi e molti altri malati e li deposero davanti a lui; ed egli li guarì;30 Και ηλθον προς αυτον οχλοι πολλοι εχοντες μεθ' εαυτων χωλους, τυφλους, κωφους, κουλλους και αλλους πολλους? και ερριψαν αυτους εις τους ποδας του Ιησου, και εθεραπευσεν αυτους?
31 tanto che la folla restò meravigliata vedendo i muti parlare, gli zoppi camminare, i ciechi vedere; ed essa ne dava gloria al Dio d'Israele.31 ωστε οι οχλοι εθαυμασαν βλεποντες κωφους λαλουντας, κουλλους υγιεις, χωλους περιπατουντας και τυφλους βλεποντας? και εδοξασαν τον Θεον του Ισραηλ.
32 Gesù chiamati i suoi discepoli, disse loro: «Ho compassione di questo popolo, che già da tre giorni sta con me e non ha nulla da mangiare; nè io voglio rimandarli digiuni per tema che le loro forze abbiano a venir meno lungo il cammino».32 Ο δε Ιησους, προσκαλεσας τους μαθητας αυτου, ειπε? Σπλαγχνιζομαι δια τον οχλον, διοτι τρεις ηδη ημερας μενουσι πλησιον μου και δεν εχουσι τι να φαγωσι? και να απολυσω αυτους νηστεις δεν θελω, μηποτε αποκαμωσι καθ' οδον.
33 I discepoli gli osservarono: «Dove trovare in un deserto tanti pani che bastino a saziare così gran folla?».33 Και λεγουσι προς αυτον οι μαθηται αυτου? Ποθεν εις ημας εν τη ερημια αρτοι τοσοι, ωστε να χορτασωμεν τοσον οχλον;
34 Gesù domandò loro: «Quanti pani avete?». «Sette» risposero «e pochi pesciolini».34 Και λεγει προς αυτους ο Ιησους? Ποσους αρτους εχετε; οι δε ειπον? Επτα, και ολιγα οψαρακια.
35 Allora comandò alla folla di mettersi a sedere per terra;35 Και προσεταξε τους οχλους να καθησωσιν επι την γην.
36 prese i sette pani e i pesci e dopo aver rese grazie, li spezzò e li diede a' suoi discepoli e questi al popolo.36 Και λαβων τους επτα αρτους και τα οψαρια, αφου ευχαριστησεν, εκοψε και εδωκεν εις τους μαθητας αυτου, οι δε μαθηται εις τον οχλον.
37 E mangiarono tutti e ne furono sazi; e portaron via sette ceste piene colme dei bocconi avanzati.37 Και εφαγον παντες και εχορτασθησαν, και εσηκωσαν το περισσευμα των κλασματων επτα σπυριδας πληρεις?
38 Quelli che avevano mangiato eran quattromila persone, senza contare le donne e i fanciulli.38 οι δε τρωγοντες ησαν τετρακισχιλιοι ανδρες εκτος γυναικων και παιδιων.
39 Poi salutate le turbe, Gesù entrò nella barca e venne nel paese di Magedan.39 Αφου δε απελυσε τους οχλους, εισηλθεν εις το πλοιον και ηλθεν εις τα ορια Μαγδαλα.