Scrutatio

Sabato, 27 aprile 2024 - Santa Zita ( Letture di oggi)

Ezechiele 1


font
BIBBIA CEI 2008GREEK BIBLE
1 Nell’anno trentesimo, nel quarto mese, il cinque del mese, mentre mi trovavo fra i deportati sulle rive del fiume Chebar, i cieli si aprirono ed ebbi visioni divine.
1 Εν τω τριακοστω ετει, τω τεταρτω μηνι, τη πεμπτη του μηνος, ενω ημην μεταξυ των αιχμαλωτων παρα τον ποταμον Χεβαρ, ηνοιχθησαν οι ουρανοι και ειδον οραματα του Θεου?
2 Era l’anno quinto della deportazione del re Ioiachìn, il cinque del mese:2 τη πεμπτη του μηνος του ετους τουτου, του πεμπτου της αιχμαλωσιας του βασιλεως Ιωαχειν,
3 la parola del Signore fu rivolta al sacerdote Ezechiele, figlio di Buzì, nel paese dei Caldei, lungo il fiume Chebar. Qui fu sopra di lui la mano del Signore.
3 εγεινε ρητως λογος Κυριου προς τον Ιεζεκιηλ υιον του Βουζει τον ιερεα, εν τη γη των Χαλδαιων παρα τον ποταμον Χεβαρ, και εκει εσταθη η χειρ του Κυριου επ' αυτον.
4 Io guardavo, ed ecco un vento tempestoso avanzare dal settentrione, una grande nube e un turbinìo di fuoco, che splendeva tutto intorno, e in mezzo si scorgeva come un balenare di metallo incandescente.4 Και ειδον και ιδου, ανεμοστροβιλος ηρχετο απο βορρα, νεφος μεγα και πυρ συστρεφομενον? περιξ δε τουτου λαμψις και εκ μεσου αυτου εφαινετο ως οψις ηλεκτρου, εκ μεσου του πυρος.
5 Al centro, una figura composta di quattro esseri animati, di sembianza umana5 Και εκ μεσου αυτου εφαινετο τεσσαρων ζωων ομοιωμα. Και η θεα αυτων ητο αυτη? ειχον ομοιωμα ανθρωπου.
6 con quattro volti e quattro ali ciascuno.6 Και εκαστον ειχε τεσσαρα προσωπα και εκαστον αυτων ειχε τεσσαρας πτερυγας.
7 Le loro gambe erano diritte e i loro piedi come gli zoccoli d’un vitello, splendenti come lucido bronzo.7 Και οι ποδες αυτων ησαν ποδες ορθοι, και το ιχνος του ποδος αυτων ομοιον με ιχνος ποδος μοσχου? και εσπινθηροβολουν ως οψις χαλκου στιλβοντος.
8 Sotto le ali, ai quattro lati, avevano mani d’uomo; tutti e quattro avevano le proprie sembianze e le proprie ali,8 Και ειχον χειρας ανθρωπου υποκατωθεν των πτερυγων αυτων, εις τα τεσσαρα αυτων μερη? και τα τεσσαρα ειχον τα προσωπα αυτων και τας πτερυγας αυτων.
9 e queste ali erano unite l’una all’altra. Quando avanzavano, ciascuno andava diritto davanti a sé, senza voltarsi indietro.
9 Αι πτερυγες αυτων συνειχοντο η μια μετα της αλλης? δεν εστρεφοντο ενω εβαδιζον? κατεναντι του προσωπου αυτων επορευοντο εκαστον.
10 Quanto alle loro fattezze, avevano facce d’uomo; poi tutti e quattro facce di leone a destra, tutti e quattro facce di toro a sinistra e tutti e quattro facce d’aquila.10 Περι δε του ομοιωματος του προσωπου αυτων, τα τεσσαρα ειχον προσωπον ανθρωπου, και προσωπον λεοντος κατα το δεξιον μερος? και τα τεσσαρα ειχον προσωπον βοος κατα το αριστερον? ειχον και τα τεσσαρα προσωπον αετου.
11 Le loro ali erano spiegate verso l’alto; ciascuno aveva due ali che si toccavano e due che coprivano il corpo.11 Και τα προσωπα αυτων και αι πτερυγες αυτων ησαν διηρημεναι προς τα ανω? δυο εκαστου συνειχοντο η μια μετα της αλλης και δυο εκαλυπτον τα σωματα αυτων.
12 Ciascuno andava diritto davanti a sé; andavano là dove lo spirito li sospingeva e, avanzando, non si voltavano indietro.
12 Και επορευοντο εκαστον κατεναντι του προσωπου αυτου? οπου το πνευμα εφερετο, εκει εβαδιζον? ενω εβαδιζον, δεν εστρεφοντο.
13 Tra quegli esseri si vedevano come dei carboni ardenti simili a torce, che si muovevano in mezzo a loro. Il fuoco risplendeva e dal fuoco si sprigionavano bagliori.13 Περι δε του ομοιωματος των ζωων, η θεα αυτων ητο ως καιομενοι ανθρακες πυρος, ως θεα λαμπαδων? τουτο συνεστρεφετο μεταξυ των ζωων? και ητο το πυρ λαμπρον, και αστραπη εξηρχετο απο του πυρος.
14 Gli esseri andavano e venivano come una saetta.
14 Και τα ζωα ετρεχον και επεστρεφον ως η θεα της αστραπης.
15 Io guardavo quegli esseri, ed ecco sul terreno una ruota al fianco di tutti e quattro.15 Και ως ειδον τα ζωα, ιδου, τροχος εις επι την γην, πλησιον των ζωων εις τα τεσσαρα αυτων προσωπα.
16 Le ruote avevano l’aspetto e la struttura come di topazio e tutte e quattro la medesima forma; il loro aspetto e la loro struttura erano come di ruota in mezzo a un’altra ruota.16 Η θεα των τροχων και η εργασια αυτων ησαν ως οψις βηρυλλου? και οι τεσσαρες ειχον το αυτο ομοιωμα? και η θεα αυτων και η εργασια αυτων ησαν ως εαν ητο τροχος εν μεσω τροχου.
17 Potevano muoversi in quattro direzioni; procedendo non si voltavano.17 Οτε εβαδιζον, εκινουντο κατα τα τεσσαρα αυτων πλαγια? δεν εστρεφοντο ενω εβαδιζον.
18 Avevano dei cerchioni molto grandi e i cerchioni di tutt’e quattro erano pieni di occhi.18 Οι δε κυκλοι αυτων ησαν τοσον υψηλοι, ωστε εκαμνον φοβον? και οι κυκλοι αυτων πληρεις οφθαλμων κυκλω των τεσσαρων τουτων.
19 Quando quegli esseri viventi si muovevano, anche le ruote si muovevano accanto a loro e, quando gli esseri si alzavano da terra, anche le ruote si alzavano.19 Και οτε τα ζωα επορευοντο, επορευοντο οι τροχοι πλησιον αυτων? και οτε τα ζωα υψονοντο απο της γης, υψονοντο και οι τροχοι.
20 Dovunque lo spirito le avesse sospinte, le ruote andavano e ugualmente si alzavano, perché lo spirito degli esseri viventi era nelle ruote.20 Οπου ητο να υπαγη το πνευμα, εκει επορευοντο, εκει το πνευμα ητο να υπαγη? και οι τροχοι υψονοντο απεναντι τουτων, διοτι το πνευμα των ζωων ητο εν τοις τροχοις.
21 Quando essi si muovevano, anch’esse si muovevano; quando essi si fermavano, si fermavano anch’esse e, quando essi si alzavano da terra, anch’esse ugualmente si alzavano, perché nelle ruote vi era lo spirito degli esseri viventi.
21 Οτε εκεινα επορευοντο, επορευοντο και ουτοι? και οτε εκεινα ισταντο, ισταντο και ουτοι? οτε δε εκεινα υψονοντο απο της γης, και οι τροχοι υψονοντο απεναντι αυτων, διοτι το πνευμα των ζωων ητο εν τοις τροχοις.
22 Al di sopra delle teste degli esseri viventi era disteso una specie di firmamento, simile a un cristallo splendente,22 Και το ομοιωμα του στερεωματος του επανωθεν της κεφαλης των ζωων ητο ως οψις φοβερου κρυσταλλου, εξηπλωμενου υπερ τας κεφαλας αυτων.
23 e sotto il firmamento erano le loro ali distese, l’una verso l’altra; ciascuno ne aveva due che gli coprivano il corpo.23 Υποκατω δε του στερεωματος ησαν εκτεταμεναι αι πτερυγες αυτων, η μια προς την αλλην? δυο ειχεν εκαστον, με τας οποιας εκαλυπτον τα σωματα αυτων.
24 Quando essi si muovevano, io udivo il rombo delle ali, simile al rumore di grandi acque, come il tuono dell’Onnipotente, come il fragore della tempesta, come il tumulto d’un accampamento. Quando poi si fermavano, ripiegavano le ali.
24 Και οτε επορευοντο, ηκουον τον ηχον των πτερυγων αυτων, ως ηχον υδατων πολλων, ως φωνην του Παντοδυναμου, και την φωνην της λαλιας ως φωνην στρατοπεδου? οτε ισταντο, κατεβιβαζον τας πτερυγας αυτων.
25 Ci fu un rumore al di sopra del firmamento che era sulle loro teste.25 Και εγινετο φωνη ανωθεν εκ του στερεωματος του υπερ την κεφαλην αυτων? οτε ισταντο, κατεβιβαζον τας πτερυγας αυτων.
26 Sopra il firmamento che era sulle loro teste apparve qualcosa come una pietra di zaffìro in forma di trono e su questa specie di trono, in alto, una figura dalle sembianze umane.26 Υπερανωθεν δε του στερεωματος του υπερ την κεφαλην αυτων εφαινετο ομοιωμα θρονου, ως θεα λιθου σαπφειρου? και επι του ομοιωματος του θρονου ομοιωμα ως θεα ανθρωπου καθημενου επ' αυτον ανωθεν.
27 Da ciò che sembravano i suoi fianchi in su, mi apparve splendido come metallo incandescente e, dai suoi fianchi in giù, mi apparve come di fuoco. Era circondato da uno splendore27 Και ειδον ως οψιν ηλεκτρου, ως θεαν πυρος εν αυτω κυκλω, απο της θεας της οσφυος αυτου και επανω? και απο της θεας της οσφυος αυτου και κατω ειδον ως θεαν πυρος, και ειχε λαμψιν κυκλω.
28 simile a quello dell’arcobaleno fra le nubi in un giorno di pioggia. Così percepii in visione la gloria del Signore. Quando la vidi, caddi con la faccia a terra e udii la voce di uno che parlava.28 Ως η θεα του τοξου, του γινομενον εν τη νεφελη εν ημερα βροχης, ουτως ητο η θεα της λαμψεως κυκλω. Αυτη ητο η θεα του ομοιωματος της δοξης του Κυριου. Και οτε ειδον, επεσον επι προσωπον μου και ηκουσα φωνην λαλουντος.