Scrutatio

Domenica, 28 aprile 2024 - San Luigi Maria Grignion da Montfort ( Letture di oggi)

Isaia 43


font
NOVA VULGATAGREEK BIBLE
1 Et nunc haec dicit Dominus,
qui creavit te, Iacob, et formavit te, Israel:
“ Noli timere, quia redemi te
et vocavi te nomine tuo; meus es tu.
1 Και τωρα ουτω λεγει Κυριος, ο δημιουργος σου, Ιακωβ, και ο πλαστης σου, Ισραηλ? Μη φοβου? διοτι εγω σε ελυτρωσα, σε εκαλεσα με το ονομα σου? εμου εισαι.
2 Cum transieris per aquas, tecum ero,
et flumina non operient te;
cum ambulaveris in igne, non combureris,
et flamma non ardebit in te,
2 Οταν διαβαινης δια των υδατων, μετα σου θελω εισθαι? και οταν δια των ποταμων, δεν θελουσι πλημμυρησει επι σε? οταν περιπατης δια του πυρος, δεν θελεις καη ουδε θελει εξαφθη η φλοξ επι σε.
3 quia ego Dominus Deus tuus,
Sanctus Israel, salvator tuus:
dedi propitiationem tuam Aegyptum,
Aethiopiam et Saba pro te.
3 Διοτι εγω ειμαι Κυριος ο Θεος σου, ο Αγιος του Ισραηλ, ο Σωτηρ σου? δια αντιλυτρον σου εδωκα την Αιγυπτον? υπερ σου την Αιθιοπιαν και Σεβα.
4 Quoniam pretiosus factus es in oculis meis
et gloriosus, ego diligo te
et dabo homines pro te
et populos pro anima tua.
4 Αφοτου εσταθης πολυτιμος εις τους οφθαλμους μου, εδοξασθης και εγω σε ηγαπησα? και θελω δωσει ανθρωπους πολλους υπερ σου και λαους υπερ της κεφαλης σου.
5 Noli timere, quoniam ego tecum sum:
ab oriente adducam semen tuum
et ab occidente congregabo te.
5 Μη φοβου? διοτι εγω ειμαι μετα σου? απο ανατολων θελω φερει το σπερμα σου και απο δυσμων θελω σε συναξει?
6 Dicam aquiloni: “Da”
et austro: “Noli prohibere;
affer filios meos de longinquo
et filias meas ab extremis terrae.
6 Θελω ειπει προς τον βορραν, Δος? και προς τον νοτον, Μη εμποδισης? φερε τους υιους μου απο μακραν και τας θυγατερας μου απο των ακρων της γης,
7 Omnem, qui vocatur nomine meo,
in gloriam meam creavi eum,
formavi eum et feci eum”.
7 παντας οσοι καλουνται με το ονομα μου? διοτι εδημιουργησα αυτους δια την δοξαν μου, επλασα αυτους και εκαμα αυτους.
8 Educ foras populum caecum, et oculos habentem,
surdos, et aures eis sunt.
8 Εξαγαγε τον λαον τον τυφλον και εχοντα οφθαλμους και τον κωφον και εχοντα ωτα.
9 Omnes gentes congregentur simul,
et colligantur nationes:
quis in eis annuntiabit istud
et priora audire nos faciet?
Dent testes suos et iustificentur
et audiant et dicant: “Vere”.
9 Ας συναθροισθωσι παντα τα εθνη και ας συναχθωσιν οι λαοι? τις μεταξυ αυτων ανηγγειλε τουτο και εδειξεν εις ημας τα προτερα; ας φερωσι τους μαρτυρας αυτων και ας δικαιωθωσιν? και ας ακουσωσι και ας ειπωσι, Τουτο ειναι αληθινον.
10 Vos testes mei, dicit Dominus,
et servus meus, quem elegi,
ut sciatis et credatis mihi
et intellegatis quia ego ipse sum;
ante me non est formatus Deus
et post me non erit.
10 Σεις εισθε μαρτυρες μου, λεγει Κυριος, και ο δουλος μου, τον οποιον εξελεξα, δια να μαθητε και να πιστευσητε εις εμε και να εννοησητε οτι εγω αυτος ειμαι? προ εμου αλλος Θεος δεν υπηρξεν ουδε θελει υπαρχει μετ' εμε.
11 Ego, ego sum Dominus,
et non est absque me salvator.
11 Εγω, εγω ειμαι ο Κυριος? και εκτος εμου σωτηρ δεν υπαρχει.
12 Ego, annuntiavi et salvavi;
auditum feci, et non fuit in vobis alienus;
et vos testes mei, dicit Dominus,
et ego Deus,
12 Εγω ανηγγειλα και εσωσα και εδειξα? και δεν εσταθη εις εσας ξενος θεος? σεις δε εισθε μαρτυρες μου, λεγει Κυριος, και εγω ο Θεος.
13 iam ab initio ego ipse.
Et non est qui de manu mea eruat; operabor, et quis avertet illud? ”.
13 Και πριν γεινη η ημερα, εγω αυτος ημην? και δεν υπαρχει ο λυτρονων εκ της χειρος μου? θελω καμει και τις δυναται να εμποδιση αυτο;
14 Haecdicit Dominus, redemptor vester,
Sanctus Israel:
“ Propter vos misi in Babylonem
et detraxi fugitivos universos
et Chaldaeos in navibus suis gloriantes.
14 Ουτω λεγει Κυριος, ο Λυτρωτης σας, ο Αγιος του Ισραηλ? δια σας εξαπεστειλα εις την Βαβυλωνα και κατεβαλον παντας τους φυγαδας αυτης και τους Χαλδαιους τους εγκαυχωμενους εις τα πλοια.
15 Ego Dominus, Sanctus vester,
creans Israel, rex vester ”.
15 Εγω ειμαι ο Κυριος, ο Αγιος σας, ο Ποιητης του Ισραηλ, ο Βασιλευς σας.
16 Haec dicit Dominus,
qui dedit in mari viam
et in aquis torrentibus semitam;
16 Ουτω λεγει Κυριος, οστις εκαμεν οδον εις την θαλασσαν και τριβον εις τα ισχυρα υδατα?
17 qui eduxit quadrigam et equum,
agmen et robustum;
simul iacuerunt nec resurgent,
contriti sunt quasi linum et exstincti sunt.
17 οστις εξηγαγεν αμαξας και ιππους, στρατευμα και ρωμαλεους? παντα ομου εξηπλωθησαν κατω, δεν εσηκωθησαν? ηφανισθησαν, εσβεσθησαν ως στυπιον.
18 “ Ne memineritis priorum
et antiqua ne intueamini:
18 Μη ενθυμησθε τα προτερα και μη συλλογιζεσθε τα παλαια.
19 ecce ego facio nova,
et nunc orientur: nonne cognoscitis ea?
Utique ponam in deserto viam
et in invio flumina.
19 Ιδου, εγω θελω καμει νεον πραγμα? τωρα θελει ανατειλει? δεν θελετε γνωρισει αυτο; θελω βεβαιως καμει οδον εν τη ερημω, ποταμους εν τη ανυδρω.
20 Glorificabit me bestia agri,
dracones et struthiones,
quia dedi in deserto aquas,
flumina in invio,
ut darem potum populo meo, electo meo.
20 Τα θηρια του αγρου θελουσι με δοξασει, οι θωες και οι στρουθοκαμηλοι? διοτι διδω υδατα εις την ερημον, ποταμους εις την ανυδρον, δια να ποτισω τον λαον μου, τον εκλεκτον μου.
21 Populum istum formavi mihi;
laudem meam narrabunt.
21 Ο λαος, τον οποιον επλασα εις εμαυτον, θελει διηγεισθαι την αινεσιν μου.
22 Non me invocasti, Iacob;
immo taedio mei affectus es, Israel.
22 Αλλα συ, Ιακωβ, δεν με επεκαλεσθης? αλλα συ, Ισραηλ, εβαρυνθης απ' εμου.
23 Non obtulisti mihi agnos holocausti tui
et victimis tuis non glorificasti me;
non te gravavi in oblatione
nec laborem tibi praebui in ture.
23 Δεν προσεφερες εις εμε τα αρνια των ολοκαυτωματων σου ουδε με ετιμησας με τας θυσιας σου. Εγω δεν σε εδουλωσα με προσφορας ουδε σε εβαρυνα με θυμιαμα?
24 Non emisti mihi argento calamum
et adipe victimarum tuarum non inebriasti me;
verumtamen servire me fecisti in peccatis tuis,
praebuisti mihi laborem in iniquitatibus tuis.
24 δεν ηγορασας με αργυριον καλαμον αρωματικον δι' εμε, ουδε με ενεπλησας απο του παχους των θυσιων σου? αλλα με εδουλωσας με τας αμαρτιας σου, με επεβαρυνας με τας ανομιας σου.
25 Ego, ego sum ipse, qui deleo iniquitates tuas propter me
et peccatorum tuorum non recordabor.
25 Εγω, εγω ειμαι, οστις εξαλειφω τας παραβασεις σου ενεκεν εμου, και δεν θελω ενθυμηθη τας αμαρτιας σου.
26 Memorem me redde, iudicium agamus simul:
narra, ut iustificeris.
26 Ενθυμισον με? ας κριθωμεν ομου? λεγε συ, δια να δικαιωθης.
27 Pater tuus primus peccavit,
et interpretes tui praevaricati sunt in me;
27 Ο προπατωρ σου ημαρτησε και οι διδασκαλοι σου ηνομησαν εις εμε.
28 et contaminavi principes sanctuarii,
dedi ad internecionem Iacob
et Israel in opprobrium ”.
28 Δια τουτο θελω καταστησει βεβηλους τους αρχοντας του αγιαστηριου, και θελω παραδωσει τον Ιακωβ εις καταραν και τον Ισραηλ εις ονειδισμους.