Scrutatio

Lunedi, 6 maggio 2024 - San Pietro Nolasco ( Letture di oggi)

Isaia 50


font
BIBBIA TINTORIGREEK BIBLE
1 Queste cose dice il Signore: « Che è questo libello di ripudio della vostra madre, col quale l'ho mandata via? o chi è il mio creditore al quale vi ho venduti? ecco per le vostre iniquità siete stati venduti, e per le vostre scelleratezze ho ripudiata la vostra madre.1 Ουτω λεγει Κυριος? Που ειναι το εγγραφον του διαζυγιου της μητρος σας, δι' ου απεβαλον αυτην; η τις ειναι εκ των δανειστων μου, εις τον οποιον σας επωλησα; Ιδου, δια τας ανομιας σας επωληθητε, και δια τας παραβασεις σας απεβληθη η μητηρ σας.
2 Io venni, e nonv'era nessuno, io chiamai, e nessuno rispose. E' forse, accorciata e divenuta piccola la mia mano, chè non possa riscattarvi, e può essere che non abbia forza per liberarvi? ecco, colle mie sgridate ridurrò a deserto il mare, metterò a secco fiumi; senz'acqua i pesci marciranno e periranno di sete.2 Δια τι, οτε ηλθον, δεν υπηρχεν ουδεις; και οτε εκαλεσα, δεν υπηρχεν ο αποκρινομενος; Εσμικρυνθη ποσως η χειρ μου, ωστε να μη δυναται να λυτρωση; η δεν εχω δυναμιν να ελευθερωσω; Ιδου, εγω με την επιτιμησιν μου εξηρανα την θαλασσαν, εκαμα ερημον τους ποταμους? οι ιχθυες αυτων εξηρανθησαν δι' ελλειψιν υδατος και απεθανον υπο διψης.
3 Vestirò a nero i cieli, e li coprirò di cilizio.3 Εγω περιενδυω τους ουρανους σκοτος και θετω σακκον το περικαλυμμα αυτων.
4 Il Signore mi ha donato una lingua erudita, affinchè sostenga colla parola gli stanchi, egli mi tiene erette ogni mattina, mi tiene erette le orecchie, affinchè l'a­AIA li 2 scolti come maestro.4 Κυριος ο Θεος εδωκεν εις εμε γλωσσαν πεπαιδευμενων, δια να εξευρω πως να λαλησω λογον εν καιρω προς τον βεβαρυμενον? εγειρει απο πρωι εις πρωι, εγειρει το ωτιον μου, δια να ακουω ως οι πεπαιδευμενοι.
5 Il Signore Dio m'ha aperto l'orecchio, ed io non resisto, non mi ritiro indietro.5 Κυριος ο Θεος ηνοιξεν ωτιον εν εμοι και εγω δεν ηπειθησα ουδε εστραφην οπισω.
6 Ho abbandonato il mio corpo ai percotitori, le mie guance a chi mi strappa la barba, non ho allontanata la faccia da chi mi oltraggiava, da chi mi sputacchiava.6 Τον νωτον μου εδωκα εις τους μαστιγουντας και τας σιαγονας μου εις τους μαδιζοντας? δεν εκρυψα το προσωπον μου απο υβρισμων και εμπτυσματων.
7 Il Signore Dio è mio aiuto, per questo non sono stato confuso, per questo ho ridotta la mia faccia come pietra durissima, e so di non rimaner confuso.7 Διοτι Κυριος ο Θεος θελει με βοηθησει? δια τουτο δεν ενετραπην? δια τουτο εθεσα το προσωπον μου ως πετραν σκληραν και εξευρω οτι δεν θελω καταισχυνθη.
8 Mi sta vicino colui che mi giustifica: chi mi contraddirà? Presentiamoci insieme! Chi è il mio avversario? Si accosti a me!8 Πλησιον ειναι ο δικαιονων με? τις θελει κριθη μετ' εμου; ας παρασταθωμεν ομου? τις ειναι η αντιδικος μου; ας πλησιαση εις εμε.
9 Ecco, il Signore Dio è mio aiuto: chi è che possa condannarmi? Ecco tutti saran consumati come un vestito, li mangerà la tignola.9 Ιδου, Κυριος ο Θεος θελει με βοηθησει? τις θελει με καταδικασει ιδου, παντες ουτοι θελουσι παλαιωθη ως ιματιον? ο σκωληξ θελει καταφαγει αυτους.
10 Chi è tra voi che tema il Signore e ascolti la voce del suo servo? Chi cammina nelle tenebre ed è senza luce speri nel nome del Signore e si appoggi al suo Dio.10 Τις ειναι μεταξυ σας ο φοβουμενος τον Κυριον, ο υπακουων εις την φωνην του δουλου αυτου; ουτος, και αν περιπατη εν σκοτει και δεν εχη φως, ας θαρρη επι το ονομα του Κυριου και ας επιστηριζεται επι τον Θεον αυτου.
11 Ecco, voi tutti che accendete il fuoco, ravvolti nelle fiamme, camminate al lume del vostro fuoco, tra le fiamme da voi accese. Questo è stato fatto a voi dalla mia mano, e voi dormirete in mezzo ai dolori.11 Ιδου, παντες σεις, οι αναπτοντες πυρ και περικυκλουμενοι με σπινθηρας, περιπατειτε εν τω φωτι του πυρος σας και δια των σπινθηρων τους οποιους εξηψατε. Τουτο σας εγεινεν υπο της χειρος μου, εν λυπη θελετε κοιτεσθαι.