Scrutatio

Mercoledi, 1 maggio 2024 - San Giuseppe Lavoratore ( Letture di oggi)

Genesi 4


font
BIBBIA RICCIOTTIGREEK BIBLE
1 - Ora, Adamo conobbe la moglie sua Eva, la quale concepì e partorì Caino, dicendo: «Ho ricevuto, per mezzo di Dio, un uomo».1 Ο δε Αδαμ εγνωρισεν Ευαν την γυναικα αυτου? και συνελαβε, και εγεννησε τον Καιν? και ειπεν, Απεκτησα ανθρωπον δια του Κυριου.
2 Poi ancora partorì il fratello di lui, Abele. Abele fu pastore di pecore, e Caino agricoltore.2 Και προσετι εγεννησε τον αδελφον αυτου τον Αβελ. Και ητο ο Αβελ ποιμην προβατων, ο δε Καιν ητο γεωργος.
3 Dopo molto tempo, avvenne che Caino offrì a Dio sacrificio dei frutti della terra;3 Και μεθ' ημερας προσεφερεν ο Καιν απο των καρπων της γης προσφοραν προς τον Κυριον.
4 Abele poi offrì dei primogeniti del suo gregge, de' più grassi. Dio riguardò Abele e i suoi doni,4 Και ο Αβελ προσεφερε και αυτος απο των πρωτοτοκων των προβατων αυτου, και απο των στεατων αυτων. Και επεβλεψε με ευμενειαν Κυριος επι τον Αβελ και επι την προσφοραν αυτου?
5 ma non riguardò Caino e i doni di lui. Laonde Caino s'adirò grandemente, ed il volto suo s'abbattè.5 επι δε τον Καιν και επι την προσφοραν αυτου δεν επεβλεψε. Και ηγανακτησεν ο Καιν σφοδρα, και εκατηφιασε το προσωπον αυτου
6 Ed il Signore gli disse: «Perchè sei adirato? Perchè abbattuto è il tuo volto?6 Και ειπε Κυριος προς τον Καιν, Δια τι ηγανακτησας; και δια τι εκατηφιασε το προσωπον σου;
7 Forse, se farai del bene, non anche ne riceverai? Se invece farai male, non starà subito il tuo peccato alla tua porta? Ma l'appetito tuo ti starà sottoposto, e tu potrai dominarlo».7 αν συ πραττης καλως, δεν θελεις εισθαι ευπροσδεκτος; και εαν δεν πραττης καλως, εις την θυραν κειται η αμαρτια. Αλλ' εις σε θελει εισθαι η επιθυμια αυτου, και συ θελεις εξουσιαζει επ' αυτου.
8 Disse Caino al fratello Abele: «Usciamo fuori». E come furon pei campi, Caino insorse contro il fratello Abele, e l'uccise.8 Και ειπεν ο Καιν προς Αβελ τον αδελφον αυτου, Ας υπαγωμεν εις την πεδιαδα? και ενω ησαν εν τη πεδιαδι, σηκωθεις ο Καιν κατα του αδελφου αυτου Αβελ εφονευσεν αυτον.
9 Disse il Signore a Caino: «Dov'è il fratello tuo Abele?». Questi rispose: «Non lo so. Son io forse il guardiano del mio fratello?».9 Και ειπε Κυριος προς τον Καιν, Που ειναι Αβελ ο αδελφος σου; Ο δε ειπε, Δεν εξευρω? μη φυλαξ του αδελφου μου ειμαι εγω;
10 Gli disse il Signore: «Che hai tu fatto? La voce del sangue del tuo fratello grida a me dalla terra.10 Και ειπεν ο Θεος, Τι εκαμες; η φωνη του αιματος του αδελφου σου βοα προς εμε εκ της γης?
11 Sarai perciò d'ora in poi maledetto sulla terra, che ha aperto la bocca per ricevere il sangue del tuo fratello, versato dalla tua mano.11 και τωρα επικαταρατος να ησαι απο της γης, ητις ηνοιξε το στομα αυτης δια να δεχθη το αιμα του αδελφου σου εκ της χειρος σου?
12 Anche se la lavorerai, non ti darà frutti; sarai ramingo e fuggiasco per il mondo».12 οταν εργαζησαι την γην, δεν θελει εις το εξης σοι δωσει τον καρπον αυτης? πλανητης και φυγας θελεις εισθαι επι της γης.
13 Disse Caino al Signore: «È troppo grande la mia iniquità perchè io meriti perdono.13 Και ειπεν ο Καιν προς τον Κυριον, Η αμαρτια μου ειναι μεγαλητερα παρ' ωστε να συγχωρηθη?
14 Ecco, tu mi scacci oggi sulla terra; sfuggirò la tua faccia, e sarò ramingo e fuggiasco nel mondo. Perciò, chiunque mi troverà, mi ucciderà».14 ιδου, με διωκεις σημερον απο προσωπου της γης, και απο του προσωπου σου θελω κρυφθη, και θελω εισθαι πλανητης και φυγας επι της γης? και πας οστις με ευρη, θελει με φονευσει.
15 Ma il Signore gli disse: «No, non sarà così. Anzi, chiunque ucciderà Caino sarà punito sette volte di più». E pose il Signore su Caino un segno, acciò nessuno che l'incontrasse lo uccidesse.15 Ειπε δε προς αυτον ο Κυριος, δια τουτο, πας οστις φονευση τον Καιν, επταπλασιως θελει τιμωρηθη. Και εβαλεν ο Κυριος σημειον εις τον Καιν, δια να μη φονευση αυτον πας οστις ευρη αυτον.
16 Uscito Caino dal cospetto del Signore, abitò fuggiasco nella regione che è all'oriente dell'Eden.16 Και εξηλθεν ο Καιν απο προσωπου του Κυριου, και κατωκησεν εν τη γη Νωδ, προς ανατολας της Εδεμ.
17 Ora, Caino conobbe la moglie sua, la quale concepì e partorì Henoc; costruì una città, e la chiamò Henoc dal nome del figlio suo.17 Εγνωρισε δε ο Καιν την γυναικα αυτου, και συνελαβε, και εγεννησε τον Ενωχ? εκτισε δε πολιν, και εκαλεσε το ονομα της πολεως κατα το ονομα του υιου αυτου, Ενωχ.
18 Poi Henoc generò Irad, Irad generò Maviael, Maviael generò Matusael, e Matusael generò Lamec.18 Εγεννηθη δε εις τον Ενωχ ο Ιραδ? και Ιραδ εγεννησε τον Μεχουιαηλ? και Μεχουιαηλ εγεννησε τον Μεθουσαηλ? και Μεθουσαηλ εγεννησε τον Λαμεχ.
19 Questi prese due mogli: una di nome Ada, e l'altra di nome Sella.19 Και ελαβεν εις εαυτον ο Λαμεχ δυο γυναικας? το ονομα της μιας, Αδα, και το ονομα της αλλης, Σιλλα.
20 Ada generò Jabel, padre di quelli che abitano sotto le tende, e dei pastori.20 Και εγεννησεν η Αδα τον Ιαβαλ? ουτος ητο πατηρ των κατοικουντων εν σκηναις και τρεφοντων κτηνη.
21 Il fratello di questi ebbe nome Iubal, e fu padre dei musici di cetra e d'organo.21 Και το ονομα του αδελφου αυτου ητο Ιουβαλ? ουτος ητο πατηρ παντων των παιζοντων κιθαραν και αυλον.
22 Sella poi generò Tubalcain, lavoratore al martello, artefice in ogni genere di lavoro in bronzo ed in ferro. Sorella poi di Tubalcain fu Noema.22 Η Σιλλα δε και αυτη εγεννησε τον Θουβαλ-καιν, χαλκεα παντος εργαλειου χαλκου και σιδηρου? αδελφη δε του Θουβαλ-καιν ητο η Νααμα.
23 E disse Lamec ad Ada e Sella sue mogli: «Udite la mia voce, mogli di Lamec, ascoltate il mio discorso; ho ucciso un uomo per una mia ferita, ed un giovine per una mia lividura;23 Και ειπεν ο Λαμεχ προς τας γυναικας εαυτου, Αδα και Σιλλα, Ακουσατε την φωνην μου? γυναικες του Λαμεχ, ακροασθητε τους λογους μου? επειδη ανδρα εφονευσα εις πληγην μου? και νεον εις μαστιγα μου?
24 di Caino sarà fatta sette volte vendetta, ma di Lamec, settanta volte sette».24 διοτι ο μεν Καιν επταπλασιως θελει εκδικηθη? ο δε Λαμεχ εβδομηκοντακις επτα.
25 Conobbe un'altra volta Adamo la moglie sua, la quale partorì un figlio, e lo chiamò per nome Set, dicendo: «Iddio m'ha dato un altro discendente al luogo di Abele ucciso da Caino».25 Εγνωρισε δε παλιν ο Αδαμ την γυναικα αυτου, και εγεννησεν υιον, και εκαλεσε το ονομα αυτου Σηθ, λεγουσα, Οτι εδωκεν εις εμε ο Θεος αλλο σπερμα αντι του Αβελ, τον οποιον εφονευσεν ο Καιν.
26 Anche a Set nacque un figlio, e lo chiamò Enos. Questi cominciò ad invocare il nome del Signore.26 Και εις τον Σηθ ομοιως εγεννηθη υιος? και εκαλεσε το ονομα αυτου Ενως. Τοτε εγεινεν αρχη να ονομαζωνται με το ονομα του Κυριου.