Scrutatio

Domenica, 28 aprile 2024 - San Luigi Maria Grignion da Montfort ( Letture di oggi)

Psalmen 144


font
EINHEITSUBERSETZUNG BIBELGREEK BIBLE
1 [Von David] Gelobt sei der Herr, der mein Fels ist,
der meine Hände den Kampf gelehrt hat, meine Finger den Krieg.
1 Ψαλμος του Δαβιδ.>> Ευλογητος ο Κυριος, το φρουριον μου, ο διδασκων τας χειρας μου εις πολεμον, τους δακτυλους μου εις μαχην?
2 Du bist meine Huld und Burg,
meine Festung, mein Retter, mein Schild, dem ich vertraue.
Er macht mir Völker untertan.
2 το ελεος μου και το οχυρωμα μου, το υψηλον καταφυγιον μου και ο ελευθερωτης μου? η ασπις μου, επι τον οποιον ηλπισα, οστις υποτασσει τον λαον μου υπ' εμε.
3 Herr, was ist der Mensch, dass du dich um ihn kümmerst,
des Menschen Kind, dass du es beachtest?
3 Κυριε, τι ειναι ο ανθρωπος, και γνωριζεις αυτον; η ο υιος του ανθρωπου, και συλλογιζεσαι αυτον;
4 Der Mensch gleicht einem Hauch,
seine Tage sind wie ein flüchtiger Schatten.
4 Ο ανθρωπος ομοιαζει την ματαιοτητα? αι ημεραι αυτου ειναι ως σκια παρερχομενη.
5 Herr, neig deinen Himmel und steig herab,
rühre die Berge an, sodass sie rauchen.
5 Κυριε, κλινον τους ουρανους σου και καταβηθι? εγγισον τα ορη, και θελουσι καπνισει.
6 Schleudre Blitze und zerstreue die Feinde,
schieß deine Pfeile ab und jag sie dahin!
6 Αστραψον αστραπην, και θελεις διασκορπισει αυτους? ριψον τα βελη σου, και θελεις εξολοθρευσει αυτους.
7 Streck deine Hände aus der Höhe herab und befreie mich;
reiß mich heraus aus gewaltigen Wassern,
aus der Hand der Fremden!
7 Εξαποστειλον την χειρα σου εξ υψους? λυτρωσον με και ελευθερωσον με εξ υδατων πολλων, εκ χειρος των υιων του αλλοτριου,
8 Alles, was ihr Mund sagt, ist Lüge,
Meineide schwört ihre Rechte.
8 των οποιων το στομα λαλει ματαιοτητα, και η δεξια αυτων ειναι δεξια ψευδους.
9 Ein neues Lied will ich, o Gott, dir singen,
auf der zehnsaitigen Harfe will ich dir spielen,
9 Θεε, ωδην νεαν θελω ψαλλει εις σε? εν ψαλτηριω δεκαχορδω θελω ψαλμωδει εις σε?
10 der du den Königen den Sieg verleihst
und David, deinen Knecht, errettest. Vor dem bösen Schwert
10 τον διδοντα σωτηριαν εις τους βασιλεις? τον λυτρονοντα Δαβιδ τον δουλον αυτου απο ρομφαιας πονηρας.
11 errette mich,
entreiß mich der Hand der Fremden! Alles, was ihr Mund sagt, ist Lüge,
Meineide schwört ihre Rechte.
11 Λυτρωσον με και ελευθερωσον με απο χειρος των υιων του αλλοτριου, των οποιων το στομα λαλει ματαιοτητα, και η δεξια αυτων ειναι δεξια ψευδους?
12 Unsre Söhne seien wie junge Bäume,
hoch gewachsen in ihrer Jugend, unsre Töchter wie schlanke Säulen,
die geschnitzt sind für den Tempel.
12 δια να ηναι οι υιοι ημων ως νεοφυτα, αυξανοντες εις την νεοτητα αυτων? αι θυγατερες ημων ως ακρογωνιαιοι λιθοι τετορνευμενοι προς στολισμον παλατιου?
13 Unsre Speicher seien gefüllt,
überquellend von vielerlei Vorrat; unsre Herden mögen sich tausendfach mehren,
vieltausendfach auf unsren Fluren.
13 Αι αποθηκαι ημων πληρεις, ωστε να διδωσι παν ειδος τροφης? τα προβατα ημων πληθυνομενα εις χιλιαδας και μυριαδας εν τοις αγροις ημων?
14 Unsre Kühe mögen tragen, ohne zu verwerfen und ohne Unfall;
kein Wehgeschrei werde laut auf unsern Straßen.
14 οι βοες ημων πολυτοκοι? να μη υπαρχη μητε εφοδος εχθρων μητε εξορμησις, μηδε κραυγη εν ταις πλατειαις ημων.
15 Wohl dem Volk, dem es so ergeht,
glücklich das Volk, dessen Gott der Herr ist!
15 Μακαριος ο λαος, οστις ευρισκεται εν τοιαυτη καταστασει μακαριος ο λαος, του οποιου ο Κυριος ειναι ο Θεος αυτου.