Scrutatio

Domenica, 28 aprile 2024 - San Luigi Maria Grignion da Montfort ( Letture di oggi)

Vangelo secondo Matteo 20


font
NOVA VULGATAGREEK BIBLE
1 Simile est enim regnum cae lorum homini patri familias, qui exiit primomane conducere operarios in vineam suam;1 Διοτι η βασιλεια των ουρανων ειναι ομοια με ανθρωπον οικοδεσποτην, οστις εξηλθεν αμα τω πρωι δια να μισθωση εργατας δια τον αμπελωνα αυτου.
2 conventione autem facta cum operariisex denario diurno, misit eos in vineam suam.2 Αφου δε συνεφωνησε μετα των εργατων προς εν δηναριον την ημεραν, απεστειλεν αυτους εις τον αμπελωνα αυτου.
3 Et egressus circa horam tertiamvidit alios stantes in foro otiosos3 Και εξελθων περι την τριτην ωραν, ειδεν αλλους ισταμενους εν τη αγορα αργους,
4 et illis dixit: “Ite et vos in vineam;et, quod iustum fuerit, dabo vobis”.4 και προς εκεινους ειπεν? Υπαγετε και σεις εις τον αμπελωνα, και ο, τι ειναι δικαιον θελω σας δωσει. Και εκεινοι υπηγον.
5 Illi autem abierunt. Iterum autem exiitcirca sextam et nonam horam et fecit similiter.5 Παλιν εξελθων περι την εκτην και ενατην ωραν, εκαμεν ωσαυτως.
6 Circa undecimam vero exiit etinvenit alios stantes et dicit illis: “Quid hic statis tota die otiosi?”.6 Περι δε την ενδεκατην ωραν εξελθων ευρεν αλλους ισταμενους αργους, και λεγει προς αυτους? Δια τι ιστασθε εδω ολην την ημεραν αργοι;
7 Dicunt ei: “Quia nemo nos conduxit”. Dicit illis: “Ite et vos in vineam”.
7 Λεγουσι προς αυτον? Διοτι ουδεις εμισθωσεν ημας. Λεγει προς αυτους? Υπαγετε και σεις εις τον αμπελωνα, και ο, τι ειναι δικαιον θελετε λαβει.
8 Cum sero autem factum esset, dicit dominus vineae procuratori suo: “ Vocaoperarios et redde illis mercedem incipiens a novissimis usque ad primos ”.8 Αφου δε εγεινεν εσπερα, λεγει ο κυριος του αμπελωνος προς τον επιτροπον αυτου? Καλεσον τους εργατας και αποδος εις αυτους τον μισθον, αρχισας απο των εσχατων εως των πρωτων.
9 Et cum venissent, qui circa undecimam horam venerant, acceperunt singulidenarium.9 Και ελθοντες οι περι την ενδεκατην ωραν μισθωθεντες, ελαβον ανα εν δηναριον.
10 Venientes autem primi arbitrati sunt quod plus essent accepturi;acceperunt autem et ipsi singuli denarium.10 Ελθοντες δε οι πρωτοι, ενομισαν οτι θελουσι λαβει πλειοτερα, ελαβον ομως και αυτοι ανα εν δηναριον.
11 Accipientes autem murmurabantadversus patrem familias11 Και λαβοντες εγογγυζον κατα του οικοδεσποτου,
12 dicentes: “Hi novissimi una hora fecerunt, etpares illos nobis fecisti, qui portavimus pondus diei et aestum!”.12 λεγοντες οτι, Ουτοι οι εσχατοι μιαν ωραν εκαμον, και εκαμες αυτους ισους με ημας, οιτινες εβαστασαμεν το βαρος της ημερας και τον καυσωνα.
13 At illerespondens uni eorum dixit: “Amice, non facio tibi iniuriam; nonne ex denarioconvenisti mecum?13 Ο δε αποκριθεις ειπε προς ενα εξ αυτων? Φιλε, δεν σε αδικω? δεν συνεφωνησας εν δηναριον μετ' εμου;
14 Tolle, quod tuum est, et vade; volo autem et huic novissimodare sicut et tibi.14 λαβε το σον και υπαγε? θελω δε να δωσω εις τουτον τον εσχατον ως και εις σε.
15 Aut non licet mihi, quod volo, facere de meis? An oculustuus nequam est, quia ego bonus sum?”.
15 Η δεν εχω την εξουσιαν να καμω ο, τι θελω εις τα εμα; η ο οφθαλμος σου ειναι πονηρος διοτι εγω ειμαι αγαθος;
16 Sic erunt novissimi primi, et primi novissimi ”.
16 Ουτω θελουσιν εισθαι οι εσχατοι πρωτοι και οι πρωτοι εσχατοι? διοτι πολλοι ειναι οι κεκλημενοι, ολιγοι δε οι εκλεκτοι.
17 Et ascendens Iesus Hierosolymam assumpsit Duodecim discipulos secreto et aitillis in via:17 Και αναβαινων ο Ιησους εις Ιεροσολυμα, παρελαβε τους δωδεκα μαθητας κατ' ιδιαν εν τη οδω και ειπε προς αυτους.
18 “ Ecce ascendimus Hierosolymam, et Filius hominis tradeturprincipibus sacerdotum et scribis, et condemnabunt eum morte18 Ιδου, αναβαινομεν εις Ιεροσολυμα, και ο Υιος του ανθρωπου θελει παραδοθη εις τους αρχιερεις και γραμματεις και θελουσι καταδικασει αυτον εις θανατον,
19 et tradent eumgentibus ad illudendum et flagellandum et crucifigendum, et tertia die resurget”.
19 και θελουσι παραδωσει αυτον εις τα εθνη δια να εμπαιξωσι και μαστιγωσωσι και σταυρωσωσι, και τη τριτη ημερα θελει αναστηθη.
20 Tunc accessit ad eum mater filiorum Zebedaei cum filiis suis, adorans etpetens aliquid ab eo.20 Τοτε προσηλθε προς αυτον η μητηρ των υιων του Ζεβεδαιου μετα των υιων αυτης, προσκυνουσα και ζητουσα τι παρ' αυτου.
21 Qui dixit ei: “ Quid vis? ”. Ait illi: “ Dic utsedeant hi duo filii mei unus ad dexteram tuam et unus ad sinistram in regno tuo”.21 Ο δε ειπε προς αυτην? Τι θελεις; Λεγει προς αυτον? Ειπε να καθησωσιν ουτοι οι δυο υιοι μου εις εκ δεξιων σου και εις εξ αριστερων εν τη βασιλεια σου.
22 Respondens autem Iesus dixit: “ Nescitis quid petatis. Potestis biberecalicem, quem ego bibiturus sum? ”. Dicunt ei: “ Possumus ”.22 Αποκριθεις δε ο Ιησους ειπε? Δεν εξευρετε τι ζητειτε. Δυνασθε να πιητε το ποτηριον, το οποιον εγω μελλω να πιω, και να βαπτισθητε το βαπτισμα, το οποιον εγω βαπτιζομαι; Λεγουσι προς αυτον? Δυναμεθα.
23 Ait illis:“ Calicem quidem meum bibetis, sedere autem ad dexteram meam et sinistram nonest meum dare illud, sed quibus paratum est a Patre meo ”.
23 Και λεγει προς αυτους? το μεν ποτηριον μου θελετε πιει; και το βαπτισμα το οποιον εγω βαπτιζομαι θελετε βαπτισθη? το να καθησητε ομως εκ δεξιων μου και εξ αριστερων μου δεν ειναι εμου να δωσω, ειμη εις οσους ειναι ητοιμασμενον υπο του Πατρος μου.
24 Et audientes decem indignati sunt de duobus fratribus.24 Και ακουσαντες οι δεκα ηγανακτησαν περι των δυο αδελφων.
25 Iesus autem vocaviteos ad se et ait: “ Scitis quia principes gentium dominantur eorum et, quimagni sunt, potestatem exercent in eos.25 Ο δε Ιησους προσκαλεσας αυτους, ειπεν? Εξευρετε οτι οι αρχοντες των εθνων κατακυριευουσιν αυτα και οι μεγαλοι κατεξουσιαζουσιν αυτα.
26 Non ita erit inter vos, sed quicumquevoluerit inter vos magnus fieri, erit vester minister;26 Ουτως ομως δεν θελει εισθαι εν υμιν, αλλ' οστις θελει να γεινη μεγας εν υμιν, ας ηναι υπηρετης υμων,
27 et, quicumque volueritinter vos primus esse, erit vester servus;27 και οστις θελη να ηναι πρωτος εν υμιν, ας ηναι δουλος υμων?
28 sicut Filius hominis non venitministrari sed ministrare et dare animam suam redemptionem pro multis ”.
28 καθως ο Υιος του ανθρωπου δεν ηλθε δια να υπηρετηθη, αλλα δια να υπηρετηση και να δωση την ζωην αυτου λυτρον αντι πολλων.
29 Et egredientibus illis ab Iericho, secuta est eum turba multa.29 Και ενω εξηρχοντο απο της Ιεριχω, ηκολουθησεν αυτον οχλος πολυς.
30 Et ecce duocaeci sedentes secus viam audierunt quia Iesus transiret et clamaveruntdicentes: “ Domine, miserere nostri, fili David! ”.30 Και ιδου, δυο τυφλοι καθημενοι παρα την οδον, ακουσαντες οτι ο Ιησους διαβαινει, εκραξαν λεγοντες? Ελεησον ημας, Κυριε, υιε του Δαβιδ.
31 Turba autemincrepabat eos, ut tacerent; at illi magis clamabant dicentes: “ Domine,miserere nostri, fili David! ”.31 Ο δε οχλος επεπληξεν αυτους δια να σιωπησωσιν? αλλ' εκεινοι εκραζον δυνατωτερα, λεγοντες? Ελεησον ημας, Κυριε, υιε του Δαβιδ.
32 Et stetit Iesus et vocavit eos et ait: “Quid vultis, ut faciam vobis?”.32 Και σταθεις ο Ιησους, εκραξεν αυτους και ειπε? Τι θελετε να σας καμω;
33 Dicunt illi: “ Domine, ut aperianturoculi nostri ”.33 Λεγουσι προς αυτον? Κυριε, να ανοιχθωσιν οι οφθαλμοι ημων.
34 Misertus autem Iesus, tetigit oculos eorum; et confestimviderunt et secuti sunt eum.
34 Και ο Ιησους σπλαγχνισθεις ηγγισε τους οφθαλμους αυτων? και ευθυς ανεβλεψαν αυτων οι οφθαλμοι, και ηκολουθησαν αυτον.