Scrutatio

Lunedi, 6 maggio 2024 - San Pietro Nolasco ( Letture di oggi)

Vangelo secondo Giovanni 8


font
BIBBIA TINTORIGREEK BIBLE
1 Ma Gesù andò al monte degli Ulivi.1 Ο δε Ιησους υπηγεν εις το ορος των Ελαιων.
2 E sul far del giorno tornò di nuovo nel tempio, e tutto il popolo accorse a lui ed egli sedutosi, l'ammaestrava.2 Και την αυγην ηλθε παλιν εις το ιερον, και πας ο λαος ηρχετο προς αυτον? και καθησας εδιδασκεν αυτους.
3 Allora gli Scribi ed i Farisei gli condussero una donna colta in adulterio e, postala in mezzo,3 Φερουσι δε προς αυτον οι γραμματεις και οι Φαρισαιοι γυναικα συλληφθεισαν επι μοιχεια, και στησαντες αυτην εν τω μεσω,
4 gli dissero: Maestro, questa donna è stata sorpresa in flagrante adulterio.4 λεγουσι προς αυτον? Διδασκαλε, αυτη η γυνη συνεληφθη επ' αυτοφωρω μοιχευομενη.
5 Or Mosè nella legge ci ha comandato che queste tali siano lapidate; e tu che ne dici?5 Εν δε τω νομω ο Μωυσης προσεταξεν ημας να λιθοβολωνται αι τοιαυται? συ λοιπον τι λεγεις;
6 E dicevan questo per metterlo alla prova e per poterlo accusare. Ma Gesù, chinatosi, si mise a scrivere col dito in terra.6 Ελεγον δε τουτο δοκιμαζοντες αυτον, δια να εχωσι ινα κατηγορωσιν αυτον. Ο δε Ιησους κυψας κατω, εγραφε δια του δακτυλου εις την γην.
7 E siccome continuavano ad interrogarlo, si alzò e disse loro: Chi di voi è senza peccato, scagli contro di lei la prima pietra.7 Και επειδη επεμενον ερωτωντες αυτον, ανακυψας ειπε προς αυτους? Οστις απο σας ειναι αναμαρτητος, πρωτος ας ριψη τον λιθον επ' αυτην.
8 E di nuovo chinatosi, seguitò a scrivere in terra.8 Και παλιν κυψας κατω εγραφεν εις την γην.
9 Ma quelli udito ciò, uno dopo l'altro se ne andarono tutti, cominciando dai più vecchi, e Gesù restò solo con la donna là in mezzo.9 Εκεινοι δε ακουσαντες, εξηρχοντο εις εκαστος, αρχισαντες απο των πρεσβυτερων εως των εσχατων? και εμεινε μονος ο Ιησους και η γυνη ισταμενη εν τω μεσω.
10 Allora, Gesù, alzatosi, disse alla donna: Dove sono, o donna, quelli che ti accusavano? Nessuno ti ha condannata?10 Ανακυψας δε ο Ιησους, ειπε προς αυτην? Γυναι, που ειναι εκεινοι οι κατηγοροι σου; δεν σε κατεδικασεν ουδεις;
11 Ed ella: Nessuno, Signore. E Gesù le disse: Nemmeno io ti condannerò: va' e non peccare più.11 Και εκεινη ειπεν? Ουδεις, Κυριε. Και ο Ιησους ειπε προς αυτην? Ουδε εγω σε καταδικαζω? υπαγε, και εις το εξης μη αμαρτανε.
12 Di nuovo Gesù parlò ad essi, dicendo: Io sono la luce del mondo: chi mi segue non camminerà nelle tenebre, ma avrà la luce della vita.12 Παλιν λοιπον ο Ιησους ελαλησε προς αυτους λεγων? Εγω ειμαι το φως του κοσμου? οστις ακολουθει εμε δεν θελει περιπατησει εις το σκοτος, αλλα θελει εχει το φως της ζωης.
13 Gli dissero allora i Farisei: Tu rendi testimonianza di te stesso, la tua testimonianza non vale.13 Ειπον λοιπον προς αυτον οι Φαρισαιοι? Συ περι σεαυτου μαρτυρεις? η μαρτυρια σου δεν ειναι αληθης.
14 Gesù replicò loro: Sebbene io renda testimonianza di me stesso, val sempre la mia testimonianza, perchè so donde son venuto e dove vado; ma voi non sapete donde io verga e dove io vada.14 Απεκριθη ο Ιησους και ειπε προς αυτους? Και αν εγω μαρτυρω περι εμαυτου, η μαρτυρια μου ειναι αληθης, διοτι εξευρω ποθεν ηλθον και που υπαγω? σεις ομως δεν εξευρετε ποθεν ερχομαι και που υπαγω.
15 Voi giudicate secondo la carne: io non giudico nessuno;15 Σεις κατα την σαρκα κρινετε? εγω δεν κρινω ουδενα.
16 e se giudico io, il mio giudizio è vero, perchè non sono solo; ma con me è il Padre che mi ha inviato.16 Αλλα και εαν εγω κρινω, η κρισις η εμη ειναι αληθης, διοτι μονος δεν ειμαι, αλλ' εγω και ο Πατηρ ο πεμψας με.
17 Ed anche nella vostra legge sta scritto che è valida la testimonianza di due persone.17 Και εν τω νομω δε υμων ειναι γεγραμμενον οτι δυο ανθρωπων η μαρτυρια ειναι αληθινη.
18 Ora a rendere testimonianza di me stesso ci sono io ed il Padre che mi ha mandato.18 Εγω ειμαι ο μαρτυρων περι εμαυτου, και ο πεμψας με Πατηρ μαρτυρει περι εμου.
19 Gli dissero allora: Dov'è tuo Padre? Rispose Gesù: Non conoscete nè me nè il mio Padre; se conosceste me, conoscereste anche il mio Padre.19 Ελεγον λοιπον προς αυτον? Που ειναι ο Πατηρ σου; Απεκριθη ο Ιησους? Ουτε εμε εξευρετε ουτε τον Πατερα μου? εαν ηξευρετε εμε, ηθελετε εξευρει και τον Πατερα μου.
20 Tali parole disse Gesù nel gazofilacio, insegnando nel tempio, e nessuno lo prese, perchè non era ancora giunta l'ora sua.20 Τουτους τους λογους ελαλησεν ο Ιησους εν τω θησαυροφυλακιω, διδασκων εν τω ιερω, και ουδεις επιασεν αυτον, διοτι δεν ειχεν ελθει ετι η ωρα αυτου.
21 Di nuovo Gesù disse loro: Io me ne vado, e mi cercherete, e morrete nel vostro peccato. Dove vado io, voi non potete venire.21 Ειπε λοιπον παλιν προς αυτους ο Ιησους? Εγω υπαγω και θελετε με ζητησει, και θελετε αποθανει εν τη αμαρτια υμων? οπου εγω υπαγω, σεις δεν δυνασθε να ελθητε.
22 Dicevan perciò i Giudei: Si ucciderà forse da se stesso, chè dice: Dove io vado non potete venire?22 Ελεγον λοιπον οι Ιουδαιοι? Μηπως θελει θανατωσει εαυτον, και δια τουτο λεγει, Οπου εγω υπαγω, σεις δεν δυνασθε να ελθητε;
23 Ed egli replicò loro: Voi siete di quaggiù; io sono di lassù. Voi siete di questo mondo; io non sono di questo mondo:23 Και ειπε προς αυτους? Σεις εισθε εκ των κατω, εγω ειμαι εκ των ανω? σεις εισθε εκ του κοσμου τουτου, εγω δεν ειμαι εκ του κοσμου τουτου.
24 perciò vi ho detto che morrete nei vostri peccati; perchè se non credete che io sono, morrete nei vostri peccati.24 Σας ειπον λοιπον οτι θελετε αποθανει εν ταις αμαρτιαις υμων? διοτι εαν δεν πιστευσητε οτι εγω ειμαι, θελετε αποθανει εν ταις αμαρτιαις υμων.
25 Gli dissero allora: E chi sei tu? Gesù rispose loro: Il principio che parlo a voi.25 Ελεγον λοιπον προς αυτον? Συ τις εισαι; και ειπε προς αυτους ο Ιησους? Ο, τι σας λεγω απ' αρχης.
26 Molto ho da dire e condannare riguardo a voi, ma colui che m'ha mandato è verace, quanto ho udito da lui quello dico al mondo.26 Πολλα εχω να λεγω και να κρινω περι υμων? αλλ' ο πεμψας με ειναι αληθης, και εγω οσα ηκουσα παρ' αυτου, ταυτα λεγω εις τον κοσμον.
27 E non intesero che parlava di suo Padre, Dio.27 δεν ενοησαν οτι ελεγε προς αυτους περι του Πατρος.
28 Disse dunque loro Gesù: Quando avrete innalzato il Figlio dell'uomo, allora conoscerete chi sono io, e che niente faccio da me, e che dico quello che il Padre mi ha insegnato.28 Ειπε λοιπον προς αυτους ο Ιησους? Οταν υψωσητε τον Υιον του ανθρωπου, τοτε θελετε γνωρισει οτι εγω ειμαι, και απ' εμαυτου δεν καμνω ουδεν, αλλα καθως με εδιδαξεν ο Πατηρ μου, ταυτα λαλω.
29 E chi mi ha mandato è con me e non mi ha lasciato solo, perchè io faccio sempre quello che è di suo piacimento.29 Και ο πεμψας με ειναι μετ' εμου? δεν με αφηκεν ο Πατηρ μονον, διοτι εγω καμνω παντοτε τα αρεστα εις αυτον.
30 A queste sue parole molti credettero in lui.30 Ενω ελαλει ταυτα, πολλοι επιστευσαν εις αυτον.
31 Ma Gesù disse ai Giudei che avevano in lui creduto: Se persevererete nei miei insegnamenti, sarete veramente miei discepoli31 Ελεγε λοιπον ο Ιησους προς τους Ιουδαιους τους πιστευσαντας εις αυτον? Εαν σεις μεινητε εν τω λογω τω εμω, εισθε αληθως μαθηται μου,
32 e conoscerete la verità, e la verità vi farà liberi.32 και θελετε γνωρισει την αληθειαν, και η αληθεια θελει σας ελευθερωσει.
33 Gli opposero: Siamo progenie di Abramo, nè giammai servimmo ad alcuno, come dunque dici tu: Sarete liberi?33 Απεκριθησαν προς αυτον? Σπερμα του Αβρααμ ειμεθα, και δεν εγειναμεν δουλοι εις ουδενα πωποτε? πως συ λεγεις οτι θελετε γεινει ελευθεροι;
34 Rispose loro Gesù: In verità, in verità vi dico: chi fa il peccato è servo del peccato.34 Απεκριθη προς αυτους ο Ιησους? Αληθως, αληθως σας λεγω οτι πας οστις πραττει την αμαρτιαν δουλος ειναι της αμαρτιας.
35 Or il servo non sta sempre in casa, il figlio invece vi sta sempre.35 Ο δε δουλος δεν μενει παντοτε εν τη οικια? ο υιος μενει παντοτε.
36 Se dunque il figlio vi libera, sarete veramente liberi.36 Εαν λοιπον ο Υιος σας ελευθερωση, οντως ελευθεροι θελετε εισθαι.
37 Lo so che siete figli di Àbramo; ma intanto cercate di uccidermi, perchè la mia parola non penetra in voi.37 Εξευρω οτι εισθε σπερμα του Αβρααμ? αλλα ζητειτε να με θανατωσητε, διοτι ο λογος ο εμος δεν χωρει εις εσας.
38 Io dico quel che ho visto presso il Padre mio, e voi pure fate quello che avete imparato dal padre vostro.38 Εγω λαλω ο, τι ειδον πλησιον του Πατρος μου? και σεις ομοιως καμνετε ο, τι ειδετε πλησιον του πατρος σας.
39 Gli replicarono: Il padre nostro è Abramo. Rispose loro Gesù: Se siete figli di Abramo fate le opere di Abramo.39 Απεκριθησαν και ειπον προς αυτον? Ο πατηρ ημων ειναι ο Αβρααμ. Λεγει προς αυτους ο Ιησους? Εαν ησθε τεκνα του Αβρααμ, τα εργα του Αβρααμ ηθελετε καμνει.
40 Ma intanto cercate di uccider me, chè v'ho detto la verità da me udita da Dio: Abramo non fece così.40 Τωρα δε ζητειτε να με θανατωσητε, ανθρωπον οστις σας ελαλησα την αληθειαν, την οποιαν ηκουσα παρα του Θεου? τουτο ο Αβρααμ δεν εκαμε.
41 Voi fate le opere del padre vostro. Gli risposero: Non siamo mica dei bastardi; abbiamo Dio per unico padre.41 Σεις καμνετε τα εργα του πατρος σας. Ειπον λοιπον προς αυτον? ημεις δεν εγεννηθημεν εκ πορνειας? ενα Πατερα εχομεν, τον Θεον.
42 Se Dio fosse vostro padre, disse allora Gesù, certamente mi amereste, perchè io procedo e vengo da Dio e non sono venuto da me stesso, ma egli mi ha mandato.42 Ειπε λοιπον προς αυτους ο Ιησους? Εαν ο Θεος ητο Πατηρ σας, ηθελετε αγαπα εμε? διοτι εγω εκ του Θεου εξηλθον και ερχομαι? επειδη δεν ηλθον απ' εμαυτου, αλλ' εκεινος με απεστειλε.
43 Perchè non capite il mio linguaggio? Perchè non potete soffrire i miei discorsi?43 Δια τι δεν γνωριζετε την λαλιαν μου; διοτι δεν δυνασθε να ακουητε τον λογον μου.
44 Voi avete per padre il diavolo e volete soddisfare i desideri del padre vostro; esso fu omicida fin da principio, e non perseverò nella verità, perchè in lui non c'è verità; quando mentisce parla da suo pari, perchè è bugiardo e padre della menzogna.44 Σεις εισθε εκ πατρος του διαβολου και τας επιθυμιας του πατρος σας θελετε να πραττητε. Εκεινος ητο απ' αρχης ανθρωποκτονος και δεν μενει εν τη αληθεια, διοτι αληθεια δεν υπαρχει εν αυτω? οταν λαλη το ψευδος, εκ των ιδιων λαλει, διοτι ειναι ψευστης και ο πατηρ αυτου του ψευδους.
45 A me perchè vi dico la verità non credete.45 Εγω δε διοτι λεγω την αληθειαν, δεν με πιστευετε.
46 Chi di voi mi potrà convincere di peccato? Se io vi dico la verità, perchè non mi credete?46 Τις απο σας με ελεγχει περι αμαρτιας; εαν δε αληθειαν λεγω, δια τι σεις δεν με πιστευετε;
47 Chi è da Dio ascolta le parole di Dio. Per questo voi non le ascoltate, perchè non siete da Dio.47 Οστις ειναι εκ του Θεου, τους λογους του Θεου ακουει? δια τουτο σεις δεν ακουετε, διοτι εκ του Θεου δεν εισθε.
48 Replicarono i Giudei: Non diciamo con ragione che tu sei un samaritano e indemoniato?48 Απεκριθησαν λοιπον οι Ιουδαιοι και ειπον προς αυτον? Δεν λεγομεν ημεις καλως οτι Σαμαρειτης εισαι συ και δαιμονιον εχεις;
49 Gesù rispose: Io non sono indemoniato; ma onoro il Padre mio e voi mi vituperate.49 Απεκριθη ο Ιησους? Εγω δαιμονιον δεν εχω, αλλα τιμω τον Πατερα μου, και σεις με ατιμαζετε.
50 Ma io non cerco la mia gloria, c'è chi ne prende cura e ne giudica.50 Και εγω δεν ζητω την δοξαν μου? υπαρχει ο ζητων και κρινων.
51 In verità in verità vi dico: chi custodisce la mia parola non vedrà la morte in eterno.51 Αληθως, αληθως σας λεγω? Εαν τις φυλαξη τον λογον μου, θανατον δεν θελει ιδει εις τον αιωνα.
52 Gli dissero allora i Giudei: Or vediamo bene che tu sei posseduto da un demonio. Abramo è morto, e così i profeti e tu dici: Chi custodisce la mia parola non vedrà la morte in eterno?52 Ειπον λοιπον προς αυτον οι Ιουδαιοι? Τωρα κατελαβομεν οτι δαιμονιον εχεις. Ο Αβρααμ απεθανε και οι προφηται, και συ λεγεις? Εαν τις φυλαξη τον λογον μου, δεν θελει γευθη θανατον εις τον αιωνα.
53 Sei forse da più del padre nostro Abramo, che è morto? Ed anche i profeti sono morti. Chi credi mai di essere?53 Μηπως συ εισαι μεγαλητερος του πατρος ημων Αβρααμ, οστις απεθανε; και οι προφηται απεθανον? συ τινα καμνεις σεαυτον;
54 Gesù rispose: Se io glorifico me stesso, la mia gloria è nulla: c'è a glorificarmi il Padre mio, il quale voi dite essere Dio vostro;54 Απεκριθη ο Ιησους? Εαν εγω δοξαζω εμαυτον, η δοξα μου ειναι ουδεν? ο Πατηρ μου ειναι οστις με δοξαζει, τον οποιον σεις λεγετε οτι ειναι Θεος σας.
55 ma non lo avete conosciuto. Io sì che lo conosco, e se dicessi di non conoscerlo, sarei, come voi, bugiardo. Ma io lo conosco, ed osservo le sue parole.55 Και δεν εγνωρισατε αυτον εγω ομως γνωριζω αυτον? και εαν ειπω οτι δεν γνωριζω αυτον, θελω εισθαι ομοιος σας ψευστης? αλλα γνωριζω αυτον και τον λογον αυτου φυλαττω.
56 Abramo, padre vostro, sospirò di vedere il mio giorno: lo vide e ne tripudiò.56 Ο Αβρααμ ο πατηρ σας ειχεν αγαλλιασιν να ιδη την ημεραν την εμην και ειδε και εχαρη.
57 Gli opposero i Giudei: Non hai ancora cinquant'anni e hai veduto Abramo?57 Ειπον λοιπον οι Ιουδαιοι προς αυτον? Πεντηκοντα ετη δεν εχεις ετι, και ειδες τον Αβρααμ;
58 Gesù rispose loro: In verità, in verità vi dico: prima che Abramo fosse nato, io sono.58 Ειπε προς αυτους ο Ιησους? Αληθως, αληθως σας λεγω? Πριν γεινη ο Αβρααμ, εγω ειμαι.
59 Dettero allora di piglio alle pietre per tirargliele; ma Gesù si nascose ed uscì dal tempio.59 Εσηκωσαν λοιπον λιθους δια να ριψωσι κατ' αυτου? πλην ο Ιησους εκρυβη και εξηλθεν εκ του ιερου περασας δια μεσον αυτων, και ουτως ανεχωρησε.