1 - Figliolo mio, attento alla mia sapienza, alla prudenza mia porgi l'orecchio, | 1 Υιε μου, προσεχε εις την σοφιαν μου, κλινον το ωτιον σου εις την συνεσιν μου? |
2 per far tesoro di riflessionie le tue labbra mettano in serbo una buona istruzione. Non dar retta alle fallacie della donna, | 2 δια να τηρης φρονησιν και τα χειλη σου να φυλαττωσι γνωσιν. |
3 perchè un favo che stilla sono le labbra della meretrice e la sua gola ha un parlare che unge più dell'olio; | 3 Διοτι τα χειλη της αλλοτριας γυναικος σταζουσιν ως κηρηθρα μελιτος, και ο ουρανισκος αυτης ειναι μαλακωτερος ελαιου? |
4 ma alla fine è più amara del fiele e punge come una spada a due tagli. | 4 το τελος ομως αυτης ειναι πικρον ως αψινθιον, οξυ ως μαχαιρα διστομος. |
5 I suoi piedi scendono nelle profondità della Morte e i suoi passi fan capo all'Inferno, | 5 Οι ποδες αυτης καταβαινουσιν εις θανατον? τα βηματα αυτης καταντωσιν εις τον αδην. |
6 non procedono sul sentiero della vita, son erranti i suoi passi e investigabili. | 6 δια να μη γνωρισης την οδον της ζωης, αι πορειαι αυτης ειναι αστατοι και ουχι ευδιαγνωστοι. |
7 Ed ora, figliuolo, ascoltamie non ti scostare dai detti della mia bocca: | 7 Ακουσατε μου λοιπον τωρα, τεκνα, και μη αποστραφητε τους λογους του στοματος μου. |
8 La tua strada passi lungi da leie non avvicinarti alla porta della sua casa | 8 Απομακρυνον την οδον σου απ' αυτης, και μη πλησιασης εις την θυραν του οικου αυτης, |
9 e non dare agli altri il tuo onore e gli anni tuoi a gente spietata; | 9 δια να μη δωσης την τιμην σου εις αλλους και τα ετη σου εις τους ανελεημονας? |
10 affinchè gli estranei non si riempiano delle tue sostanze e le tue fatiche non vadano a finire in casa altrui, | 10 δια να μη χορτασθωσι ξενοι απο της περιουσιας σου και οι κοποι σου ελθωσιν εις οικον αλλοτριου, |
11 e debba gemere alla finequando avrai la tua carne ed il tuo corpo consunti | 11 και συ στεναζης εις τα εσχατα σου, οταν η σαρξ σου και το σωμα σου καταναλωθωσι, |
12 ed esclamare: «Perchè ho io detestato gli avvertimenti ed il mio cuore non diede retta alle correzioni | 12 και λεγης, Πως εμισησα την παιδειαν, και η καρδια μου κατεφρονησε τους ελεγχους, |
13 e non ascoltai la voce di chi mi ammoniva e non prestai orecchio ai miei maestri? | 13 και δεν υπηκουσα εις την φωνην των διδασκοντων με, ουδε εκλινα το ωτιον μου εις τους νουθετουντας με. |
14 Poco mancò non fossi, per colmo di sciagura, tradotto in mezzo all'adunata ed al concilio!». | 14 Παρ' ολιγον επεσον εις παν κακον, εν μεσω της συναξεως και της συναγωγης. |
15 Bevi le acque della tua cisterna e quelle che scaturiscono entro il tuo pozzo; | 15 Πινε υδατα εκ της δεξαμενης σου και πηγαζοντα εκ του φρεατος σου? |
16 le tue sorgenti riversino fuori, per le piazze si spandano le tue acque. | 16 Ας εκχεωνται εξω αι πηγαι σου, και τα ρυακια των υδατων σου εις τας πλατειας? |
17 Siano per te solo e non abbiano parte teco gli estranei. | 17 σου μονου ας ηναι αυτα, και ουχι ξενων μετα σου? |
18 Sia la tua fonte benedetta e goditi la donna che hai amata giovine. | 18 η πηγη σου ας ηναι ευλογημενη? και ευφραινου μετα της γυναικος της νεοτητος σου. |
19 Amabile cerva, vezzosa gazzella, le sue carezze ti possano inebriare ognora; con amore vagheggiala costantemente. | 19 Ας ηναι εις σε ως ελαφος ερασμια και δορκας κεχαριτωμενη? ας σε ποτιζωσιν οι μαστοι αυτης εν παντι καιρω? ευφραινου παντοτε εις την αγαπην αυτης. |
20 E perchè invaghirti, figlio, di una estranea? e stringerti al seno una donna non tua? | 20 Και δια τι, υιε μου, θελεις θελγεσθαι υπο ξενης και θελεις εναγκαλιζεσθαι κολπον αλλοτριας; |
21 Mentre il Signore tien d'occhio tutte le vie dell'uomo e osserva tutti i suoi passi? | 21 Διοτι του ανθρωπου αι οδοι ειναι ενωπιον των οφθαλμων του Κυριου, και σταθμιζει πασας τας πορειας αυτου. |
22 Ma l'empio resterà schiavo delle sue inique passionie stretto nelle funi dei suoi peccati. | 22 Αι ιδιαι αυτου ανομιαι θελουσι συλλαβει τον ασεβη, και με τα σχοινια της αμαρτιας αυτου θελει σφιγγεσθαι. |
23 Egli morrà perchè non ebbe a cuore la correzione e dalla sua grande stoltezza resterà ingannato. | 23 Ουτος θελει αποθανει απαιδευτος και εκ του πληθους της αφροσυνης αυτου θελει περιπλανασθαι. |