Scrutatio

Lunedi, 6 maggio 2024 - San Pietro Nolasco ( Letture di oggi)

Atti degli Apostoli 17


font
BIBBIA MARTINIGREEK BIBLE
1 Passando per Amfipoli, e per Apollonia, arrivarono a Tessalonica, dove era la Sinagoga de' Giudei.1 Διοδευσαντες δε την Αμφιπολιν και Απολλωνιαν, ηλθαν εις Θεσσαλονικην, οπου ητο η συναγωγη των Ιουδαιων.
2 E Paolo secondo il suo solito andò da loro, e per tre sabati disputò con essi sopra le scritture,2 Και κατα την συνηθειαν του ο Παυλος εισηλθε προς αυτους, και τρια σαββατα διελεγετο μετ' αυτων απο των γραφων,
3 Facendo aperto, e dimostrando, come il Cristo dovea patire, e risuscitare da morte: e come questo è Gesù Cristo, cui (diceva) io annunzio a voi.3 εξηγων και αποδεικνυων οτι επρεπε να παθη ο Χριστος και να αναστηθη εκ νεκρων και οτι ουτος ειναι ο Χριστος Ιησους, τον οποιον εγω σας κηρυττω.
4 E alcuni di essi credettero, e si unirono con Paolo, e Sila, come pure una gran moltitudine di proseliti, e di Gentili, e non poche matrone primarie.4 Και τινες εξ αυτων επεισθησαν και ηνωθησαν μετα του Παυλου και του Σιλα, και εκ των θεοσεβων Ελληνων πολυ πληθος και εκ των πρωτων γυναικων ουκ ολιγαι.
5 Ma i Giudei, mossi da zelo, prendendo seco alcuni cattivi uomini del volgo, e fatta gente, misero la città in tumulto: e attorniata la casa di Giasone cercavano di tirarli davanti al popolo.5 Φθονησαντες δε οι μη πειθομενοι Ιουδαιοι και λαβοντες μεθ' εαυτων κακους τινας ανθρωπους εκ των χυδαιων και οχλαγωγησαντες, εθορυβουν την πολιν και εφορμησαντες εις την οικιαν του Ιασονος, εζητουν αυτους δια να φερωσιν εις τον δημον?
6 E non avendoli trovali, strascinaron Giasone, e alcuni fratelli ai capi della città, gridando: Que' che mettono sottosopra la terra, sono venuti anche qua,6 μη ευροντες δε αυτους, εσυραν τον Ιασονα και τινας αδελφους επι τους πολιταρχας, βοωντες οτι οι αναστατωσαντες την οικουμενην, ουτοι ηλθον και εδω,
7 A' quali ha dato, ricetto Giasone. E tutti costoro fanno contro gli editti di Cesare, dicendo esservi un altro Re, Gesù.7 τους οποιους υπεδεχθη ο Ιασων? και παντες ουτοι πραττουσιν εναντιον των προσταγματων του Καισαρος, λεγοντες οτι ειναι βασιλευς αλλος, ο Ιησους.
8 E commosser la moltitudine, e i magistrati, che udivano tali cose.8 Εταραξαν δε τον οχλον και τους πολιταρχας ακουοντας ταυτα,
9 Ma fatto dare mallevadore a Giasone, e agli altri gli rimandarono.9 και λαβοντες εγγυησιν παρα του Ιασονος και των λοιπων, απελυσαν αυτους.
10 I fratelli però immediatamente la notte avviarono Paolo, e Sila a Berea. I quali subito arrivati andarono alla sinagoga de' Giudei.10 Οι δε αδελφοι ευθυς δια της νυκτος εξεπεμψαν τον τε Παυλον και τον Σιλαν εις Βεροιαν, οιτινες ελθοντες υπηγον εις την συναγωγην των Ιουδαιων.
11 Questi erano più generosi di quelli, che erano in Tessalonica, e ricevettero la parola con tutta avidità, esaminando ogni dì nelle scritture, se le cose stesser cosi.11 Ουτοι δε ησαν ευγενεστεροι παρα τους εν Θεσσαλονικη, καθοτι εδεχθησαν τον λογον μετα πασης προθυμιας, εξεταζοντες καθ' ημεραν τας γραφας αν ουτως εχωσι ταυτα.
12 E molti di loro credettero, e delle nobili donne Gentili, e degli uomini non pochi.12 Πολλοι μεν λοιπον εξ αυτων επιστευσαν, και εκ των επισημων Ελληνιδων γυναικων και εκ των ανδρων ουκ ολιγοι.
13 Ma come ebber inteso i Giudei in Tessalonica, che anche in Berea era stata predicata da Paolo la parola di Dio, vi si portarono a incitare, e muovere a tumulto la moltitudine.13 Ως δε εμα0ον οι απο της Θεσσαλονικης Ιουδαιοι οτι και εν τη Βεροια εκηρυχθη υπο του Παυλου ο λογος του Θεου, ηλθον και εκει και εταραττον τους οχλους.
14 E subito allora i fratelli mandaron via Paolo, perché andasse fino al mare: e si restaron ivi Sila, e Timoteo.14 Και ευθυς τοτε οι αδελφοι εξαπεστειλαν τον Παυλον να υπαγη εως εις την θαλασσαν? ο Σιλας δε και ο Τιμοθεος εμειναν εκει.
15 Quelli poi, che accompagnavano Paolo, lo condusser fino ad Atene, e avuto ordine da lui per Sila, e Timoteo che speditamente andasser a lui, si partirono.15 Οι δε συνοδευοντες τον Παυλον εφεραν αυτον εως Αθηνων, και αφου ελαβον παραγγελιαν προς τον Σιλαν και Τιμοθεον να ελθωσι προς αυτον οσον ταχιστα, ανεχωρησαν.
16 E mentre Paolo gli attendeva in Atene, si affliggeva in lui il suo spirito, veggendo quella città abbandonata all'idolatria.16 Ενω δε περιεμενεν αυτους ο Παυλος εν ταις Αθηναις, το πνευμα αυτου παρωξυνετο εν αυτω, επειδη εβλεπε την πολιν γεμουσαν ειδωλων.
17 Disputava egli pertanto nella Sinagoga con i Giudei, e co' proseliti, e nel foro ogni giorno con chi vi si incontrava.17 Διελεγετο λοιπον εν τη συναγωγη μετα των Ιουδαιων και μετα των θεοσεβων και εν τη αγορα καθ' εκαστην ημεραν μετα των τυχοντων.
18 E alcuni filosofi Epicurei, e Stoici lo attaccavano, e alcuni dicevano: Che vuoi egli dire questo chiacchierone? Altri poi: E' pare, che sia annunziatore di nuovi dei: perché annunziava loro Gesù, e la risurrezione.18 Τινες δε των Επικουριων και των Στωικων φιλοσοφων συνηρχοντο εις λογους μετ' αυτου, και οι μεν ελεγον? Τι θελει ταχα ο σπερμολογος ουτος να ειπη; οι δε? Ξενων θεων κηρυξ φαινεται οτι ειναι? διοτι εκηρυττε προς αυτους τον Ιησουν και την αναστασιν.
19 E presolo lo condussero all'Areopago dicendo: Possiam noi sapere quel, che siasi questa nuova dottrina, di cui tu parli?19 Και πιασαντες αυτον εφεραν εις τον Αρειον Παγον, λεγοντες? Δυναμεθα να μαθωμεν τις αυτη η νεα διδαχη, ητις κηρυττεται υπο σου;
20 Imperocché tu ci suoni alle orecchi; certe nuove cose: vorremmo adunque sapere quel, che ciò abbia da essere.20 διοτι φερεις εις τας ακοας ημων παραδοξα τινα? θελομεν λοιπον να μαθωμεν τι σημαινουσι ταυτα.
21 (Or gli Ateniesi tutti, e i forestieri ospiti a niun altra cosa badavano, che a dire, o ascoltare qualche cosa di nuovo.)21 Παντες δε οι Αθηναιοι και οι επιδημουντες ξενοι εις ουδεν αλλο ηυκαιρουν παρα εις το να λεγωσι και να ακουωσι τι νεωτερον.
22 E Paolo stando in piedi in mezza dell'Areopago, disse: Uomini Ateniesi, io vi veggo in tutte le cose quasi più che religiosi,22 Σταθεις δε ο Παυλος εν μεσω του Αρειου Παγου, ειπεν? Ανδρες Αθηναιοι, κατα παντα σας βλεπω εις ακρον θεολατρας.
23 Imperocché passando io, e considerando i vostri simulacri, ho trovato anche un'ara, sopra la quale era scritto: Al Dio ignoto. Quello adunque, cui voi adorate senza conoscerlo, io annunzio a voi.23 Διοτι ενω διηρχομην και ανεθεωρουν τα σεβασματα σας, ευρον και βωμον, εις τον οποιον ειναι επιγεγραμμενον, Αγνωστω Θεω. Εκεινον λοιπον, τον οποιον αγνοουντες λατρευετε, τουτον εγω κηρυττω προς εσας.
24 Dio, il quale fece il mondo, e le cose tutte, che in esso sono, essendo egli il Signore del cielo, e della terra, non abita in templi manofatti,24 Ο Θεος, οστις εκαμε τον κοσμον και παντα τα εν αυτω, ουτος Κυριος ων του ουρανου και της γης, δεν κατοικει εν χειροποιητοις ναοις,
25 Né è servito per le mani degli uomini, quasi di alcuna cosa abbisogni egli, che da a tutti la vita, il respiro, e tutte le cose.25 ουδε λατρευεται υπο χειρων ανθρωπων ως εχων χρειαν τινος, επειδη αυτος διδει εις παντας ζωην και πνοην και τα παντα?
26 E fece da un solo la progenie tutta degli uomini, che abitasse tutta quanta, la estensione della terra, fissati avendone i determinati tempi, e i confini della loro abitazione,26 και εκαμεν εξ ενος αιματος παν εθνος ανθρωπων, δια να κατοικωσιν εφ' ολου του προσωπου της γης, και διωρισε τους προδιατεταγμενους καιρους και τα οροθεσια της κατοικιας αυτων,
27 Perché cercassero Dio, se a sorte tasteggiando lo rinvenissero, quantunque ei non sia lungi da ciascheduno di noi.27 δια να ζητωσι τον Κυριον, ισως δυνηθωσι να ψηλαφησωσιν αυτον και να ευρωσιν, αν και δεν ειναι μακραν απο ενος εκαστου ημων.
28 Imperocché in lui viviamo, e ci muoviamo, e siamo: come anche taluni, de' vostri poeti han detto: imperocché di lui eziandio siamo progenie.28 Διοτι εν αυτω ζωμεν και κινουμεθα και υπαρχομεν, καθως και τινες των ποιητων σας ειπον? Διοτι και γενος ειμεθα τουτου.
29 Essendo adunque noi progenie di Dio, non dobbiamo stimare, che l'esser divino sia simile all'oro, o all'argento, o alla pietra scolpita dall'arte, e dall'invenzione dell'uomo.29 Γενος λοιπον οντες του Θεου, δεν πρεπει να νομιζωμεν τον Θεον οτι ειναι ομοιος με χρυσον η αργυρον η λιθον, κεχαραγμενα δια τεχνης και επινοιας ανθρωπου.
30 Ma sopra i tempi di una tal ignoranza avendo Dio chiusi gli occhi, intima adesso agli uomini, che tutti in ogni luogo facciano penitenza.30 Τους καιρους λοιπον της αγνοιας παραβλεψας ο Θεος, τωρα παραγγελλει εις παντας τους ανθρωπους πανταχου να μετανοωσι,
31 Conciossiachè ha fissato un giorno, in cui giudicherà con giustizia il mondo per mezzo di un uomo stabilito da lui, come ne ha fatto fede a tutti con risuscitarlo da morte.31 διοτι προσδιωρισεν ημεραν εν η μελλει να κρινη την οικουμενην εν δικαιοσυνη, δια ανδρος τον οποιον διωρισε, και εδωκεν εις παντας βεβαιωσιν περι τουτου, αναστησας αυτον εκ νεκρων.
32 Sentita nominare la resurrezione de' morti, alcuni ne fecer beffe, altri poi dissero: Ti ascolteremo sopra di ciò un'altra volta.32 Ακουσαντες δε αναστασιν νεκρων, οι μεν εχλευαζον, οι δε ειπον? Περι τουτου θελομεν σε ακουσει παλιν.
33 Così Paolo si parti da loro.33 Και ουτως ο Παυλος εξηλθεν εκ μεσου αυτων.
34 Alcuni però insinuatisi con lui credettero: tra' quali e Dionigi Areopagita, e una donna per nome Damaride, e altri con questi.34 Τινες δε ανδρες προσεκολληθησαν εις αυτον και επιστευσαν, μεταξυ των οποιων ητο και Διονυσιος ο Αρεοπαγιτης και γυνη τις ονοματι Δαμαρις και αλλοι μετ' αυτων.