Scrutatio

Sabato, 27 aprile 2024 - Santa Zita ( Letture di oggi)

Genesi 25


font
BIBBIA TINTORIGREEK BIBLE
1 Abramo prese poi un'altra moglie chiamata Cetura,1 Ελαβε δε ο Αβρααμ και αλλην γυναικα, ονομαζομενην Χεττουραν.
2 Che gli partorì Zamran, Iecsan, Madan, Madian, lesboc e Sue.2 Και αυτη εγεννησεν εις αυτον τον Ζεμβραν και τον Ιοξαν και τον Μαδαν και τον Μαδιαμ και τον Ιεσβωκ και τον Σουα.
3 Iecsan poi generò Saba e Dadan. I figlioli di Dadan furono Assurim, Latusim e Loomirn.3 και ο Ιοξαν εγεννησε τον Σεβα και τον Δαιδαν? οι δε υιοι του Δαιδαν ησαν Ασσουρειμ και Λετουσιειμ και Λαωμειμ.
4 Da Madian poi nacquero Efa, Ofer, Enoc, Abida ed Eldaa: tutti questi furono figlioli di Cetura.4 Οι υιοι δε του Μαδιαμ ησαν Γεφα και Εφερ και Ανωχ και Αβειδα και Ελδαγα? παντες ουτοι υιοι της Χεττουρας.
5 E Abramo diede quanto possedeva a Isacco,5 Εδωκε δε ο Αβρααμ παντα τα υπαρχοντα αυτου εις τον Ισαακ.
6 ma fece dei doni ai figlioli delle altre sue donne, e mentre era ancora in vita, li separò da Isacco suo figliolo, mandandoli verso l'oriente.6 Εις δε τους υιους των παλλακων αυτου εδωκεν ο Αβρααμ χαρισματα, και εξαπεστειλεν αυτους, ετι ζων, μακραν απο του υιου αυτου Ισαακ προς ανατολας, εις την γην της Ανατολης.
7 Or la vita d'Abramo giunse a centosettantacinque anni.7 Και ταυτα ειναι τα ετη των ημερων της ζωης του Αβρααμ, οσα εζησεν, ετη εκατον εβδομηκοντα πεντε.
8 E Abramo venne meno e morì in buona vecchiezza, in età avanzata e pieno di giorni, e andò ad unirsi al suo popolo.8 Και εκπνευσας απεθανεν ο Αβρααμ εν γηρατι καλω, γερων και πληρης ημερων? και προσετεθη εις τον λαον αυτου.
9 E Isacco e Ismaele, suoi figlioli, lo seppellirono nella doppia spelonca del campo di Efron, figlio di Seor Eteo, dirimpetto a Mambre9 Και εθαψαν αυτον ο Ισαακ και ο Ισμαηλ οι υιοι αυτου εν τω σπηλαιω Μαχπελαχ, εν τω αγρω του Εφρων, υιου του Σωαρ του Χετταιου, τω απεναντι της Μαμβρη?
10 nel campo che Abramo aveva comprato dai figli di Het. Quivi fu sepolto egli e Sara sua moglie.10 τω αγρω, τον οποιον ηγορασεν ο Αβρααμ παρα των υιων του Χετ? εκει εταφη ο Αβρααμ και Σαρρα η γυνη αυτου.
11 E dopo la morte di Abramo, Dio benedisse Isacco di lui figliolo, il quale dimorò presso il pozzo detto « del Vivente che vede ».11 Και μετα τον θανατον του Αβρααμ, ευλογησεν ο Θεος Ισαακ τον υιον αυτου? και κατωκησεν ο Ισαακ πλησιον του φρεατος Λαχαι-ροι.
12 Questi sono i discendenti d'Ismaele faglio di Abramo, partorito a lui dall'egiziana Agar, schiava di Sara.12 Αυτη δε ειναι η γενεαλογια του Ισμαηλ, υιου του Αβρααμ, τον οποιον εγεννησεν εις τον Αβρααμ Αγαρ η Αιγυπτια, η δουλη της Σαρρας?
13 E questi sono i nomi dei figli d'Ismaele, secondo i loro nomi, nelle loro generazioni: Nabaiot, il primogenito d'Ismaele, poi Cedar, Adbeel, Mabsam,13 και ταυτα ειναι τα ονοματα των υιων του Ισμαηλ, κατα τα ονοματα αυτων, εις τας γενεας αυτων? πρωτοτοκος του Ισμαηλ Ναβαιωθ, επειτα Κηδαρ και Αβδεηλ και Μιβσαμ,
14 Masma, Duma, Massa,14 και Μισμα, και Δουμα και Μασσα
15 Adar, Tema, IeturNafìs e Cedma.15 Χαδδαρ, και Θαιμα, Ιετουρ, Ναφις, και Κεδμα?
16 Questi sono i figli d'Ismaele, e questi i loro nomi, secondo i loro villaggi e i loro accampamenti: essi furono dodici principi delle loro tribù.16 ουτοι ειναι οι υιοι του Ισμαηλ, και ταυτα τα ονοματα αυτων κατα τας κωμας αυτων και κατα τας κατοικιας αυτων? δωδεκα αρχοντες κατα τα εθνη αυτων.
17 Or gli anni della vita d'Ismaele furono centotrentasette, poi venne meno e morì, e andò a raggiungere il suo popolo.17 Και ταυτα ειναι τα ετη της ζωης του Ισμαηλ, ετη εκατον τριακοντα επτα? και εκπνευσας απεθανε και προσετεθη εις τον λαον αυτου.
18 Egli abitò da Evila fino a Sur, che è dirimpetto all'Egitto, andando verso l'Assiria. Egli morì presenti tutti i suoi fratelli.18 Κατωκησαν δε απο Αβιλα εως Σουρ, της κατα προσωπον Αιγυπτου, καθως υπαγει τις προς την Ασσυριαν? ο Ισμαηλ κατωκησεν εμπροσθεν παντων των αδελφων αυτου.
19 Questi sono i discendenti d'Isacco, figlio di Abramo. Abramo generò Isacco,19 Και αυτη ειναι η γενεαλογια του Ισαακ, υιου του Αβρααμ? ο Αβρααμ εγεννησε τον Ισαακ?
20 e Isacco aveva quarantanni quando sposò Rebecca, figlia di Batuel Siro della Mesopotamia, e sorella di Labano.20 ητο δε ο Ισαακ ετων τεσσαρακοντα, οτε ελαβεν εις εαυτον γυναικα την Ρεβεκκαν, θυγατερα Βαθουηλ του Συρου απο Παδαν-αραμ, αδελφην Λαβαν του Συρου.
21 E Isacco fece preghiere al Signore per la sua moglie che era sterile; e il Signore lo esaudì e fece che Rebecca concepisse.21 Και εδεετο ο Ισαακ προς τον Κυριον περι της γυναικος αυτου, διοτι ητο στειρα? και επηκουσεν ο Κυριος αυτου, και συνελαβεν η Ρεβεκκα η γυνη αυτου.
22 Ma i bambini si urtavano nel suo seno, ed essa esclamò: « Se mi doveva accader questo non valeva la pena di concepire! E se ne andò a consultare il Signore.22 Και τα παιδια συνεκρουοντο εντος αυτης? και ειπεν, Αν μελλη ουτω να γεινη, δια τι εγω να συλλαβω; και υπηγε να ερωτηση τον Κυριον.
23 Il quale rispose e disse:« Due nazioni sono nel tuo seno, e due popoli saran separati fin dalle tue viscere: uno dei popoli sarà più forte dell'altro, e il maggiore servirà al minore ».23 Και ειπεν ο Κυριος προς αυτην, Δυο εθνη ειναι εν τη κοιλια σου? και δυο λαοι θελουσι διαχωρισθη απο των εντοσθιων σου? και ο εις λαος θελει εισθαι δυνατωτερος του αλλου λαου? και ο μεγαλητερος θελει δουλευσει εις τον μικροτερον.
24 Allorché venne il tempo di partorire, nel suo seno furono trovati due gemelli.24 Και οτε επληρωθησαν αι ημεραι αυτης δια να γεννηση, ιδου, ησαν διδυμα εν τη κοιλια αυτης.
25 Quello che venne fuori per il primo era rosso, e tutto peloso come una pelliccia, e fu chiamato Esaù. L'altro, che uscì immediatamente, teneva con una mano il calcagno del fratello, e per questo fu chiamato Giacobbe.25 Εξηλθε δε ο πρωτος ερυθρος και ολος ως δερμα δασυτριχος? και εκαλεσαν το ονομα αυτου, Ησαυ.
26 Isacco aveva sessanta anni quando gli nacquero questi bambini.26 Και επειτα εξηλθεν ο αδελφος αυτου? και η χειρ αυτου εκρατει την πτερναν του Ησαυ? δια τουτο ωνομασθη Ιακωβ? ο δε Ισαακ ητο ετων εξηκοντα, οτε εγεννησεν αυτους.
27 Quando furono adulti, Esaù divenne buon cacciatore e uomo dei campi; Giacobbe invece fu uomo tranquillo e abìtava sotto le tende.27 Ηυξησαν δε τα παιδια? και εγεινεν ο μεν Ησαυ ανθρωπος εμπειρος εις το κυνηγιον, ανθρωπος του αγρου? ο δε Ιακωβ, ανθρωπος απλους, κατοικων εν σκηναις.
28 Or Isacco amava Esaù, perchè gli piaceva molto la cacciagione: e Rebecca amava Giacobbe.28 Και ο μεν Ισαακ ηγαπα τον Ησαυ, διοτι το κυνηγιον ητο τροφη εις αυτον? η δε Ρεβεκκα ηγαπα τον Ιακωβ.
29 Aveva Giacobbe fatto cocere un minestra, quando Esaù affaticato giunse dalla campagna,29 Εμαγειρευε δε ο Ιακωβ μαγειρευμα? και ηλθεν ο Ησαυ εκ του αγρου και ητο αποκαμωμενος?
30 e gli disse: « Dammi un po' di cotesta rossa roba cotta, perchè son molto stanco ». Per questo appunto fu chiamato Edom.30 και ειπεν ο Ησαυ προς τον Ιακωβ, Δος μοι, παρακαλω, να φαγω απο το κοκκινον, το κοκκινον τουτο, διοτι ειμαι αποκαμωμενος? δια τουτο εκληθη το ονομα αυτου, Εδωμ.
31 Giacobbe gli rispose: «Vendimi la tua primogenitura ».31 Και ειπεν ο Ιακωβ, Πωλησον μοι σημερον τα πρωτοτοκια σου.
32 L'altro replicò: « Ecco io sto per morire, e che mi gioverà la primogenitura? »32 Και ο Ησαυ ειπεν, Ιδου, εγω υπαγω να αποθανω, και τι με ωφελουσι ταυτα τα πρωτοτοκια;
33 Giacobbe disse: «Allora giuramelo». Esaù glielo giurò e vendette la primogenitura.33 Και ειπεν ο Ιακωβ, Ομοσον μοι σημερον? και ωμοσεν εις αυτον? και επωλησε τα πρωτοτοκια αυτου εις τον Ιακωβ.
34 E così, avuto il pane e la minestra di lenticchie, Esaù mangiò e bevve e se ne andò, poco curando di aver venduta la primogenitura.34 Τοτε ο Ιακωβ εδωκεν εις τον Ησαυ αρτον και μαγειρευμα της φακης? και εφαγε και επιε και σηκωθεις ανεχωρησεν? ουτως ο Ησαυ κατεφρονησε τα πρωτοτοκια.