Scrutatio

Sabato, 4 maggio 2024 - San Ciriaco ( Letture di oggi)

Vangelo secondo Marco 12


font
BIBBIA RICCIOTTIGREEK BIBLE
1 - Gesù si pose allora a conversare in parabole: «Un uomo piantò la vigna, la cinse di siepe, vi scavò un luogo da spremervi l'uva e vi edificò una torre; poi l'affittò a coloni e si mise in viaggio.1 Και ηρχισε να λεγη προς αυτους δια παραβολων? Ανθρωπος τις εφυτευσεν αμπελωνα και περιεβαλεν εις αυτον φραγμον και εσκαψεν υποληνιον και ωκοδομησε πυργον, και εμισθωσεν αυτον εις γεωργους και απεδημησε.
2 A suo tempo mandò ai coloni un servo per riscuotere una parte dei frutti della vigna.2 Και εν τω καιρω των καρπων απεστειλε προς τους γεωργους δουλον, δια να λαβη παρα των γεωργων απο του καρπου του αμπελωνος.
3 Ma quelli, presolo, lo percossero e lo rimandarono a mani vuote.3 Εκεινοι δε πιασαντες αυτον εδειραν και απεπεμψαν κενον.
4 Allora mandò loro un altro servo; e anche lui ferirono alla testa e svillaneggiarono.4 Και παλιν απεστειλε προς αυτους αλλον δουλον? και εκεινον λιθοβολησαντες, επληγωσαν την κεφαλην αυτου και απεπεμψαν ητιμωμενον.
5 Ne mandò un terzo, che venne ucciso; e poi molti altri, dei quali, alcuni furon battuti, altri uccisi.5 Και παλιν απεστειλεν αλλον? και εκεινον εφονευσαν, και πολλους αλλους, τους μεν εδειραν, τους δε εφονευσαν.
6 Gli restava un figlio unico, che gli era molto caro e lo mandò loro per ultimo, dicendo: - Avranno riguardo al mio figliuolo.-6 Ετι λοιπον εχων ενα υιον, αγαπητον αυτου, απεστειλε και αυτον προς αυτους εσχατον, λεγων οτι θελουσιν εντραπη τον υιον μου.
7 Ma i coloni, si dissero l'un l'altro: - Costui è l'erede; venite, uccidiamolo e l'eredità sarà nostra.-7 Εκεινοι δε οι γεωργοι ειπον προς αλληλους οτι ουτος ειναι ο κληρονομος? ελθετε, ας φονευσωμεν αυτον, και θελει εισθαι ημων η κληρονομια.
8 Presolo pertanto, l'uccisero e lo gettaron fuori della vigna.8 Και πιασαντες αυτον εφονευσαν και ερριψαν εξω του αμπελωνος.
9 Che farà dunque il padrone della vigna? Verrà e sterminerà quei coloni e darà la sua vigna ad altri.9 Τι λοιπον θελει καμει ο κυριος του αμπελωνος; Θελει ελθει και απολεσει τους γεωργους και θελει δωσει τον αμπελωνα εις αλλους.
10 Non avete letto questo passo della Scrittura: "La pietra che i costruttori hanno riprovata è divenuta pietra angolare:10 Ουδε την γραφην ταυτην δεν ανεγνωσατε, Ο λιθος, τον οποιον απεδοκιμασαν οι οικοδομουντες, ουτος εγεινε κεφαλη γωνιας?
11 dal Signore è stato fatto ciò ed è cosa meravigliosa agli occhi nostri"?».11 παρα Κυριου εγεινεν αυτη και ειναι θαυμαστη εν οφθαλμοις ημων.
12 Ed essi cercavano di pigliarlo, perchè compresero che questa parabola era stata detta per loro; ma ebbero paura del popolo, e lasciatolo, se ne andarono.12 Και εζητουν να πιασωσιν αυτον και εφοβηθησαν τον οχλον? επειδη ενοησαν οτι προς αυτους ειπε την παραβολην? και αφησαντες αυτον ανεχωρησαν.
13 Allora gli mandarono alcuni Farisei ed Erodiani per prenderlo in fallo mentre parlava.13 Και αποστελλουσι προς αυτον τινας των Φαρισαιων και των Ηρωδιανων, δια να παγιδευσωσιν αυτον εις λογον.
14 Venuti costoro, gli dissero: «Maestro, noi sappiamo che sei veritiero e non ti preoccupi di alcuni, perchè non guardi in faccia alle persone, ma insegni la via di Dio secondo verità. È lecito o no pagare il tributo a Cesare? Lo dobbiamo dare o no?».14 Και εκεινοι ελθοντες, λεγουσι προς αυτον? Διδασκαλε, εξευρομεν οτι εισαι αληθης και δεν σε μελει περι ουδενος? διοτι δεν βλεπεις εις προσωπον ανθρωπων, αλλ' επ' αληθειας την οδον του Θεου διδασκεις. Ειναι συγκεχωρημενον να δωσωμεν δασμον εις τον Καισαρα, η ουχι; να δωσωμεν η να μη δωσωμεν;
15 Egli conoscendo la loro malizia, esclamò: «Perchè mi tentate? Portatemi un danaro da vedere».15 Ο δε γνωρισας την υποκρισιν αυτων, ειπε προς αυτους? τι με πειραζετε; φερετε μοι δηναριον δια να ιδω.
16 Glielo presentarono ed egli chiese: «Di chi è quest'immagine e l'iscrizione?». Gli risposero: «Di Cesare».16 Και εκεινοι εφεραν. Και λεγει προς αυτους? Τινος ειναι η εικων αυτη και η επιγραφη; οι δε ειπον προς αυτον? Του Καισαρος.
17 «Ebbene», replicò Gesù «date a Cesare quel ch'è di Cesare e a Dio quel ch'è di Dio». E si meravigliarono di lui.17 Και αποκριθεις ο Ιησους ειπε προς αυτους? Αποδοτε τα του Καισαρος εις τον Καισαρα και τα του Θεου εις τον Θεον. Και εθαυμασαν δι' αυτον.
18 Poi vennero da lui alcuni Sadducei, i quali negano la resurrezione, e gli fecero questa domanda:18 Και ερχονται προς αυτον Σαδδουκαιοι, οιτινες λεγουσιν οτι δεν ειναι αναστασις, και ηρωτησαν αυτον, λεγοντες?
19 «Maestro, Mosè ci lasciò scritto: "Se uno ha un fratello che morendo lasci la moglie senza figli, ne sposi lui la moglie e susciti la prole del fratello".19 Διδασκαλε, ο Μωυσης μας εγραψεν οτι εαν αποθανη τινος ο αδελφος και αφηση γυναικα και τεκνα δεν αφηση, να λαβη ο αδελφος αυτου την γυναικα αυτου και να εξαναστηση σπερμα εις τον αδελφον αυτου.
20 Ora c'erano sette fratelli; il primo prese moglie e morì senza lasciar figli.20 Ησαν λοιπον επτα αδελφοι. Και ο πρωτος ελαβε γυναικα, και αποθνησκων δεν αφηκε σπερμα?
21 Il secondo sposò la vedova e morì senza lasciar figli. E così il terzo21 και ελαβεν αυτην ο δευτερος και απεθανε, και ουδε αυτος αφηκε σπερμα? και ο τριτος ωσαυτως.
22 e così tutti e sette non lasciarono prole. Ultima di tutti, morì anche la donna.22 Και ελαβον αυτην οι επτα, και δεν αφηκαν σπερμα. Τελευταια παντων απεθανε και η γυνη.
23 Nella resurrezione; quando saranno resuscitati a chi di costoro sarà essa moglie, mentre tutti e sette l'hanno sposata?».23 Εν τη αναστασει λοιπον, οταν αναστηθωσι, τινος αυτων θελει εισθαι γυνη; διοτι και οι επτα ελαβον αυτην γυναικα.
24 Gesù rispose: «Voi siete in errore, perchè non comprendete nè le Scritture nè la potenza di Dio:24 Και αποκριθεις ο Ιησους, ειπε προς αυτους? Δεν πλανασθε δια τουτο, μη γνωριζοντες τας γραφας μηδε την δυναμιν του Θεου;
25 mentre, quando risorgeranno dai morti, nè si ammoglieranno, nè si mariteranno, ma saranno come angeli in cielo.25 Διοτι οταν αναστηθωσιν εκ νεκρων ουτε νυμφευουσιν ουτε νυμφευονται, αλλ' ειναι ως αγγελοι οι εν τοις ουρανοις.
26 Quanto poi alla resurrezione dei morti, non avete letto nel libro di Mosè, nel passo del roveto, ciò che disse il Signore: - Io sono il Dio d'Abramo, il Dio d'Isacco e il Dio di Giacobbe -?26 Περι δε των νεκρων οτι ανιστανται, δεν ανεγνωσατε εν τη βιβλω του Μωυσεως, πως ειπε προς αυτον ο Θεος επι της βατου, λεγων, Εγω ειμαι ο Θεος του Αβρααμ και ο Θεος του Ισαακ και ο Θεος του Ιακωβ;
27 Egli non è il Dio dei morti, ma dei vivi. Voi dunque siete in grave errore».27 Δεν ειναι ο Θεος νεκρων, αλλα Θεος ζωντων? σεις λοιπον πλανασθε πολυ.
28 Uno degli Scribi, che li aveva uditi discutere, vedendo ch'egli aveva loro ben risposto, gli s'avvicinò e gli domandò: «Qual è il primo fra tutti i comandamenti?».28 Και προσελθων εις των γραμματεων, οστις ηκουσεν αυτους συζητουντας, γνωριζων οτι καλως απεκριθη προς αυτους, ηρωτησεν αυτον? Ποια εντολη ειναι πρωτη πασων;
29 Gesù rispose: «Il primo di tutti è: "Ascolta Israele: il Signore Dio nostro è l'unico Signore:29 Ο δε Ιησους απεκριθη προς αυτον οτι πρωτη πασων των εντολων ειναι? Ακουε Ισραηλ, Κυριος ο Θεος ημων ειναι εις Κυριος?
30 ama dunque il Signore tuo Dio con tutto il tuo cuore, con tutta la tua anima, con tutta la tua mente e con tutta la tua forza". Questo è il primo comandamento.30 και θελεις αγαπα Κυριον τον Θεον σου εξ ολης της καρδιας σου, και εξ ολης της ψυχης σου, και εξ ολης της διανοιας σου, και εξ ολης της δυναμεως σου? αυτη ειναι η πρωτη εντολη.
31 Il secondo poi è simile a questo: "Ama il tuo prossimo come te stesso". Non vi è altro comandamento maggiore di questo».31 Και δευτερα ομοια, αυτη? Θελεις αγαπα τον πλησιον σου ως σεαυτον. Μεγαλητερα τουτων αλλη εντολη δεν ειναι.
32 E lo Scriba gli disse: «Maestro, hai detto bene e con verità che vi è un Dio unico e che fuor di lui non ve n'è alcun altro,32 Και ειπε προς αυτον ο γραμματευς? Καλως, Διδασκαλε, αληθως ειπας οτι ειναι εις Θεος, και δεν ειναι αλλος εκτος αυτου?
33 e che l'amarlo con tutto il cuore, con tutte le forze e amare il prossimo come se stesso, vale assai più che tutti gli olocausti e tutti i sacrifici».33 και το να αγαπα τις αυτον εξ ολης της καρδιας και εξ ολης της συνεσεως και εξ ολης της ψυχης και εξ ολης της δυναμεως, και το να αγαπα τον πλησιον ως εαυτον, ειναι πλειοτερον παντων των ολοκαυτωματων και των θυσιων.
34 Gesù vedendo che colui aveva risposto assennatamente, gli disse: «Tu non sei lontano dal regno di Dio». E nessuno ardiva più interrogarlo.34 Και ο Ιησους, ιδων αυτον οτι φρονιμως απεκριθη, ειπε προς αυτον? Δεν εισαι μακραν απο της βασιλειας του Θεου. Και ουδεις πλεον ετολμα να ερωτηση αυτον.
35 Gesù, insegnando nel tempio, domandò: «Come fanno gli Scribi a dire che il Cristo è figliuol di David,35 Και αποκριθεις ο Ιησους, ελεγε διδασκων εν τω ιερω? Πως λεγουσιν οι γραμματεις οτι ο Χριστος ειναι υιος του Δαβιδ;
36 mentre lo stesso David, ispirato dallo Spirito Santo, disse: - il Signore ha detto al mio Signore: "Siedi alla mia destra, finchè io non ponga i tuoi nemici sgabello ai tuoi piedi"-?36 Διοτι αυτος ο Δαβιδ ειπε δια του Πνευματος του Αγιου? Ειπεν ο Κυριος προς τον Κυριον μου, Καθου εκ δεξιων μου, εωσου θεσω τους εχθρους σου υποποδιον των ποδων σου.
37 Se lo stesso David dunque, lo chiama Signore; come può egli esserne il figlio?». E una folla numerosa lo ascoltava volentieri.37 Αυτος λοιπον ο Δαβιδ λεγει αυτον Κυριον? και ποθεν ειναι υιος αυτου; Και ο πολυς οχλος ηκουεν αυτον ευχαριστως.
38 E diceva loro nel suo insegnamento: «Guardatevi dagli Scribi, i quali ambiscono di passeggiare in lunghe vesti e d'essere salutati nelle piazze38 Και ελεγε προς αυτους εν τη διδαχη αυτου? Προσεχετε απο των γραμματεων, οιτινες θελουσι να περιπατωσιν εστολισμενοι και αγαπωσι τους ασπασμους εν ταις αγοραις
39 e d'avere i primi seggi nelle sinagoghe e i primi posti nei conviti;39 και πρωτοκαθεδριας εν ταις συναγωγαις και τους πρωτους τοπους εν τοις δειπνοις.
40 essi divorano le case delle vedove e pregano a lungo in presenza degli altri: costoro avranno una condanna più rigorosa».40 Οιτινες κατατρωγουσι τας οικιας των χηρων, και τουτο επι προφασει οτι καμνουσι μακρας προσευχας? ουτοι θελουσι λαβει μεγαλητεραν καταδικην.
41 Postosi a sedere dinanzi al gazofilacio, stava attento a vedere il popolo gettare denaro nella cassa; molti ricchi ne gettavano assai.41 Και καθησας ο Ιησους απεναντι του γαζοφυλακιου, εθεωρει πως ο οχλος εβαλλε χαλκον εις το γαζοφυλακιον. Και πολλοι πλουσιοι εβαλλον πολλα?
42 Venuta poi una povera vedova, ci mise due spiccioli, cioè un quadrante.42 και ελθουσα μια χηρα πτωχη εβαλε δυο λεπτα, τουτεστιν, ενα κοδραντην.
43 Allora Gesù chiamati i discepoli, disse loro: «In verità vi dico, questa povera vedova ha dato più di tutti quelli che gettarono offerte nel gazofilacio:43 Και προσκαλεσας τους μαθητας αυτου, λεγει προς αυτους? Αληθως σας λεγω οτι η χηρα αυτη η πτωχη εβαλε περισσοτερον παντων, οσοι εβαλον εις το γαζοφυλακιον?
44 perchè tutti hanno dato dal loro superfluo, ma costei, nella sua povertà, ha gettato tutto quanto possedeva, tutto ciò che aveva per vivere».44 διοτι παντες εκ του περισσευοντος εις αυτους εβαλον? αυτη ομως εκ του υστερηματος αυτης εβαλε παντα οσα ειχεν, ολην την περιουσιαν αυτης.