Salmi 27
123456789101112131415161718192021222324252627282930313233343536373839404142434445464748495051525354555657585960616263646566676869707172737475767778798081828384858687888990919293949596979899100101102103104105106107108109110111112113114115116117118119120121122123124125126127128129130131132133134135136137138139140141142143144145146147148149150
Confronta con un'altra Bibbia
Cambia Bibbia
BIBBIA RICCIOTTI | LXX |
---|---|
1 - Salmo di David. A te, o Signore, io grido: Dio mio, non esser sordo verso di me, che, standotene tu insensibile lungi da me, io non somigli a quei che scendon nella fossa! | 1 του δαυιδ προς σε κυριε εκεκραξα ο θεος μου μη παρασιωπησης απ' εμου μηποτε παρασιωπησης απ' εμου και ομοιωθησομαι τοις καταβαινουσιν εις λακκον |
2 Ascolta, o Signore, la voce della mia supplica, mentr'io [grido e] ti prego, mentre levo le mie maniverso il tuo santo tempio. | 2 εισακουσον της φωνης της δεησεως μου εν τω δεεσθαι με προς σε εν τω με αιρειν χειρας μου προς ναον αγιον σου |
3 Non mi trascinar via con i malfattori, e con gli operatori d'iniquità non mi mandare in rovina; i quali parlan di pace al loro prossimo, e malizia invece è ne' loro cuori. | 3 μη συνελκυσης μετα αμαρτωλων την ψυχην μου και μετα εργαζομενων αδικιαν μη συναπολεσης με των λαλουντων ειρηνην μετα των πλησιον αυτων κακα δε εν ταις καρδιαις αυτων |
4 Rendi ad essi secondo le loro opere, e secondo la malizia delle loro macchinazioni: secondo le opere delle lor mani retribuiscili, paga loro la mercede che si meritano. | 4 δος αυτοις κατα τα εργα αυτων και κατα την πονηριαν των επιτηδευματων αυτων κατα τα εργα των χειρων αυτων δος αυτοις αποδος το ανταποδομα αυτων αυτοις |
5 Perché non voglion comprendere le opere del Signore, nè le opere delle sue mani. Li distruggeraie non li riedificherai! | 5 οτι ου συνηκαν εις τα εργα κυριου και εις τα εργα των χειρων αυτου καθελεις αυτους και ου μη οικοδομησεις αυτους |
6 Benedetto il Signore, che ha ascoltatola voce della mia supplica. | 6 ευλογητος κυριος οτι εισηκουσεν της φωνης της δεησεως μου |
7 Il Signore è il mio aiuto e il mio protettore: in lui spera il mio cuore. Fui soccorso e rifiorì la mia carne, e con [tutto] il mio cuore a lui dò lode. | 7 κυριος βοηθος μου και υπερασπιστης μου επ' αυτω ηλπισεν η καρδια μου και εβοηθηθην και ανεθαλεν η σαρξ μου και εκ θεληματος μου εξομολογησομαι αυτω |
8 Il Signore, è la forza del suo popoloe protezione di salvezza per il suo Unto. | 8 κυριος κραταιωμα του λαου αυτου και υπερασπιστης των σωτηριων του χριστου αυτου εστιν |
9 Salva il tuo popolo, o Signore, e benedici al tuo retaggio; guidali [qual pastore] e portali [tra le braccia] in eterno. | 9 σωσον τον λαον σου και ευλογησον την κληρονομιαν σου και ποιμανον αυτους και επαρον αυτους εως του αιωνος |