Scrutatio

Lunedi, 6 maggio 2024 - San Pietro Nolasco ( Letture di oggi)

Primo libro dei Re 8


font
BIBBIA RICCIOTTIGREEK BIBLE
1 - Allora tutti gli anziani di Israele coi principi delle tribù e i capi delle famiglie d'Israele si riunirono presso il re Salomone in Gerusalemme per trasportare l'arca dell'alleanza del Signore dalla città di Davide, cioè da Sion.1 Τοτε συνηθροισεν ο βασιλευς Σολομων προς εαυτον εν Ιερουσαλημ τους πρεσβυτερους του Ισραηλ και παντας τους αρχηγους των φυλων, τους οικογεναρχας των υιων Ισραηλ, δια να αναβιβασωσι την κιβωτον της διαθηκης του Κυριου εκ της πολεως Δαβιδ, ητις ειναι η Σιων.
2 Tutto Israele si radunò presso il re Salomone nel mese di Etanim, che è il mese settimo, nel giorno solenne.2 Και συνηθροισθησαν παντες οι ανδρες Ισραηλ προς τον βασιλεα Σολομωντα εν τη εορτη κατα τον μηνα Εθανειμ, οστις ειναι ο εβδομος μην.
3 Venuti tutti gli anziani d'Israele, i sacerdoti levarono l'arca3 Και ηλθον παντες οι πρεσβυτεροι του Ισραηλ και εσηκωσαν οι ιερεις την κιβωτον.
4 e portarono l'arca del Signore e il tabernacolo dell'alleanza e tutti gli oggetti del santuario che si trovavano nel tabernacolo; i sacerdoti e i leviti eseguirono il trasporto.4 Και ανεβιβασαν την κιβωτον του Κυριου και την σκηνην του μαρτυριου και παντα τα σκευη τα αγια τα εν τη σκηνη? οι ιερεις και οι Λευιται ανεβιβασαν αυτα.
5 Il re Salomone poi e tutta la moltitudine di Israele che si era riunita intorno a lui, camminavano con lui davanti all'arca e immolavano buoi e pecore senza badare a spesa o a numero.5 Και ο βασιλευς Σολομων και πασα η συναγωγη του Ισραηλ, οι συναχθεντες προς αυτον, ησαν μετ' αυτου εμπροσθεν της κιβωτου, θυσιαζοντες προβατα και βοας, οσα δεν ητο δυνατον να λογαριασθωσι και να αριθμηθωσι δια το πληθος.
6 I sacerdoti portarono l'arca dell'alleanza del Signore al posto destinatole, nell'oracolo del tempio, nel Santo dei Santi, sotto le ali dei cherubini,6 Και εισηγαγον οι ιερεις την κιβωτον της διαθηκης του Κυριου εις τον τοπον αυτης, εις το χρηστηριον του οικου, εις τα αγια των αγιων, υποκατω των πτερυγων των χερουβειμ.
7 poichè i cherubini avevano le ali spiegate sul posto dell'arca e proteggevano dall'alto l'arca e le sue stanghe.7 Διοτι τα χερουβειμ ειχον εξηπλωμενας τας πτερυγας επι τον τοπον της κιβωτου, και τα χερουβειμ εκαλυπτον την κιβωτον και τους μοχλους αυτης ανωθεν.
8 Le stanghe avevano una lunghezza tale che le loro estremità apparivano dal di fuori nel santuario davanti all'oracolo, ma non si vedevano all'esterno. Esse si trovano ancora colà fino a questi giorni.8 Και εξειχον οι μοχλοι, και εφαινοντο τα ακρα των μοχλων εκ του αγιου τοπου εμπροσθεν του χρηστηριου, εξωθεν ομως δεν εφαινοντο? και ειναι εκει εως της σημερον.
9 Nell'arca non vi era altro che le due tavole di pietra, ivi deposte da Mosè sul monte Oreb, quando il Signore strinse l'alleanza coi figli d'Israele, al loro uscire dall'Egitto.9 Δεν ησαν εν τη κιβωτω ειμη αι δυο λιθιναι πλακες, τας οποιας ο Μωυσης εθεσεν εκει εν Χωρηβ, οπου ο Κυριος εκαμε διαθηκην προς τους υιους Ισραηλ, οτε εξηλθον εκ γης Αιγυπτου.
10 Al momento in cui i sacerdoti uscivano dal santuario, la nube riempì la casa del Signore10 Και ως εξηλθον οι ιερεις εκ του αγιαστηριου, η νεφελη ενεπλησε τον οικον του Κυριου?
11 e non poterono i sacerdoti restarvi a prestare il loro servizio a causa della nube, poichè la gloria del Signore riempiva la casa del Signore.11 και δεν ηδυναντο οι ιερεις να σταθωσι δια να λειτουργησωσιν, εξ αιτιας της νεφελης? διοτι η δοξα του Κυριου ενεπλησε τον οικον του Κυριου.
12 Disse allora Salomone: «Il Signore ha detto di voler abitare nella nube.12 Τοτε ελαλησεν ο Σολομων, Ο Κυριος ειπεν οτι θελει κατοικει εν γνοφω?
13 Io ho edificato la casa per tua abitazione, per tuo trono solidissimo in eterno».13 ωκοδομησα εις σε οικον κατοικησεως, τοπον δια να κατοικης αιωνιως.
14 Poi voltosi indietro, il re benedisse tutta l'assemblea d'Israele, che se ne stava diritta in piedi14 Και στρεψας ο βασιλευς το προσωπον αυτου, ευλογησε πασαν την συναγωγην του Ισραηλ? πασα δε η συναγωγη του Ισραηλ ιστατο.
15 e disse: «Benedetto sia il Signore Iddio di Israele, che parlò per sua bocca a Davide mio padre e compì con la sua potenza [ciò che aveva dichiarato], dicendo:15 Και ειπεν, Ευλογητος Κυριος ο Θεος του Ισραηλ, οστις εξετελεσε δια της χειρος αυτου εκεινο το οποιον ελαλησε δια του στοματος αυτου προς Δαβιδ τον πατερα μου, λεγων,
16 - Dal giorno in cui trassi dall'Egitto il mio popolo di Israele non ho scelto città fra tutte le tribù d'Israele per edificarvi una casa dove il mio nome dimorasse; ma scelsi Davide perchè fosse capo del mio popolo di Israele. -16 Αφ' ης ημερας εξηγαγον τον λαον μου τον Ισραηλ εξ Αιγυπτου, δεν εξελεξα απο πασων των φυλων του Ισραηλ ουδεμιαν πολιν δια να οικοδομηθη οικος, ωστε να ηναι το ονομα μου εκει? αλλ' εξελεξα τον Δαβιδ, δια να ηναι επι τον λαον μου Ισραηλ.
17 Volle Davide mio padre edificare una casa al nome del Signore Dio d'Israele,17 Και ηλθεν εις την καρδιαν Δαβιδ του πατρος μου να οικοδομηση οικον εις το ονομα Κυριου του Θεου του Ισραηλ.
18 ma il Signore disse a Davide mio padre: - Quando tu hai pensato in cuor tuo di edificare una casa al mio nome hai fatto bene a formare questo disegno nella tua mente;18 Αλλ' ο Κυριος ειπε προς Δαβιδ τον πατερα μου, Επειδη ηλθεν εις την καρδιαν σου να οικοδομησης οικον εις το ονομα μου, καλως μεν εκαμες οτι συνελαβες τουτο εν τη καρδια σου?
19 tuttavia non tu mi edificherai questa casa, ma il tuo figliuolo, che uscirà dalle tue viscere; egli edificherà la casa al mio nome. -19 πλην συ δεν θελεις οικοδομησει τον οικον? αλλ' ο υιος σου, οστις θελει εξελθει εκ της οσφυος σου, ουτος θελει οικοδομησει τον οικον εις το ονομα μου.
20 E il Signore confermò la parola che aveva proferito; io fui posto in luogo del mio padre Davide a sedere sopra il trono d'Israele, come ebbe a dire il Signore, ed ho edificato la casa al nome del Signore Dio d'Israele;20 Ο Κυριος λοιπον εξεπληρωσε τον λογον αυτου, τον οποιον ελαλησε? και εγω ανεστην αντι Δαβιδ του πατρος μου, και εκαθησα επι του θρονου του Ισραηλ, καθως ελαλησεν ο Κυριος, και ωκοδομησα τον οικον εις το ονομα Κυριου του Θεου του Ισραηλ.
21 e vi ho disposto un luogo per l'arca, dove è l'alleanza del Signore che egli fece coi padri nostri, quando uscirono dalla terra d'Egitto».21 Και διωρισα εκει τοπον δια την κιβωτον, εν η κειται η διαθηκη του Κυριου, την οποιαν εκαμε προς τους πατερας ημων, οτε εξηγαγεν αυτους εκ γης Αιγυπτου.
22 Poi collocatosi dinanzi all'altare del Signore al cospetto di tutta l'assemblea d'Israele, Salomone stese le sue mani verso il cielo,22 Και σταθεις ο Σολομων εμπροσθεν του θυσιαστηριου του Κυριου, ενωπιον πασης της συναγωγης του Ισραηλ, εξετεινε τας χειρας αυτου προς τον ουρανον,
23 e disse: «Signore, Dio d'Israele, non v'ha Dio simile a te, lassù in cielo e quaggiù in terra! Tu mantieni il patto e la misericordia verso i tuoi servi, che camminano alla tua presenza con tutto il loro cuore.23 και ειπε, Κυριε Θεε του Ισραηλ, δεν ειναι Θεος ομοιος σου εκ τω ουρανω ανω και επι της γης κατω, οστις φυλαττεις την διαθηκην και το ελεος προς τους δουλους σου τους περιπατουντας ενωπιον σου εν ολη τη καρδια αυτων?
24 Tu hai mantenuto la parola data al servo tuo Davide mio padre; tu l'hai detta con la tua bocca e l'hai compiuta con le mani, come lo prova questo giorno.24 οστις εφυλαξας προς τον δουλον σου Δαβιδ τον πατερα μου οσα ελαλησας προς αυτον? και ελαλησας δια του στοματος σου και εξετελεσας δια της χειρος σου, καθως την ημεραν ταυτην.
25 Ora adunque, Signore Dio d'Israele, mantieni quanto hai promesso al servo tuo Davide, padre mio, dicendo: - Non mancherà giammai innanzi a me un uomo di tua stirpe, che segga sul trono d'Israele, a patto però che i tuoi figliuoli custodiscano la loro via e camminino dinanzi a me, come tu hai camminato al mio cospetto. -25 Και τωρα, Κυριε Θεε του Ισραηλ, φυλαξον προς τον δουλον σου Δαβιδ τον πατερα μου εκεινο το οποιον υπεσχεθης προς αυτον, λεγων, Δεν θελει εκλειψει εις σε ανηρ απ' εμπροσθεν μου καθημενος επι του θρονου του Ισραηλ, μονον εαν προσεχωσιν οι υιοι σου εις την οδον αυτων, δια να περιπατωσιν ενωπιον μου, καθως συ περιεπατησας ενωπιον μου.
26 Ed ora, Signore Dio d'Israele, si compiano le parole da te rivolte al tuo servo Davide, mio padre.26 Τωρα λοιπον, Θεε του Ισραηλ, ας αληθευση, δεομαι, ο λογος σου, τον οποιον ελαλησας προς τον δουλον σου Δαβιδ τον πατερα μου.
27 Può mai credersi che veramente abiti Dio sulla terra? Se il cielo e i cieli dei cieli non ti possono contenere, quanto meno questa casa che io ho edificato?27 Αλλα θελει αληθως κατοικησει Θεος επι της γης; ιδου, ο ουρανος και ο ουρανος των ουρανων δεν ειναι ικανοι να σε χωρεσωσι? ποσον ολιγωτερον ο οικος ουτος, τον οποιον ωκοδομησα.
28 Tuttavia, o Signore, abbi riguardo alla preghiera del tuo servo e alle orazioni di lui, o Signore Dio mio. Ascolta l'inno e la preghiera che il tuo servo fa oggi dinanzi a te:28 Πλην επιβλεψον επι την προσευχην του δουλου σου και επι την δεησιν αυτου, Κυριε Θεε μου, ωστε να εισακουσης της κραυγης και της δεησεως, την οποιαν ο δουλος σου δεεται ενωπιον σου την σημερον.
29 - Siano i tuoi occhi rivolti a questa casa, notte e giorno, a questa casa della quale dicesti: " Qui sarà il mio nome! ". Esaudisci la preghiera che ti rivolge in questo luogo il servo tuo!29 δια να ηναι οι οφθαλμοι σου ανεωγμενοι προς τον οικον τουτον νυκτα και ημεραν, προς τον τοπον περι του οποιου ειπας, Το ονομα μου θελει εισθαι εκει? δια να εισακουης της δεησεως, την οποιαν ο δουλος σου θελει δεεσθαι εν τω τοπω τουτω.
30 Esaudisci la supplica del servo tuo e del popolo tuo Israele, qualunque sia la cosa che chiederanno a te in questo luogo. Tu la esaudirai dal luogo della tua dimora nel cielo ed esaudendola sarai ad essi propizio.30 Και επακουε της δεησεως του δουλου σου και του λαου σου Ισραηλ, οταν προσευχωνται εν τω τοπω τουτω? και ακουε συ εκ του τοπου της κατοικησεως σου, εκ του ουρανου? και ακουων, γινου ιλεως.
31 Se alcuno avrà commesso un delitto contro il suo prossimo e avrà fatto qualche giuramento che lo tenga legato e verrà per il giuramento al tuo altare nella tua casa,31 Εαν αμαρτηση τις ανθρωπος εις τον πλησιον αυτου και ζητηση ορκον παρ' αυτου δια να καμη αυτον να ορκισθη, και ο ορκος ελθη εμπροσθεν του θυσιαστηριου σου εν τω οικω τουτω,
32 tu lo esaudirai in cielo, agirai e giudicherai i tuoi servi, condannando l'empio col far ricadere la sua empietà sul suo capo, e giustificando il giusto col rendere a lui secondo la tua giustizia.32 τοτε συ επακουσον εκ του ουρανου και ενεργησον και κρινον τους δουλους σου, καταδικαζων μεν τον ανομον, ωστε να στρεψης κατα της κεφαλης αυτου την πραξιν αυτου, δικαιονων δε τον δικαιον, ωστε να αποδωσης εις αυτον κατα την δικαιοσυνην αυτου.
33 Se fuggirà il popol tuo Israele davanti ai suoi nemici, per avere peccato contro di te, e facendo penitenza e dando gloria al tuo nome verrà a porgerti preghiere e suppliche in questa casa,33 Οταν κτυπηθη ο λαος σου Ισραηλ εμπροσθεν του εχθρου, διοτι ημαρτησαν εις σε, και επιστρεψωσι προς σε και δοξασωσι το ονομα σου και προσευχηθωσι και δεηθωσιν ενωπιον σου εν τω οικω τουτω,
34 esaudiscili in cielo e perdona il peccato del popolo tuo Israele e riconducilo alla terra da te concessa ai loro padri.34 τοτε συ επακουσον εκ του ουρανου και συγχωρησον την αμαρτιαν του λαου σου Ισραηλ, και επαναγαγε αυτους εις την γην, την οποιαν εδωκας εις τους πατερας αυτων.
35 Se il cielo sarà chiuso e non lascerà cadere pioggia a causa dei loro peccati, e pregando in questo luogo faranno penitenza in onor del tuo nome e si ritrarranno dai loro peccati in seguito alla loro afflizione,35 Οταν ο ουρανος κλεισθη, και δεν γινηται βροχη, διοτι ημαρτησαν εις σε, εαν προσευχηθωσι προς τον τοπον τουτον και δοξασωσι το ονομα σου και επιστρεψωσιν απο των αμαρτιων αυτων, αφου ταπεινωσης αυτους,
36 esaudiscili in cielo e rimetti i peccati dei tuoi servi e del popolo tuo Israele e mostra ad essi la buona via per cui debbono camminare e dà pioggia sulla terra, che tu hai dato in possesso al popolo tuo.36 τοτε συ επακουσον εκ του ουρανου και συγχωρησον την αμαρτιαν των δουλων σου και του λαου σου Ισραηλ, διδαξας αυτους την οδον την αγαθην, εις την οποιαν πρεπει να περιπατωσι, και δος βροχην επι την γην σου, την οποιαν εδωκας εις τον λαον σου δια κληρονομιαν.
37 Se la carestia, la peste, le epidemie, la ruggine, le locuste, il carbone desoleranno la terra; se il nemico affliggerà il tuo popolo assediando le sue città, se vi saran flagelli o infermità di qualsiasi sorta,37 Πεινα εαν γεινη εν τη γη, θανατικον εαν γεινη, ανεμοφθορια, ερυσιβη, ακρις, βρουχος εαν γεινη, ο εχθρος αυτων εαν πολιορκηση αυτους εν τω τοπω της κατοικιας αυτων, οποιαδηποτε πληγη, οποιαδηποτε νοσος γεινη,
38 se qualcuno del tuo popolo d'Israele ti rivolgerà preghiere e suppliche e riconoscendo la piaga del suo cuore stenderà le mani verso questa casa,38 πασαν προσευχην, πασαν δεησιν γινομενην υπο παντος ανθρωπου, υπο παντος του λαου σου Ισραηλ, οταν γνωριση εκαστος την πληγην της καρδιας αυτου και εκτεινη τας χειρας αυτου προς τον οικον τουτον,
39 tu esaudirai in cielo, nel luogo della tua dimora e perdonerai e farai che a ciascuno sia dato secondo tutte le sue opere e secondo ciò che è nel suo cuore (poichè tu solo conosci il cuore di tutti i figli degli uomini),39 τοτε συ επακουσον εκ του ουρανου, του τοπου της κατοικησεως σου, και συγχωρησον και ενεργησον και δος εις εκαστον κατα πασας τας οδους αυτου, οπως γνωριζεις την καρδιαν αυτου, διοτι συ, μονος συ, γνωριζεις τας καρδιας παντων των υιων ανθρωπων.
40 affinchè essi ti temano tutti i giorni che vivranno sulla faccia della terra che tu hai dato ai nostri padri.40 δια να σε φοβωνται πασας τας ημερας οσας ζωσιν επι προσωπου της γης, την οποιαν εδωκας εις τους πατερας ημων.
41 Ma anche lo straniero che non appartiene al tuo popolo d'Israele, quando verrà da terra lontana a causa del tuo nome (giacchè il tuo nome grande e la tua mano potente e il tuo braccio41 Και τον ξενον ετι, οστις δεν ειναι εκ του λαου σου Ισραηλ, αλλ' ερχεται απο γης μακρας δια το ονομα σου,
42 disteso saranno noti ovunque), quando dunque verrà per pregare in questo luogo,42 διοτι θελουσιν ακουσει το ονομα σου το μεγα και την χειρα σου την κραταιαν και τον βραχιονα σου τον εξηπλωμενον, οταν ελθη και προσευχηθη προς τον οικον τουτον,
43 tu lo esaudirai in cielo, dal luogo della tua dimora e farai tutto ciò per cui lo straniero t'invocherà; affinchè tutti i popoli della terra imparino a temere il tuo nome, come il tuo popolo d'Israele e riconoscano che il tuo nome è invocato sopra questa casa che io ho edificato.43 συ επακουσον εκ του ουρανου, του τοπου της κατοικησεως σου, και ενεργησον κατα παντα περι οσων ο ξενος σε επικαλεσθη? δια να γνωρισωσι παντες οι λαοι της γης το ονομα σου, να σε φοβωνται, καθως ο λαος σου Ισραηλ? και δια να γνωρισωσιν οτι το ονομα σου εκληθη επι τον οικον τουτον, τον οποιον ωκοδομησα.
44 Se il tuo popolo sarà uscito a combattere contro i suoi nemici, seguendo la via per la quale lo avrai mandato e ti pregherà rivolto verso la città che tu hai eletto e verso il tempio, che ho edificato al tuo nome,44 Οταν ο λαος σου εξελθη εις πολεμον εναντιον των εχθρων αυτων, οπου αποστειλης αυτους, και προσευχηθωσιν εις τον Κυριον, προς την πολιν, την οποιαν εξελεξας, και τον οικον, τον οποιον ωκοδομησα εις το ονομα σου,
45 tu esaudirai in cielo le loro preghiere e le loro suppliche e renderai ad essi giustizia.45 τοτε επακουσον εκ του ουρανου της προσευχης αυτων και της δεησεως αυτων, και καμε το δικαιον αυτων.
46 Che se peccheranno contro di te (poichè non v'ha uomo che non pecchi), e tu sdegnato li avrai abbandonati in balìa dei loro nemici e saranno condotti prigionieri in terra nemica lontana o vicina,46 Οταν αμαρτησωσιν εις σε, διοτι ουδεις ανθρωπος ειναι αναμαρτητος, και οργισθης εις αυτους και παραδωσης αυτους εις τον εχθρον, ωστε οι αιχμαλωτισται να φερωσιν αυτους αιχμαλωτους εις την γην του εχθρου, μακραν η πλησιον,
47 se nel luogo della schiavitù faranno penitenza di tutto cuore, e convertiti ti pregheranno nel paese, ove saranno condotti schiavi, dicendo: "Abbiamo peccato, abbiamo operato iniquamente, abbiamo agito da malvagi ",47 και ελθωσιν εις εαυτους εν τη γη, οπου εφερθησαν αιχμαλωτοι, και επιστρεψωσι και δεηθωσι προς σε εν τη γη των αιχμαλωτισαντων αυτους, λεγοντες, Ημαρτομεν, ηνομησαμεν, ηδικησαμεν,
48 e si saranno rivolti a te con tutto il loro cuore, con tutta l'anima loro nella terra dei loro nemici, nella quale saranno stati condotti prigionieri, e ti pregheranno rivolgendosi verso il loro paese, che tu hai dato ai loro padri e verso la città che tu hai scelto ed il tempio che ho edificato al tuo nome;48 και επιστρεψωσι προς σε εξ ολης της καρδιας αυτων και εξ ολης της ψυχης αυτων, εν τη γη των εχθρων των αιχμαλωτισαντων αυτους, και προσευχηθωσι προς σε προς την γην αυτων την οποιαν εδωκας εις τους πατερας αυτων, την πολιν την οποιαν εξελεξας, και τον οικον τον οποιον ωκοδομησα εις το ονομα σου,
49 tu esaudirai in cielo, nella sede del tuo trono, le loro preghiere e le loro suppliche e renderai loro giustizia,49 τοτε επακουσον εκ του ουρανου, του τοπου της κατοικησεως σου, της προσευχης αυτων και της δεησεως αυτων και καμε το δικαιον αυτων,
50 e perdonerai al tuo popolo che ha peccato contro di te e a tutte le loro iniquità per cui prevaricarono contro di te e userai misericordia innanzi a quelli che li tengono prigionieri, affinchè essi abbiano pietà di loro,50 και συγχωρησον εις τον λαον σου, τον αμαρτησαντα εις σε, και αφες πασας τας παραβασεις αυτων, δια των οποιων εγειναν παραβαται εναντιον σου, και κινησον εις οικτιρμον αυτων τους αιχμαλωτισαντας αυτους ωστε να οικτειρωσιν αυτους?
51 poichè essi sono tuo popolo e tua eredità e tu li hai tratti dall'Egitto, da quella fornace di ferro.51 διοτι λαος σου και κληρονομια σου ειναι, τον οποιον εξηγαγες εξ Αιγυπτου, εκ μεσου του σιδηρου χωνευτηριου.
52 Siano i tuoi occhi aperti alla preghiera del tuo servo e del popolo tuo Israele ed esaudiscili in tutte le cose per le quali ti pregheranno,52 Ας ηναι λοιπον οι οφθαλμοι σου ανεωγμενοι εις την δεησιν του δουλου σου και εις την δεησιν του λαου σου Ισραηλ, δια να εισακουης αυτους περι οσων σε επικαλεσθωσι,
53 poichè tu li hai separati da tutti i popoli della terra per farne la tua eredità come dichiarasti per mezzo di Mosè tuo servo, quando hai tratto i nostri padri dall'Egitto, o Signore Iddio -».53 διοτι συ εξεχωρισας αυτους απο παντων των λαων της γης, δια να ηναι κληρονομια σου, καθως ελαλησας δια χειρος Μωυσεως του δουλου σου, οτε εξηγαγες τους πατερας ημων εξ Αιγυπτου, Δεσποτα Κυριε.
54 Allorchè Salomone ebbe terminato di rivolgere al Signore tutta questa preghiera e questa supplica, si tolse dal cospetto dell'altare del Signore, dinanzi al quale stavasi inginocchiato a terra, con ambedue i ginocchi e colle mani stese verso il cielo.54 Και αφου ετελειωσεν ο Σολομων να καμνη ολην την προσευχην και την δεησιν ταυτην προς τον Κυριον, εσηκωθη απ' εμπροσθεν του θυσιαστηριου του Κυριου, οπου ητο γονυπετης με τας χειρας αυτου εξηπλωμενας προς τον ουρανον.
55 Si alzò dunque in piedi e benedisse tutta l'assemblea d'Israele ad alta voce, dicendo:55 Και εσταθη και ευλογησε πασαν την συναξιν του Ισραηλ μετα φωνης μεγαλης, λεγων,
56 «Sia benedetto il Signore che accordò la pace al suo popolo Israele secondo tutte le promesse da lui fatte. Neppur una delle buone promesse da lui fatte per mezzo di Mosè suo servo è caduta per terra.56 Ευλογητος Κυριος, οστις εδωκεν αναπαυσιν εις τον λαον αυτου Ισραηλ, κατα παντα οσα υπεσχεθη? δεν επεσεν ουδε εις εκ παντων των λογων των αγαθων, τους οποιους ελαλησε δια χειρος Μωυσεως του δουλου αυτου.
57 Sia il Signore Dio nostro con noi come fu coi padri nostri; non ci abbandoni mai, nè ci rigetti;57 Γενοιτο Κυριος ο Θεος ημων μεθ' ημων, καθως ητο μετα των πατερων ημων να μη αφηση ημας, μηδε να εγκαταλειψη ημας?
58 ma inclini i nostri cuori verso di lui, perchè camminiamo in tutte le sue vie e custodiamo tutti i suoi comandamenti, le sue leggi, i suoi ordini, ch'egli prescrisse ai nostri padri.58 δια να επικλινη τας καρδιας ημων εις εαυτον ωστε να περιπατωμεν εις πασας τας οδους αυτου και να φυλαττωμεν τας εντολας αυτου και τα διαταγματα αυτου και τας κρισεις αυτου, τα οποια προσεταξεν εις τους πατερας ημων.
59 Siano queste mie parole, colle quali ho pregato innanzi al Signore, presenti al Signore Dio nostro giorno e notte, affinchè renda giustizia al suo servo e al suo popolo Israele in ogni tempo,59 Και ουτοι οι λογοι μου, τους οποιους εδεηθην ενωπιον του Κυριου, να ηναι ημεραν και νυκτα πλησιον Κυριου του Θεου ημων, δια να καμνη το δικαιον του δουλου αυτου και το δικαιον του λαου αυτου Ισραηλ, κατα την αναγκην εκαστης ημερας?
60 cosicchè sappiano tutti i popoli della terra che il Signore è Dio e non vi è altri all'infuori di lui.60 δια να γνωρισωσι παντες οι λαοι της γης, οτι ο Κυριος, αυτος ειναι ο Θεος, ουδεις αλλος.
61 Sia ancora il cuor nostro interamente del Signore Dio nostro per poter camminare secondo le sue leggi e custodire i suoi comandamenti come facciamo oggi».61 Ας ηναι λοιπον η καρδια σας τελεια προς Κυριον τον Θεον ημων, δια να περιπατητε εις τα διαταγματα αυτου και να φυλαττητε τας εντολας αυτου, καθως εν τη ημερα ταυτη.
62 Adunque il re e tutto Israele con lui immolavano vittime dinanzi al Signore.62 Και ο βασιλευς και πας ο Ισραηλ μετ' αυτου, προσεφεραν θυσιαν ενωπιον του Κυριου.
63 Salomone immolò ventiduemila buoi e centoventimila pecore come ostie pacifiche, che offrì al Signore; e il re e i figli d'Israele dedicarono così il tempio al Signore.63 Και εθυσιασεν Σολομων τας θυσιας τας ειρηνικας, τας οποιας προσεφερεν εις τον Κυριον, εικοσιδυο χιλιαδας βοων και εκατον εικοσι χιλιαδας προβατων? ουτως εγκαινιασαν τον οικον του Κυριου ο βασιλευς και παντες οι υιοι Ισραηλ.
64 In quel giorno il re consacrò la parte centrale dell'atrio che era davanti alla casa del Signore, avendo qui offerto l'olocausto e il sacrificio e il grasso delle vittime pacifiche, poichè l'altare di bronzo che stava dinanzi al Signore era troppo piccolo e non poteva contenere l'olocausto, il sacrificio e il grasso delle vittime pacifiche.64 Την αυτην ημεραν καθιερωσεν ο βασιλευς το μεσον της αυλης της κατα προσωπον του οικου του Κυριου? διοτι εκει προσεφερε τα ολοκαυτωματα και την εξ αλφιτων προσφοραν και το στεαρ των ειρηνικων προσφορων? επειδη το θυσιαστηριον το χαλκινον, το κατ' εμπροσθεν του Κυριου, ητο μικρον ωστε να χωρεση τα ολοκαυτωματα και την εξ αλφιτων προσφοραν και το στεαρ των ειρηνικων προσφορων.
65 Salomone celebrò in quel tempo la festa solenne e con lui tutto Israele, venuto in gran moltitudine dalla entrata di Emat fino al fiume di Egitto, dinanzi al Signore Dio nostro, e ciò per lo spazio di sette giorni e sette altri giorni, vale a dire quattordici giorni;65 Και κατ' εκεινον τον καιρον εκαμεν Σολομων την εορτην, και πας ο Ισραηλ μετ' αυτου, συναξις μεγαλη, απο της εισοδου Αιμαθ μεχρι του ποταμου Αιγυπτου, ενωπιον Κυριου του Θεου ημων, επτα ημερας και επτα ημερας, δεκατεσσαρας ημερας.
66 e nel giorno ottavo Salomone congedò il popolo che benedicendo il re fece ritorno alle sue tende, lieto e contento in cuor suo per tutto il bene che il Signore aveva fatto a Davide, suo servo, e ad Israele, suo popolo.66 την ογδοην ημεραν απελυσε τον λαον? και ευλογησαν τον βασιλεα και ανεχωρησαν εις τας σκηνας αυτων, χαιροντες και ευφραινομενοι εκ καρδιας, δια παντα τα αγαθα οσα ο Κυριος εκαμε προς Δαβιδ τον δουλον αυτου και προς Ισραηλ τον λαον αυτου.