Scrutatio

Martedi, 14 maggio 2024 - San Mattia ( Letture di oggi)

ΨΑΛΜΟΙ - Salmi - Psalms 103


font
LXXVULGATA
1 τω δαυιδ ευλογει η ψυχη μου τον κυριον κυριε ο θεος μου εμεγαλυνθης σφοδρα εξομολογησιν και ευπρεπειαν ενεδυσω1 Ipsi David. Benedic, anima mea, Domino :
Domine Deus meus, magnificatus es vehementer.
Confessionem et decorem induisti,
2 αναβαλλομενος φως ως ιματιον εκτεινων τον ουρανον ωσει δερριν2 amictus lumine sicut vestimento.
Extendens cælum sicut pellem,
3 ο στεγαζων εν υδασιν τα υπερωα αυτου ο τιθεις νεφη την επιβασιν αυτου ο περιπατων επι πτερυγων ανεμων3 qui tegis aquis superiora ejus :
qui ponis nubem ascensum tuum ;
qui ambulas super pennas ventorum :
4 ο ποιων τους αγγελους αυτου πνευματα και τους λειτουργους αυτου πυρ φλεγον4 qui facis angelos tuos spiritus,
et ministros tuos ignem urentem.
5 εθεμελιωσεν την γην επι την ασφαλειαν αυτης ου κλιθησεται εις τον αιωνα του αιωνος5 Qui fundasti terram super stabilitatem suam :
non inclinabitur in sæculum sæculi.
6 αβυσσος ως ιματιον το περιβολαιον αυτου επι των ορεων στησονται υδατα6 Abyssus sicut vestimentum amictus ejus ;
super montes stabunt aquæ.
7 απο επιτιμησεως σου φευξονται απο φωνης βροντης σου δειλιασουσιν7 Ab increpatione tua fugient ;
a voce tonitrui tui formidabunt.
8 αναβαινουσιν ορη και καταβαινουσιν πεδια εις τοπον ον εθεμελιωσας αυτοις8 Ascendunt montes, et descendunt campi,
in locum quem fundasti eis.
9 οριον εθου ο ου παρελευσονται ουδε επιστρεψουσιν καλυψαι την γην9 Terminum posuisti quem non transgredientur,
neque convertentur operire terram.
10 ο εξαποστελλων πηγας εν φαραγξιν ανα μεσον των ορεων διελευσονται υδατα10 Qui emittis fontes in convallibus ;
inter medium montium pertransibunt aquæ.
11 ποτιουσιν παντα τα θηρια του αγρου προσδεξονται οναγροι εις διψαν αυτων11 Potabunt omnes bestiæ agri ;
expectabunt onagri in siti sua.
12 επ' αυτα τα πετεινα του ουρανου κατασκηνωσει εκ μεσου των πετρων δωσουσιν φωνην12 Super ea volucres cæli habitabunt ;
de medio petrarum dabunt voces.
13 ποτιζων ορη εκ των υπερωων αυτου απο καρπου των εργων σου χορτασθησεται η γη13 Rigans montes de superioribus suis ;
de fructu operum tuorum satiabitur terra :
14 εξανατελλων χορτον τοις κτηνεσιν και χλοην τη δουλεια των ανθρωπων του εξαγαγειν αρτον εκ της γης14 producens f?num jumentis,
et herbam servituti hominum,
ut educas panem de terra,
15 και οινος ευφραινει καρδιαν ανθρωπου του ιλαρυναι προσωπον εν ελαιω και αρτος καρδιαν ανθρωπου στηριζει15 et vinum lætificet cor hominis :
ut exhilaret faciem in oleo,
et panis cor hominis confirmet.
16 χορτασθησεται τα ξυλα του πεδιου αι κεδροι του λιβανου ας εφυτευσεν16 Saturabuntur ligna campi,
et cedri Libani quas plantavit :
17 εκει στρουθια εννοσσευσουσιν του ερωδιου η οικια ηγειται αυτων17 illic passeres nidificabunt :
herodii domus dux est eorum.
18 ορη τα υψηλα ταις ελαφοις πετρα καταφυγη τοις χοιρογρυλλιοις18 Montes excelsi cervis ;
petra refugium herinaciis.
19 εποιησεν σεληνην εις καιρους ο ηλιος εγνω την δυσιν αυτου19 Fecit lunam in tempora ;
sol cognovit occasum suum.
20 εθου σκοτος και εγενετο νυξ εν αυτη διελευσονται παντα τα θηρια του δρυμου20 Posuisti tenebras, et facta est nox ;
in ipsa pertransibunt omnes bestiæ silvæ :
21 σκυμνοι ωρυομενοι αρπασαι και ζητησαι παρα του θεου βρωσιν αυτοις21 catuli leonum rugientes ut rapiant,
et quærant a Deo escam sibi.
22 ανετειλεν ο ηλιος και συνηχθησαν και εν ταις μανδραις αυτων κοιτασθησονται22 Ortus est sol, et congregati sunt,
et in cubilibus suis collocabuntur.
23 εξελευσεται ανθρωπος επι το εργον αυτου και επι την εργασιαν αυτου εως εσπερας23 Exibit homo ad opus suum,
et ad operationem suam usque ad vesperum.
24 ως εμεγαλυνθη τα εργα σου κυριε παντα εν σοφια εποιησας επληρωθη η γη της κτησεως σου24 Quam magnificata sunt opera tua, Domine !
omnia in sapientia fecisti ;
impleta est terra possessione tua.
25 αυτη η θαλασσα η μεγαλη και ευρυχωρος εκει ερπετα ων ουκ εστιν αριθμος ζωα μικρα μετα μεγαλων25 Hoc mare magnum et spatiosum manibus ;
illic reptilia quorum non est numerus :
animalia pusilla cum magnis.
26 εκει πλοια διαπορευονται δρακων ουτος ον επλασας εμπαιζειν αυτω26 Illic naves pertransibunt ;
draco iste quem formasti ad illudendum ei.
27 παντα προς σε προσδοκωσιν δουναι την τροφην αυτοις ευκαιρον27 Omnia a te expectant
ut des illis escam in tempore.
28 δοντος σου αυτοις συλλεξουσιν ανοιξαντος δε σου την χειρα τα συμπαντα πλησθησονται χρηστοτητος28 Dante te illis, colligent ;
aperiente te manum tuam, omnia implebuntur bonitate.
29 αποστρεψαντος δε σου το προσωπον ταραχθησονται αντανελεις το πνευμα αυτων και εκλειψουσιν και εις τον χουν αυτων επιστρεψουσιν29 Avertente autem te faciem, turbabuntur ;
auferes spiritum eorum, et deficient,
et in pulverem suum revertentur.
30 εξαποστελεις το πνευμα σου και κτισθησονται και ανακαινιεις το προσωπον της γης30 Emittes spiritum tuum, et creabuntur,
et renovabis faciem terræ.
31 ητω η δοξα κυριου εις τον αιωνα ευφρανθησεται κυριος επι τοις εργοις αυτου31 Sit gloria Domini in sæculum ;
lætabitur Dominus in operibus suis.
32 ο επιβλεπων επι την γην και ποιων αυτην τρεμειν ο απτομενος των ορεων και καπνιζονται32 Qui respicit terram, et facit eam tremere ;
qui tangit montes, et fumigant.
33 ασω τω κυριω εν τη ζωη μου ψαλω τω θεω μου εως υπαρχω33 Cantabo Domino in vita mea ;
psallam Deo meo quamdiu sum.
34 ηδυνθειη αυτω η διαλογη μου εγω δε ευφρανθησομαι επι τω κυριω34 Jucundum sit ei eloquium meum ;
ego vero delectabor in Domino.
35 εκλιποισαν αμαρτωλοι απο της γης και ανομοι ωστε μη υπαρχειν αυτους ευλογει η ψυχη μου τον κυριον35 Deficiant peccatores a terra,
et iniqui, ita ut non sint.
Benedic, anima mea, Domino.