Scrutatio

Domenica, 5 maggio 2024 - Beato Nunzio Sulprizio ( Letture di oggi)

Giudici 2


font
BIBBIA MARTINIGREEK BIBLE
1 Or un angelo del Signore andò da Galgala al luogo de’ piagnenti, e disse: Io vi trassi dall’Egitto, e v’introdussi nella terra promessa con giuramento a’ padri vostri: vi assicurai di non rompere in eterno il patto ch’io feci con voi:1 Και ανεβη αγγελος Κυριου απο Γαλγαλων εις Βοκιμ και ειπε, Σας ανεβιβασα εξ Αιγυπτου και σας εφερα εις την γην την οποιαν ωμοσα προς τους πατερας σας? και ειπα, Δεν θελω αθετησει την προς εσας διαθηκην μου εις τον αιωνα?
2 Con questo però che voi non faceste alleanza cogli abitanti di questo paese, ma gettaste a terra i loro altari: e non avete voluto ascoltar la mia voce: perchè avete fatto questo?2 και σεις δεν θελετε καμει συνθηκην προς τους κατοικους του τοπου τουτου? τα θυσιαστηρια αυτων θελετε καταστρεψει. Δεν υπηκουσατε ομως εις την φωνην μου? δια τι επραξατε τουτο;
3 Per la qual cosa io non ho voluto sterminar coloro dinanzi a voi, affinchè gli abbiate nemici, e sieno gli dei loro vostra ruina.3 Δια τουτο και εγω ειπα, Δεν θελω εκδιωξει αυτους απ' εμπροσθεν σας? αλλα θελουσιν εισθαι εναντιοι σας, και οι θεοι αυτων θελουσιν εισθαι παγις εις εσας.
4 E nel tempo, in cui l'Angelo del Signore diceva queste parole a tutti i figliuoli d'Israele, eglino alzaron le strida, e piansero.4 Και καθως ελαλησεν ο αγγελος του Κυριου τους λογους τουτους προς παντας τους υιους Ισραηλ, ο λαος υψωσε την φωνην αυτου και εκλαυσε.
5 Onde quel luogo fu chiamato il luogo de' piagnenti, ovvero de’ piagnistei: e v’immolarono ostie al Signore.5 Και εκαλεσαν το ονομα του τοπου εκεινου Βοκιμ? και εθυσιασαν εκει εις τον Κυριον.
6 Or Giosuè licenziò il popolo, e se n'andarono i figliuoli d'Israele ciascuno alle possessioni toccate loro in sorte per occuparle.6 Και οτε απελυσε τον λαον ο Ιησους, οι υιοι Ισραηλ υπηγον εκαστος εις την κληρονομιαν αυτου, δια να κατακληρονομησωσι την γην.
7 E servirono al Signore per tutto il tempo che durò egli, e i seniori, i quali vissero lungamente dopo di lui, e sapevano tutte le opere che avea fatte il Signore a favor d'Israele.7 Και ελατρευσαν ο λαος τον Κυριον πασας τας ημερας του Ιησου και πασας τας ημερας των πρεσβυτερων, οιτινες επεζησαν μετα τον Ιησουν και ειδον παντα τα εργα τα μεγαλα του Κυριου, οσα εκαμεν υπερ του Ισραηλ.
8 E Giosuè figliuolo di Nun, servo di Dio, si morì in età di cento dieci anni.8 Και ετελευτησεν Ιησους, ο υιος του Ναυη, ο δουλος του Κυριου, ηλικιας εκατον δεκα ετων.
9 E lo seppellirono a' confini del suo retaggio in Thamnathsare sul monte Ephraim verso la parte settentrionale del monte Gaas.9 Και εθαψαν αυτον εις το οριον της κληρονομιας αυτου εν Θαμναθ-αρες, εν τω ορει Εφραιμ, κατα το βορειον μερος του ορους Γαας.
10 E tutta quella generazione si riunì co’ padri suoi, e altri succedettero, i quali non conoscevano il Signore, nè le opere che egli avea fatte a favor d'Israele.10 Και πασα ετι η γενεα εκεινη προσετεθησαν εις τους πατερας αυτων? και εσηκωθη αλλη γενεα μετ' αυτους, ητις δεν εγνωρισε τον Κυριον ουδε τα εργα, τα οποια εκαμεν υπερ του Ισραηλ.
11 E i figliuoli d'Israele fecero il male al cospetto del Signore, e servirono a Baal.11 Και επραξαν οι υιοι Ισραηλ πονηρα ενωπιον του Κυριου και ελατρευσαν τους Βααλειμ?
12 E rinunziarono al Signore Dio de' padri loro, che gli avea tratti dalla terra di Egitto, e servirono gli dei stranieri, gli dei de' popoli circonvicini, e gli adorarono: e provocarono ad ira il Signore,12 και εγκατελιπον Κυριον τον Θεον των πατερων αυτων, τον εξαγαγοντα αυτους εκ γης Αιγυπτου, και υπηγον κατοπιν αλλων θεων, εκ των θεων των λαων των περιξ αυτων, και προσεκυνησαν αυτους και παρωργισαν τον Κυριον.
13 Rinunziando a lui per servire a Baal, e ad Astaroth.13 Και εγκατελιπον τον Κυριον και ελατρευσαν τον Βααλ και τας Ασταρωθ.
14 E il Signore sdegnato contro Israele gli diede in potere di coloro che li predavano: e questi li presero, e li venderono a’ nemici che abitavano all’intorno, ed essi non poterono più far fronte a' loro avversarii:14 Και εξηφθη ο θυμος του Κυριου κατα του Ισραηλ, και παρεδωκεν αυτους εις την χειρα των λεηλατιστων, και ελεηλατησαν αυτους? και επωλησεν αυτους εις την χειρα των εχθρων αυτων κυκλω, ωστε δεν ηδυνηθησαν πλεον να σταθωσι κατα προσωπον των εχθρων αυτων.
15 Ma dovunque volessero andare, la mano del Signore era sopra di essi, come egli avea detto, e giurato: e gli afflisse oltre modo.15 Πανταχου οπου εξηρχοντο, η χειρ του Κυριου ητο εναντιον αυτων προς κακον, καθως ελαλησεν ο Κυριος και καθως ωμοσεν ο Κυριος προς αυτους? και ηλθον εις μεγαλην αμηχανιαν.
16 Ma il Signore suscitò de' giudici, i quali gli liberassero dalle mani degli oppressori; ma nemmen vollero ascoltarli:16 Τοτε ανεστησεν ο Κυριος κριτας, οιτινες εσωσαν αυτους εκ της χειρος των λεηλατουντων αυτους.
17 Ma peccavano cogli dei stranieri; e gli adoravano. E ben presto abbandonarono la strada battuta da’ padri loro: e uditi avendo gli ordini del Signore fecer tutto all'opposto.17 Πλην ουδε εις τους κριτας αυτων υπηκουσαν, αλλ' επορνευσαν κατοπιν αλλων θεων και προσεκυνησαν αυτους? εξεκλιναν ταχεως απο της οδου, εις την οποιαν περιεπατησαν οι πατερες αυτων υπακουοντες εις τας εντολας του Κυριου? δεν εκαμον ουτω.
18 E mentre il Signore suscitava de' giudici, mentre questi viveano, si lasciava piegare a misericordia, e udiva i gemiti degli afflitti, e li liberava dalle crudeltà degli oppressori.18 Και οτε ανεστησεν ο Κυριος εις αυτους κριτας, τοτε ο Κυριος ητο μετα του κριτου και εσωζεν αυτους εκ της χειρος των εχθρων αυτων καθ' ολας τας ημερας του κριτου? διοτι εσπλαγχνισθη ο Κυριος εις τους στεναγμους αυτων τους εξ αιτιας των καταθλιβοντων αυτους και καταπιεζοντων αυτους.
19 Ma morto che era il giudice, tornavan quegli a far molto peggio di quel che avesser fatto i padri loro, seguendo gli dei stranieri, servendoli, e adorandoli. Non abbandonarono i loro capricci, nè l’ostinato tenor di vita, a cui erano assuefatti.19 Οτε δε απεθνησκεν ο κριτης, επεστρεφον και διεφθειροντο χειροτερα παρα τους πατερας αυτων, υπαγοντες κατοπιν αλλων θεων, δια να λατρευωσιν αυτους και να προσκυνωσιν αυτους? δεν επαυον απο των πραξεων αυτων ουδε απο της οδου αυτων της διεστραμμενης.
20 E il furor del Signore si accese contro Israele, ed egli disse: Perchè questa nazione ha violato il patto fermato da me co' padri loro, e ha ricusato di ascoltar la mia voce:20 Και εξηφθη ο θυμος του Κυριου κατα του Ισραηλ, και ειπεν, Επειδη ο λαος ουτος παρεβη την διαθηκην μου, την οποιαν προσεταξα εις τους πατερας αυτων, και δεν υπηκουσεν εις την φωνην μου?
21 Io pure non distruggerò le nazioni, le quali Giosuè in morendo lasciò:21 και εγω δεν θελω εκδιωξει πλεον απ' εμπροσθεν αυτων ουδεν εκ των εθνων, τα οποια αφηκεν ο Ιησους οτε ετελευτησε,
22 Affin di far prova per mezzo di queste, se Israele seguiti, o no, la via del Signore, e per essa cammini, come la seguitarono i padri loro.22 δια να δοκιμασω τον Ισραηλ δια μεσου αυτων, εαν φυλαττωσι την οδον του Κυριου, περιπατουντες εν αυτη, καθως εφυλαξαν αυτην οι πατερες αυτων, η ουχι.
23 Il Signore adunque lasciò stare tutte quelle nazioni, e non volle subito sterminarle, e non le diede in potere di Giosuè.23 Και αφηκε Κυριος τα εθνη ταυτα, χωρις να εκδιωξη ταχεως αυτα? ουδε παρεδωκεν αυτα εις την χειρα του Ιησου.