Scrutatio

Domenica, 5 maggio 2024 - Beato Nunzio Sulprizio ( Letture di oggi)

Deuteronomio 24


font
BIBBIA MARTINIGREEK BIBLE
1 Se un uomo prende moglie, e la tien seco, ma ella non è amata da lui per qualche cosa di turpe, scriverà un libello di ripudio, e porrallo in mano a lei, e la manderà via di sua casa.1 Οταν τις λαβη γυναικα και νυμφευθη μετ' αυτης, και συμβη να μη ευρη χαριν εις τους οφθαλμους αυτου, διοτι ευρηκεν εν αυτη ασχημον πραγμα, τοτε ας γραψη εις αυτην γραμμα διαζυγιου, και ας δωση αυτο εις την χειρα αυτης, και ας αποπεμψη αυτην εκ της οικιας αυτου.
2 E se questa dopo che se n'è andata, prende altro marito,2 Και αφου αναχωρηση απο της οικιας αυτου, δυναται να υπαγη και να συζευχθη μετα αλλου ανδρος.
3 E questi ancora la prende in avversione, e le dà il libello del ripudio, e la manda via di casa sua, ovvero sia venuto a morire;3 Και εαν ο δευτερος ανηρ αυτης μισηση αυτην και γραψη εις αυτην γραμμα διαζυγιου και δωση αυτο εις την χειρα αυτης, και αποπεμψη αυτην απο της οικιας αυτου, η εαν αποθανη ο δευτερος ανηρ, ο λαβων αυτην εις γυναικα αυτου,
4 Non potrà il primo marito prenderla di nuovo per moglie: perocché ella è contaminata, ed è divenuta abbominevole dinanzi al Signore: onde tu non contaminare la terra, di cui il Signore Dio tuo ti darà il possesso.4 ο πρωτος αυτης ανηρ, ο αποπεμψας αυτην, δεν δυναται να λαβη αυτην παλιν εις εαυτον γυναικα, αφου εμολυνθη? διοτι ειναι βδελυγμα ενωπιον του Κυριου? και δεν θελεις επιφερει αμαρτιαν εις την γην, την οποιαν Κυριος ο Θεος σου διδει εις σε κληρονομιαν.
5 Se un uomo poco tempo prima ha preso moglie, non andrà alla guerra, né saragli imposta veruna pubblica incumbenza, ma saragli lecito di badare a casa sua, onde per un anno stiasi lieto colla sua moglie.5 Εαν τις νεωστι λαβη γυναικα, δεν θελει εξελθει εις πολεμον, και δεν θελει επιφορτισθη επ' αυτον ουδεν αλλα ελευθερος θελει εισθαι εν τη οικια αυτου εν ετος, και θελει ευφρανει την γυναικα αυτου την οποιαν ελαβε.
6 Non porterai via in luogo di pegno la macina inferiore, e la superiore, che così uno verrebbe a impegnare a te la propria vita.6 Δεν θελει λαβει ουδεις εις ενεχυρον την ανω ουδε την κατω πετραν του μυλου? διοτι ζωην λαμβανει εις ενεχυρον.
7 Se si verrà a scoprire, che un uomo ha subornato un suo fratello dei figliuoli d'Israele, e che vendutolo, ne ha ricevuto il prezzo, ei sarà messo a morte: e torrai di mezzo a te l'iniquità.7 Εαν τις φωραθη κλεπτων τινα εκ των αδελφων αυτου εκ των υιων Ισραηλ, και καταδουλωσας αυτον επωλησε, τοτε ο κλεπτης ουτος θελει θανατονεσθαι και θελεις εξαφανισει το κακον εκ μεσου σου.
8 Guardati diligentemente dal pericolo di tirarli addosso la piaga della lebbra: ma usa tutte quelle cose, che ti saranno insegnate da' sacerdoti della stirpe di Levi, secondo i precetti dati loro da me, e mettile in pratica con esattezza.8 Προσεχε εις την πληγην της λεπρας, να φυλαττης επιμελως και να καμνης κατα παντα οσα οι ιερεις οι Λευιται σας διδαξωσι καθως προσεταξα εις αυτους, θελετε προσεχει να καμνητε.
9 Ricordatevi di quello che il Signore Dio vostro fece a Maria per viaggio, quando voi uscivate dall'Egitto.9 Ενθυμου τι εκαμεν εις την Μαριαμ Κυριος ο Θεος σου καθ' οδον, αφου εξηλθετε εξ Αιγυπτου.
10 Quando tu richiederai dal tuo prossimo qualche cosa, ch’ei dee darti, non entrerai in casa sua a prendere il pegno:10 Οταν δανεισης τι εις τον πλησιον σου, δεν θελεις εισελθει εις την οικιαν αυτου δια να λαβης το ενεχυρον αυτου?
11 Ma te ne starai fuora, ed egli ti porterà fuori quello che avrà:11 εξω θελεις σταθη, και ο ανθρωπος εις τον οποιον δανειζεις θελει εκφερει εις σε το ενεχυρον.
12 E se poi egli è povero, il pegno non pernotterà in tua casa,12 Και εαν ο ανθρωπος ηναι πτωχος, δεν θελεις κοιμηθη μετα του ενεχυρου αυτου?
13 Ma subito glielo renderai prima del tramontare del sole: affinché dormendo nella sua veste, ti benedica, e tu abbi meritato dinanzi al Signore Dio tuo.13 εξαπαντος θελεις αποδωσει εις αυτον το ενεχυρον περι την δυσιν του ηλιου, και θελει κοιμηθη εν τω ιματιω αυτου και θελει σε ευλογησει και θελει εισθαι εις σε δικαιοσυνη ενωπιον Κυριου του Θεου σου.
14 Non negherai la mercede all’indigente, e al povero tuo fratello, e al forestiero, che abita teco nel tuo paese, e dentro la tua città:14 Δεν θελεις αδικησει μισθωτον πτωχον και ενδεη, εκ των αδελφων σου η εκ των ξενων σου των εν τη γη σου, εντος των πυλων σου.
15 Ma lo stesso dì gli pagherai il salario delle sue fatiche prima del tramontare del sole, perché egli è povero e con questo sostenta la sua vita: affinché egli non alzi le strida al Signore contro di te, e ti sia imputato a peccato.15 Αυθημερον θελεις δωσει τον μισθον αυτου, πριν δυση ο ηλιος επ' αυτον? διοτι ειναι πτωχος και εχει την ελπιδα αυτου εις αυτον? δια να μη βοηση κατα σου προς Κυριον, και γεινη εις σε αμαρτια.
16 Non saran messi a morte i padri pe' loro figliuoli, né i figliuoli pei padri, ma ciascuno per lo peccato proprio morrà.16 Οι πατερες δεν θελουσι θανατονεσθαι δια τα τεκνα, ουτε τα τεκνα θελουσι θανατονεσθαι δια τους πατερας? εκαστος θελει θανατονεσθαι δια το ιδιον εαυτου αμαρτημα.
17 Non disfavorirai la causa del forestiero, e del pupillo, né prenderai per pegno dalla vedova la sua veste.17 Δεν θελεις διαστρεφει την κρισιν του ξενου, του ορφανου, ουδε θελεις λαμβανει το ιματιον της χηρας ενεχυρον?
18 Ricordati, che tu fosti schiavo in Egitto, e di là ti trasse il Signore Dio tuo. Per questo io ti ordino di far così.18 αλλα θελεις ενθυμεισθαι οτι δουλος εσταθης εν Αιγυπτω, και σε ελυτρωσε Κυριος ο Θεος σου εκειθεν? δια τουτο εγω προσταζω εις σε να καμνης το πραγμα τουτο.
19 Quando mieterai le biade nel tuo campo, se ti scordi d'un manipolo, non tornare indietro a pigliarlo: ma lascialo pigliare al forestiero, al pupillo, e alla vedova, affinché il Signore Dio tuo benedica tutte le opere delle tue mani.19 Οταν θεριζης το θερος σου εν τω αγρω σου, και λησμονησης χειροβολον τι εν τω αγρω, δεν θελεις επιστρεψει δια να λαβης αυτο? δια τον ξενον θελει εισθαι, δια τον ορφανον και δια την χηραν? δια να σε ευλογη Κυριος ο Θεος σου εις παντα τα εργα των χειρων σου.
20 Se raccogli le ulive, non tornerai a pigliare quel che è rimaso sulle piante: ma lascialo al forestiero, al pupillo, e alla vedova.20 Αφου τιναξης τας ελαιας σου, δεν θελεις παλιν ελαιολογησει τους κλαδους? θελει εισθαι δια τον ξενον, δια τον ορφανον και δια την χηραν.
21 Se vendemmi la tua vigna, non prenderai i raspolli, ma rimarranno pel forestiero, pel pupillo, e per la vedova.21 Αφου τρυγησης τον αμπελωνα σου, δεν θελεις σταφυλολογησει παλιν? θελει εισθαι δια τον ξενον, δια τον ορφανον και δια την χηραν.
22 Ricordati, che già tu fosti schiavo in Egitto, e per questo io ti ordino di far così.22 Και θελεις ενθυμεισθαι οτι δουλος εσταθης εν γη Αιγυπτου? δια τουτο εγω προσταζω εις σε να καμνης το πραγμα τουτο.