Scrutatio

Martedi, 7 maggio 2024 - Santa Flavia ( Letture di oggi)

Vangelo secondo Luca 3


font
BIBBIA TINTORIGREEK BIBLE
1 L'anno decimoquinto dell'impero di Tiberio Cesare, essendo governatore della Giudea Ponzio Pilato, tetrarca di Galilea Erode, tetrarca dell'Iturea e della Traconitide Filippo suo fratello, e tetrarca di Abilene Lisania,1 Εν δε τω δεκατω πεμπτω ετει της ηγεμονιας Τιβεριου Καισαρος, οτε ο Ποντιος Πιλατος ηγεμονευε της Ιουδαιας, και τετραρχης της Γαλιλαιας ητο ο Ηρωδης, Φιλιππος δε ο αδελφος αυτου τετραρχης της Ιτουραιας και της Τραχωνιτιδος χωρας, και ο Λυσανιας τετραρχης της Αβιληνης,
2 sotto i sommi sacerdoti Anna Caifa, la parola di Dio fu diretta a Giovanni figlio di Zaccaria nel deserto.2 επι αρχιερεων Αννα και Καιαφα, εγεινε λογος Θεου προς Ιωαννην, τον υιον του Ζαχαριου, εν τη ερημω,
3 Ed egli andò per tutta la regione del Giordano, predicando il battesimo di penitenza, in remissione dei peccati:3 και ηλθεν εις πασαν την περιχωρον του Ιορδανου, κηρυττων βαπτισμα μετανοιας εις αφεσιν αμαρτιων,
4 come sta scritto nel libro dei sermoni del profeta Isaia: Voce di colui che grida nel deserto: Preparate la via del Signore, raddrizzate i suoi sentieri.4 ως ειναι γεγραμμενον εν τω βιβλιω των λογων Ησαιου του προφητου, λεγοντος? Φωνη βοωντος εν τη ερημω, ετοιμασατε την οδον του Κυριου, ευθειας καμετε τας τριβους αυτου.
5 Ogni valle sarà colmata, ogni monte e collo sarà abbassato, e le vie tortuose saran fatte diritte, e le scabre appianate,5 πασα φαραγξ θελει γεμισθη και παν ορος και βουνος θελει ταπεινωθη, και τα σκολια θελουσι γεινει ευθεα και αι τραχειαι οδοι ομαλαι,
6 ed ogni uomo vedrà la salvezza di Dio.6 και πασα σαρξ θελει ιδει το σωτηριον του Θεου.
7 Giovanni dunque diceva alle genti che andavano a lui per farsi battezzare: Razza di vipere, chi vi ha insegnato a fuggire l'ira che vi sovrasta?7 Ελεγε δε προς τους οχλους τους εξερχομενους δια να βαπτισθωσιν υπ' αυτου? Γεννηματα εχιδνων, τις εδειξεν εις εσας να φυγητε απο της μελλουσης οργης;
8 Fate dunque frutti degni di penitenza, e non vi mettete a dire: Abbiamo per padre Abramo, perchè vi dico: Dio può anche da queste pietre far sorgere dei figli di Abramo.8 Καμετε λοιπον καρπους αξιους της μετανοιας, και μη αρχισητε να λεγητε καθ' εαυτους, Πατερα εχομεν τον Αβρααμ? διοτι σας λεγω οτι δυναται ο Θεος εκ των λιθων τουτων να αναστηση τεκνα εις τον Αβρααμ.
9 Già la scure è posta alla radice degli alberi; ogni albero adunque che non rende buon frutto sta per essere tagliato e gettato nel fuoco.9 Ηδη δε και η αξινη κειται προς την ριζαν των δενδρων? παν λοιπον δενδρον μη καμνον καρπον καλον εκκοπτεται και εις πυρ βαλλεται.
10 E le genti lo interrogavano dicendo: E che dobbiamo fare dunque?10 Και ηρωτων αυτον οι οχλοι, λεγοντες? Τι λοιπον θελομεν καμει;
11 Ed egli rispondeva loro: Chi ha due tuniche ne dia una a chi non ne ha, e dei cibi faccia altrettanto.11 Αποκριθεις δε λεγει προς αυτους. Ο εχων δυο χιτωνας ας μεταδωση εις τον μη εχοντα, και ο εχων τροφας ας καμη ομοιως.
12 Anche dei pubblicani andarono a farsi battezzare, e gli dissero: Maestro, e noi che faremo?12 Ηλθον δε και τελωναι δια να βαπτισθωσι, και ειπον προς αυτον? Διδασκαλε, τι θελομεν καμει;
13 Ed egli rispose loro: Non esigete più di quanto vi è ordinato.13 Ο δε ειπε προς αυτους? Μη εισπραττετε μηδεν περισσοτερον παρα το διατεταγμενον εις εσας.
14 Lo interrogavano anche i soldati dicendo: E noi che dobbiamo fare? E rispose loro: Non vessate alcuno con estorsioni e false denunzie, e contentatevi delle vostre paghe.14 Ηρωτων δε αυτον και στρατιωτικοι, λεγοντες? Και ημεις τι θελομεν καμει; Και ειπε προς αυτους? Μη βιασητε μηδενα μηδε συκοφαντησητε, και αρκεισθε εις τα σιτηρεσια σας.
15 Ma stimando il popolo e pensando tutti nel loro cuore che Giovanni fosse il Cristo,15 Ενω δε επροσμενεν ο λαος, και διελογιζοντο παντες εν ταις καρδιαις αυτων περι του Ιωαννου, μηποτε αυτος ειναι ο Χριστος,
16 Giovanni rispose a tutti dicendo: Quanto a me, io vi battezzo con acqua, ma sta per venire uno che è più forte di me, a cui non son degno di sciogliere il legaccio dei calzari; egli vi battezzerà in Spirito Santo e col fuoco.16 απεκριθη ο Ιωαννης προς παντας, λεγων? Εγω μεν σας βαπτιζω εν υδατι? ερχεται ομως ο ισχυροτερος μου, του οποιου δεν ειμαι αξιος να λυσω το λωριον των υποδηματων αυτου? αυτος θελει σας βαπτισει εν Πνευματι Αγιω και πυρι.
17 Egli col suo ventilabro in mano pulirà la sua aia e raccoglierà il frumento nel suo granaio, ma la paglia la brucerà col fuoco inestinguibile.17 Του οποιου το πτυαριον ειναι εν τη χειρι αυτου και θελει διακαθαρισει το αλωνιον αυτου, και θελει συναξει τον σιτον εις την αποθηκην αυτου, το δε αχυρον θελει κατακαυσει εν πυρι ασβεστω.
18 Così e con molte altre esortazioni evangelizzava il popolo.18 Και αλλα πολλα προτρεπων ευηγγελιζετο τον λαον.
19 Ma Erode tetrarca, essendo stato ripreso da lui, e per Erodiade, moglie di suo fratello, e per tutte le malvagità che aveva fatte,19 Ο δε Ηρωδης ο τετραρχης, ελεγχομενος υπ' αυτου περι της Ηρωδιαδος, της γυναικος Φιλιππου του αδελφου αυτου, και περι παντων των κακων οσα επραξεν ο Ηρωδης,
20 aggiunse alle altre anche questa, di rinchiudere Giovanni in prigione.20 προσεθεσε και τουτο επι πασι και κατεκλεισε τον Ιωαννην εν τη φυλακη.
21 Or mentre tutto il popolo si faceva battezzare o Gesù, già battezzato pregava, si aprì il cielo,21 Αφου δε εβαπτισθη πας ο λαος, βαπτισθεντος και του Ιησου και προσευχομενου, ηνοιχθη ο ουρανος
22 e discese lo Spirito Santo su di lui in forma corporea, a guisa di colomba, e venne dal cielo una voce: Tu sei il mio Figlio diletto: in te mi son compiaciuto.22 και κατεβη το Πνευμα το Αγιον εν σωματικη μορφη ως περιστερα επ' αυτον, και εγεινε φωνη εκ του ουρανου, λεγουσα? Συ εισαι ο Υιος μου ο αγαπητος, εις σε ευηρεστηθην.
23 E Gesù, quando incominciò, aveva circa trent'anni, ed era figlio, come si credeva, di Giuseppe, d'Eli di Matat,23 Και αυτος ο Ιησους ηρχιζε να ηναι ως τριακοντα ετων, ων καθως ενομιζετο, υιος Ιωσηφ, του Ηλι,
24 di Levi, di Melchi, di Ianne, di Giuseppe,24 του Ματθατ, του Λευι, του Μελχι, του Ιαννα, του Ιωσηφ,
25 di Matatia, di Amos, di Naum, d'Esli, di Nagge,25 του Ματταθιου, του Αμως, του Ναουμ, του Εσλι, του Ναγγαι,
26 di Maat, di Matatia, di Semei, di Giuseppe, di Giuda,26 του Μααθ, του Ματταθιου, του Σεμει, του Ιωσηφ, του Ιουδα,
27 di Ioanna, di Resa, di Zorobabel, di Salatiel, di Neri,27 του Ιωαννα, του Ρησα, του Ζοροβαβελ, του Σαλαθιηλ, του Νηρι,
28 di Melchi, di Addi, di Cosan, d'Elmadan, d'Er,28 του Μελχι, του Αδδι, του Κωσαμ, του Ελμωδαμ, του Ηρ,
29 di Iesu, di Eliezer, di Iorim, di Matahat, di Levi,29 του Ιωση, του Ελιεζερ, του Ιωρειμ, του Ματθατ, του Λευι,
30 di Simeone, di Giuda, di Giuseppe, di Giona e di Eliacim,30 του Συμεων, του Ιουδα, του Ιωσηφ, του Ιωναν, του Ελιακειμ,
31 di Melea, di Menna, di Matata, di Natan, di David,31 του Μελεα, του Μαιναν, του Ματταθα, του Ναθαν, του Δαβιδ,
32 di Iesse, di Booz, di Salmon, di Naasson,32 του Ιεσσαι, του Ωβηδ, του Βοοζ, του Σαλμων, του Ναασσων,
33 di Aminadab, d'Aram,d'Esron, di Fares, di Giuda,33 του Αμιναδαβ, του Αραμ, του Εσρωμ, του Φαρες, του Ιουδα,
34 di Giacobbe, d'Isacco, d'Abramo, di Thare, di Nacher,34 του Ιακωβ, του Ισαακ, του Αβρααμ, του Θαρα, του Ναχωρ,
35 di Sarug, di Ragau, di Falez, d'Eber, di Sale,35 του Σερουχ, του Ραγαυ, του Φαλεκ, του Εβερ, του Σαλα,
36 di Cainan, d'Arfaxad, di Sem, di Noè, di Lamec,36 του Καιναν, του Αρφαξαδ, του Σημ, του Νωε, του Λαμεχ,
37 di Matusalem, d'Ence, di Iared, di Malaleel, di Cainan,37 του Μαθουσαλα, του Ενωχ, του Ιαρεδ, του Μαλελεηλ, του Καιναν,
38 d'Enos, di Set, di Adamo, di Dio.38 του Ενως, του Σηθ, του Αδαμ, του Θεου.